Σήμερα κλείνουν 101 χρόνια από τη δολοφονία της Ρόζα Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ, ηγετών του νεοσύστατου Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και εξεχουσών μορφών του παγκόσμιου επαναστατικού προλεταριακού κινήματος.
Εχοντας συντρίψει την εξέγερση των βερολινέζων εργατών, με τη βοήθεια των αποβρασμάτων των «Φράικορπς», προγόνων των ναζιστικών Ταγμάτων Εφόδου, η γερμανική σοσιαλδημοκρατία, ηγέτιδα της αστικής αντεπανάστασης, έβαψε τα χέρια της στο αίμα των δυο επαναστατών ηγετών, που τους δολοφόνησαν εν ψυχρώ αποθηριωμένοι στρατιωτικοί. Ο Λίμπκνεχτ πυροβολήθηκε στο κεφάλι και τάφηκε ως άγνωστος σε κοντινό νεκροταφείο. Η Λούξεμπουργκ βασανίστηκε με χτυπήματα υποκόπανων και στο τέλος δέχτηκε μια σφαίρα στο μέτωπο. Το νεκρό σώμα της πετάχτηκε σ’ ένα κανάλι στο οποίο εξέβαλαν αποχετευτικοί αγωγοί.
Η Ρόζα ήξερε ότι η εξέγερση είχε ελάχιστες πιθανότητες να νικήσει. Ηξερε την ανοργανωσιά που βασίλευε στις εργατικές γραμμές, τις ταλαντεύσεις και τη δειλία των ηγετών του τότε κινήματος. Συνέστησε αυτοσυγκράτηση και συγκέντρωση δυνάμεων, για να εξαπολυθεί μια εξέγερση που θα νικούσε και θα συμπαρέσυρε όχι μόνο τη Γερμανία αλλά ολόκληρη την Κεντρική Ευρώπη. Ομως η εξέγερση άρχισε παρά τις προειδοποιήσεις της. Κι αυτή, όπως κάνουν οι πραγματικοί επαναστάτες, δε δίστασε. Δε σήκωσε αδιάφορα τους ώμους, δεν κοίταξε τους εξεγερμένους εργάτες αφ’ υψηλού. Βούτηξε μέσα στην εξέγερση, έγινε «ένα» με τους εξεγερμένους, έγινε η φωνή τους, προσπάθησε με το λόγο της να σπάσει τις ταλαντεύσεις.
Στο τελευταίο της άρθρο, η Λούξεμπουργκ ανέλυσε τις αιτίες της ήττας της εξέγερσης των βερολινέζων εργατών και την κατέταξε στην αλυσίδα των ιστορικών ηττών που αποτελούν τη δύναμη και τη δόξα του διεθνούς σοσιαλισμού. Γιατί μέσα απ’ αυτές τις ήττες θα βλαστήσει η μελλοντική νίκη. Δεν έχασε ούτε στιγμή την πίστη της στην επαναστατική προοπτική. Την αποτύπωσε με μεγαλειώδη τρόπο στα τελευταία γραπτά της λόγια: «“Τάξη επικρατεί στο Βερολίνο”. Ηλίθιοι δήμιοι! Η “τάξη” σας είναι χτισμένη στην άμμο. Αύριο η επανάσταση θα υψώσει τη βροντερή φωνή της ως τους ουρανούς. Εντρομοι θ’ ακούσετε το νικητήριο σάλπισμά της: Ημουν, Είμαι, Θα είμαι»!
Μιλώντας σε συγκέντρωση τιμής και καταγγελίας, στις 19 Γενάρη του 1919, ο Λένιν έλεγε: «Σήμερα στο Βερολίνο η αστική τάξη και οι σοσιαλπροδότες πανηγυρίζουν. Κατάφεραν να δολοφονήσουν τον Καρλ Λίμπκνεχτ και τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Ο Eμπερτ και ο Σάιντεμαν, που τέσσερα ολόκληρα χρόνια έσπρωχναν τους εργάτες στο σφαγείο για ληστρικά συμφέροντα, ανέλαβαν τώρα το ρόλο δημίων των προλεταριακών ηγετών. Το παράδειγμα της επανάστασης στη Γερμανία μας πείθει ότι η “δημοκρατία“ δεν είναι παρά ένα προκάλυμμα της αστικής καταλήστευσης και της πιο άγριας βίας».
Τον Μάρτη της ίδιας χρονιάς, στο ιδρυτικό συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, αναπτύσσοντας τις θέσεις του για την αστική δημοκρατία και τη δικτατορία του προλεταριάτου έλεγε: «Η δολοφονία του Καρλ Λίμπκνεχτ και της Ρόζας Λούξεμπουργκ αποτελεί γεγονός κοσμοϊστορικής σημασίας, όχι μόνο γιατί βρήκαν τραγικό θάνατο οι καλύτεροι άνθρωποι και ηγέτες της πραγματικά προλεταριακής, της Κομμουνιστικής Διεθνούς, αλλά και γιατί αποκαλύφθηκε πέρα για πέρα η ταξική ουσία ενός κράτους προηγμένου σε ευρωπαϊκή κλίμακα – μπορούμε να πούμε δίχως υπερβολή σε παγκόσμια κλίμακα. Αν κάτω από μια κυβέρνηση σοσιαλπατριωτών οι αξιωματικοί και οι καπιταλιστές μπόρεσαν να δολοφονήσουν ατιμώρητα κρατούμενους, δηλαδή ανθρώπους που η κρατική εξουσία τους είχε θέσει κάτω από τη φρούρησή της, βγαίνει το συμπέρασμα πως η ρεπουμπλικανική δημοκρατία στην οποία μπόρεσε να συμβεί ένα τέτοιο πράγμα δεν είναι παρά δικτατορία της αστικής τάξης».
Η σοσιαλδημοκρατία ακολούθησε το δρόμο που χάραξαν οι Εμπερτ και Σάιντεμαν. Οχι μόνο στη Γερμανία αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Μετατράπηκε σε βασική πολιτική δύναμη του αστικού συστήματος εξουσίας. Τις τελευταίες δεκαετίες και ιδιαίτερα μετά την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση του 2008, βυθίστηκε σε κρίση. Δέχεται όμως συνεχείς ενέσεις από μεταλλαγμένους «αριστερούς» (τύπου ΣΥΡΙΖΑ, Podemos κτλ.), οι οποίοι προσπαθούν να δημιουργήσουν έναν μασκαρεμένο πολιτικό πόλο αστικής εξουσίας, εξαπατώντας το προλεταριάτο και τους λαούς με «προοδευτικές λύσεις», που αποτελούν τάχα διέξοδο από την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Από την άποψη αυτή, τα γεγονότα του 1919 αποκτούν και μια άλλη διάσταση επικαιρότητας. Οι ηγέτες της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, του μεγαλύτερου εργατικού κόμματος της Ευρώπης, αφού πρώτα βυθίστηκαν στον σοσιαλσωβινισμό και τον σοσιαλιμπεριαλισμό, δε δίστασαν να διαπράξουν το πιο αποτρόπαιο έγκλημα, καταστέλλοντας την εξέγερση των εργατών και δολοφονώντας δυο από τους επιφανέστερους ηγέτες του διεθνούς προλεταριάτου. Απέδειξαν έτσι, ότι η αστική εξουσία δε διστάζει μπροστά στο πιο αποτρόπαιο έγκλημα όταν κινδυνεύουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης.
Τιμώντας τη μνήμη των δολοφονημένων ηγετών του διεθνούς προλεταριάτου, θυμίζοντας τους αυτουργούς του εγκλήματος, τους ηγέτες της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, οφείλουμε πάνω απ’ όλα να διδαχτούμε από το παράδειγμά τους. Από την αταλάντευτη πίστη τους στη νίκη του κομμουνισμού, που αποτελεί το μέλλον της ανθρωπότητας.
«Το πεδίο της αστικής νομιμότητας, του κοινοβουλευτισμού, είναι όχι μόνον πεδίο κυριαρχίας της καπιταλιστικής τάξης, μα και πεδίο μάχης που διασταυρώνονται οι ανταγωνισμοί μεταξύ προλεταριάτου και αστών. Μα όπως η “έννομος τάξις“ δεν είναι για την αστική τάξη τίποτε άλλο παρά η έκφραση της δικής της βίας, έτσι και η κοινοβουλευτική πάλη για το προλεταριάτο δεν είναι τίποτε άλλο παρά η τάση του να ανεβάσει στην εξουσία τη δική του βία», έγραφε η Λούξεμπουργκ. Και συνέχιζε: «Αν πίσω από τη νόμιμη και κοινοβουλευτική μας δράση δεν υπάρχει η βία της εργατικής τάξης, έτοιμη να μπει σ’ ενέργεια μόλις χρειαστεί, η κοινοβουλευτική δράση της σοσιαλδημοκρατίας καταντάει παιχνίδι τόσο έξυπνο, όσο και το κουβάλημα νερού με το κόσκινο. Οι ερασιτέχνες του ρεαλισμού που δεν κουράζονται να φωνάζουν για τις “θετικές επιτυχίες“ της κοινοβουλευτικής δράσης της σοσιαλδημοκρατίας, για να τις χρησιμοποιήσουν ως όπλα κατά της αναγκαιότητας και σκοπιμότητας της βίας στον εργατικό αγώνα, δε βλέπουν καθόλου ότι οι επιτυχίες αυτές, ακόμη και οι πιο ασήμαντες, δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της αόρατης και λανθάνουσας δράσης της βίας. (…) Η βία είναι και μένει το ύστατο μέσο της εργατικής τάξης, ο υπέρτατος νόμος της πάλης των τάξεων, άλλοτε λανθάνων, άλλοτε εμφανής. Αν με την κοινοβουλευτική μας δράση και με όλη μας την εργασία επαναστατικοποιούμε τα μυαλά, αυτό το κάνουμε για να κατέβει όταν χρειαστεί η επανάσταση από τα κεφάλια στις γροθιές». Κι ακόμα: «Στην αστική κοινωνία ο ρόλος της Αριστεράς είναι ο ρόλος του κόμματος αντιπολίτευσης. Σε κόμμα εξουσίας επιτρέπεται να υψωθεί μόνο πάνω στα ερείπια του αστικού κράτους».
ΥΓ. Για μια πληρέστερη γνώση του ιστορικού πλαισίου, των ταξικών ανταγωνισμών και των γεγονότων που οδήγησαν στη δολοφονία των δύο κομμουνιστών ηγετών, αλλά και όσων ακολούθησαν στη Γερμανία του Μεσοπολέμου και οδήγησαν στην άνοδο του ναζισμού στην εξουσία, μπορείτε να ανατρέξετε στην μπροσούρα της Κόντρας «Διδάγματα από το Μεσοπόλεμο».