Τη διεξαγωγή συζήτησης προ ημερησίας διατάξεως με θέμα: «Μεταρρύθμιση για ένα σύγχρονο, κοινωνικά δίκαιο και βιώσιμο Ασφαλιστικό» ζήτησε με επιστολή του προς τον Σιούφα ο Καραμανλής. Η προσπάθεια αντιπερισπασμού είναι ολοφάνερη. Η κυβέρνηση αυτή, πριν την πανεργατική-πανυπαλληλική απεργία της 12ης Δεκέμβρη, που επέβαλε την αποπομπή Μαγγίνα, δήλωνε ότι ο «πολιτικός και κοινωνικός διάλογος» ολοκληρώθηκε με τις τρεις συζητήσεις που έγιναν σε κοινές συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών οικονομικών και κοινωνικών υποθέσεων και πως εκείνο που απέμενε ήταν η κατάρτιση νομοσχέδιου και η συζήτησή του με την προβλεπόμενη κοινοβουλευτική διαδικασία. Στη συνέχεια, μετά την τοποθέτηση της Πετραλιά στη θέση του Μαγγίνα, ο Καραμανλής έκανε δηλώσεις, σύμφωνα με τις οποίες η κυβερνητική ρότα στο Ασφαλιστικό δεν αλλάζει. Σε καμιά απ’ αυτές τις τοποθετήσεις του δεν υπαινίχτηκε καν την ανάγκη για συζήτηση προ ημερήσιας διάταξης σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων. Ανακάλυψε αυτή την ανάγκη, όταν διαπίστωσε ότι το σκάνδαλο Ζαχόπουλου δεν κλείνει, αλλά εξακολουθεί να βαθαίνει και να πλήττει ανεπανόρθωτα την εικόνα της κυβέρνησής του και –για πρώτη φορά τόσο έντονα- τον ίδιο προσωπικά.
Πέρα, όμως, από την παραπολιτική, υπάρχει και η πολιτική πλευρά του θέματος. Υπάρχει η ουσία του Ασφαλιστικού. Το γεγονός ότι βγαίνει μπροστά ο ίδιος ο Καραμανλής, δείχνει πως η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει σύντομα σε νομοσχέδιο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι μια κυβέρνηση που λειτουργεί εν πολλοίς με επικοινωνιακούς όρους. Οι σύμβουλοι του Καραμανλή φαίνεται πως κρίνουν ότι η υπόθεση Ζαχόπουλου προκαλεί μεγαλύτερη φθορά σε σχέση με το Ασφαλιστικό, οπότε μπορούν να «πνίξουν» το Ασφαλιστικό μέσα στο γενικότερο ορυμαγδό των ημερών.
Η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει με βάση το αρχικό σχέδιο (με ορισμένες ανούσιες τροποποιήσεις, κυρίως στο θέμα των ενοποιήσεων, για να βγάλει έξω δημοσιογράφους και δικηγόρους) φάνηκε και από τη συνάντηση της Πετραλιά με τη ΓΣΕΕ την Πέμπτη. Η Πετραλιά πήγε στο κτίριο της ΓΣΕΕ, αλλά στη συζήτηση -σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΓΣΕΕ- δεν έδωσε καμιά συγκεκριμένη απάντηση στα αιτήματα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ενώ επιβεβαίωσε «ότι ισχύουν οι κυβερνητικές εξαγγελίες όπως έχουν εκφρασθεί στο παρελθόν, τις δε τελικές και συγκεκριμένες θέσεις της Κυβέρνησης θα τις προσδιορίσει ο κος Πρωθυπουργός, στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή».
Οσο για τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, για μια ακόμη φορά ξεκίνησε από τη θέση ότι «ο πυρήνας του ασφαλιστικού προβλήματος στην Ελλάδα επικεντρώνεται στο σκέλος των εισροών (έσοδα) και όχι στο σκέλος των εκροών (παροχές) του συστήματος», για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «η λύση του Ασφαλιστικού επικεντρώνεται στην αναζήτηση νέων πόρων για την ενίσχυση της χρηματοδότησης της κοινωνικής αποτελεσματικότητας». Τι σημαίνει αυτή η θέση; Κλείσιμο του ματιού στην κυβέρνηση, ώστε με κάποιες βελτιώσεις στον τομέα της χρηματοδότησης να μπορέσει να περάσει ένα ακόμη πακέτο αντιασφαλιστικών ρυθμίσεων. Εξυπηρετώντας την τακτική του ΠΑΣΟΚ, που δεν θέλει να δώσει «αέρα» στην κυβέρνηση, καθώς τα γκάλοπ καταγράφουν και δική του φθορά, ο Παναγόπουλος ανακοίνωσε ότι «τις επόμενες ημέρες θα συγκληθούν τα όργανα Διοίκησης της ΓΣΕΕ, στα οποία θα εισηγηθώ, εν όψει και της προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή, την κήρυξη απεργιακών κινητοποιήσεων». Αμέσως μετά ανακοίνωση καταγγελίας της κυβέρνησης εξέδωσαν και οι τομεάρχισσες του ΠΑΣΟΚ Χριστοφιλοπούλου και Ξενογιαννακοπούλου.
Η επίθεση, λοιπόν, ανεξάρτητα από το ακριβές περιεχόμενο του «πακέτου» είναι δεδομένη. Δεδομένη είναι και η τακτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Μια-δυο 24ωρες απεργίες ακόμα και τα κεφάλια μέσα μόλις ψηφιστεί ο νόμος. Αυτή η τακτική οδηγεί σε μια ακόμα ήττα, όπως έγινε και τις προηγούμενες φορές. Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να ενταθούν όλες οι κινήσεις οργάνωσης της ταξικής αντεπίθεσης. Να υπάρξει προετοιμασία όχι για ντουφεκιές στον αέρα, αλλά για σκληρό αγώνα, με στόχο να αποκρουστεί η επίθεση σε όλα τα μέτωπα του ασφαλιστικού. Να προωθηθεί ένα πρόγραμμα ταξικών ασφαλιστικών διεκδικήσεων, γιατί μόνο αυτό μπορεί να βγάλει την εργατική τάξη στο προσκήνιο. Να φύγει από το ρόλο του φτωχού συγγενή και να διεκδικήσει αυτά που της ανήκουν. Γιατί η Ασφάλιση είναι δικαίωμά της.