«Μου χρέωσαν μια δολοφονία που δεν έχω κάνει. Δεν θα κάτσω όμως να κλάψω. Είμαι αδικημένος αλλά δεν θα πω εγώ “άλλος είναι ο ένοχος”. Αν τον έβρισκαν αυτοί που έπρεπε να τον βρουν, εντάξει. Αλλά όχι να καταδικάσουν εμένα επειδή δεν τον βρήκαν ή να πω εγώ ποιος το έκανε».
Λόγος αξιοπρεπής και ντόμπρος από τον Ηρακλή Κωστάρη στον «Ελ. Τύπο της Κυριακής». Η σύγκριση με το γνωστό δίδυμο της ξεφτίλας και τη λασπολογία-προβοκάτσια του είναι προφανής.
«Ο,τι έκανε ο καθένας το έκανε για την οργάνωση. Είναι άδικο να λέμε ότι υπάρχουν αθώοι και ένοχοι. Δεν λειτούργησε κανείς για τον εαυτό του. Ηταν μια επαναστατική πράξη. Αγωνίστηκε για κάποιο σκοπό». Τοποθέτηση πολιτική-αγωνιστική από έναν άνθρωπο που ουδέποτε μίλησε, ουδέποτε συνεργάστηκε, που κατάφερε να καταρρίψει το μεγαλύτερο μέρος του σε βάρους του κατηγορητήριου και βρίσκεται στη φυλακή μόνο και μόνο επειδή αυτό απαίτησε το Μητσοτακαίικο.