Οι συλλήψεις και, στη συνέχεια, οι προφυλακίσεις των γνωστών για τη δημόσια κοινωνική δράση τους Παναγιώτη Ασπιώτη, Γιώργου Καλαϊτζίδη και Πέτρου Καρασαρίνη με βάση το νόμο περί οργανωμένου εγκλήματος (το διαβόητο τρομονόμο) συνιστούν πρόκληση τόσο ως προς την καταπάτηση στοιχειωδών ατομικών δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών όσο και ως προς την προσπάθεια εγκληματοποίησης του αναρχικού – αντιεξουσιαστικού χώρου και ποινικοποίησης προσωπικών και κοινωνικών σχέσεων.
Ετσι, λοιπόν, μια υπόθεση κινηματικής αλληλεγγύης (γιατί ακριβώς γι’ αυτό δέχτηκε ο Γ. Καλαϊτζίδης, όταν του το ζήτησαν γνωστοί του, να πετάξει τις τεμαχισμένες ασπίδες που είχαν αποσπάσει από διμοιρία των ΜΑΤ), που σχετίζεται με μαχητικές αντιεξουσιαστικές πρακτικές (γιατί τι άλλο είναι μια συμπλοκή με τα ΜΑΤ με μοναδικό… θύμα κάποιες ασπίδες;) απογειώνεται σε «τρομοκρατική δράση» και μεταφράζεται σε σωρεία κακουργημάτων.
Τι είδους σύσταση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση αποδεικνύει ο Σύνδεσμος Αναρχικών Εξαρχείων, που δεν είναι παρά σχήμα αλληλεγγύης σε διωκόμενους αγωνιστές και συλλογής χρημάτων για την καταβολή εγγυήσεων και την αντιμετώπιση εξόδων διώξεων και δικών;
Και από πού κι ως πού απλά πλημμελήματα, όπως η κατοχή από τον Καλαϊτζίδη κάποιων αχρησιμοποίητων και ενδεχομένως άχρηστων πιστολιών, που η ίδια η Ασφάλεια χαρακτήρισε απλή οπλοκατοχή, αναγορεύονται σε κακούργημα και οδηγούν σε σύσταση «εγκληματικής οργάνωσης»; Και ακόμα, με ποια λογική μια τραπεζική θυρίδα, της οποίας το, ούτως ή άλλως, ελαχίστου διωκτικού ενδιαφέροντος περιεχόμενο (μερικές σφαίρες…) αγνοούσε ο Π. Ασπιώτης, αποτελεί τεκμήριο για την απόδοση σε βάρος του τερατωδών κατηγοριών και την προφυλάκισή του;
Και ακόμα χειρότερα, τι άλλο παρά τη νομιμοποίηση της εικόνας «τρομοκρατικής οργάνωσης» εξυπηρετεί η δίωξη και η προφυλάκιση του Π. Καρασαρίνη, ο οποίος το μόνο «αδίκημα» που διέπραξε ήταν να συνοδεύει τον Καλαϊτζίδη ενώ αυτός πέταγε τις σακούλες με τις τεμαχισμένες ασπίδες, χωρίς καν να γνωρίζει το περιεχόμενό τους, όπως κατηγορηματικά δήλωσε στην αρμόδια ανακρίτρια ο ίδιος ο Καλαϊτζίδης;
Ολα αυτά, σε συνδυασμό με το πρωτοφανές γεγονός του χωρισμού τριών προφυλακισμένων για την ίδια υπόθεση σε τρεις διαφορετικές φυλακές, δεν παραπέμπουν ευθέως σε φρονηματική δίωξη σκοπιμότητας, δεν θυμίζουν τα γνωστά από το πρόσφατο παρελθόν τρομοσενάρια, δεν μοιάζουν εξοργιστικά με τις αλλεπάλληλες επιχειρήσεις παραγωγής «αντιτρομοκρατικού» έργου, όπως εκείνες σε βάρος των Γ. Μπαλάφα και Α. Λεσπέρογλου;
Οι έντονες και τεκμηριωμένες διαφωνίες, τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιστημονικό επίπεδο, καθώς και οι δυσοίωνες προβλέψεις για τις συνέπειες του «αντιτρομοκρατικού» νόμου, που εκφράστηκαν κατά την ψήφισή του και εντάθηκαν στη συνέχεια, δυστυχώς δικαιώνονται.
Η εφαρμογή του τρομονόμου και οι αλλεπάλληλες δυσμενείς τροποποιήσεις του παγιώνουν ένα νέο πλαίσιο καταστολής και συρρικνώνουν δραματικά τα όρια νομιμότητας των πολιτικών και κοινωνικών αγώνων, απελευθερώνοντας τους διωκτικούς μηχανισμούς από τους όποιους δημοκρατικούς περιορισμούς είχαν επιβάλει το ριζοσπαστικό κλίμα της Μεταπολίτευσης και οι κοινωνικοί αγώνες των επόμενων δεκαετιών.
Η υπερδιόγκωση της υπόθεσης από τις ανακριτικές αρχές και η υπαγωγή της στον «αντιτρομοκρατικό» νόμο, καθ’ υπέρβαση του πλημμεληματικού χαρακτήρα παραπεμπτικού της Ασφάλειας, καταδεικνύουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο της «ανεξάρτητης» Δικαιοσύνης στην εφαρμογή τού πλέον αυταρχικού πλαισίου καταστολής, και βέβαια αυτό δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι η Δικαιοσύνη που πρωτοστατεί σε μια σειρά διακρατικών συνεργασιών, οι οποίες διευρύνουν τις δυνατότητες καταστολής των πολιτικών και κοινωνικών αντιστάσεων με πρόσχημα την ασφάλεια.
Αντιμετωπίζουμε μια εκτεταμένη αποψίλωση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών, ένα νέο πλέγμα νομοθετικών ρυθμίσεων και αστυνομικών πρακτικών, που εγκληματοποιούν όλο και περισσότερες εκδοχές εξωθεσμικής κινηματικής πολιτικής δράσης στο χώρο της Ε.Ε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της οξυμένης επίθεσης αποτελούν οι συνεχείς διώξεις και φυλακίσεις αναρχικών αγωνιστών στην Ιταλία και την Ισπανία.
Για να επανέλθουμε, λοιπόν, στα καθ’ ημάς, η υπερδιόγκωση αυτής της υπόθεσης εξυπηρετεί τόσο την ανάγκη εμπέδωσης του «αντιτρομοκρατικού» νόμου όσο και της επιβεβαίωσης των ιδεολογημάτων περί «νέας γενιάς τρομοκρατών».
Αν τα στοιχεία σε βάρος των τριών αγωνιστών του ευρύτερου αντιεξουσιαστικού και αντικαπιταλιστικού χώρου δεν αποδεικνύουν με κανέναν τρόπο τη νομιμότητα της δίωξης και της προφυλάκισής τους, και μάλιστα με τον τρομονόμο, ακριβώς η απουσία τους είναι αυτή που φωτίζει πλήρως τις σκοπιμότητες της δίωξης, δηλαδή την προσπάθεια των κατασταλτικών μηχανισμών και των πολιτικών τους προϊσταμένων να «εγκληματοποιήσουν» τον αντιεξουσιαστικό χώρο, να ποινικοποιήσουν διαπροσωπικές σχέσεις και να δημιουργήσουν κλίμα καχυποψίας και φόβου σε κάθε χώρο αντίστασης και ανυπακοής.
Με αυτή την έννοια, απαιτούμε την παύση της δίωξης σε βάρος των τριών με βάση τον «αντιτρομοκρατικό», την άμεση αποφυλάκισή τους και την κατάργηση του τρομονόμου.
ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ