Οποιος οικοδόμος συμμετείχε στην τελευταία απεργιακή συγκέντρωση-πορεία που οργάνωσε η Ομοσπονδία Οικοδόμων στις 30 του Μάη, με κατεύθυνση τους κατασκευαστές, κι άκουσε τον πρόεδρό της στο τελείωμα της συγκέντρωσης να δηλώνει με «αποφασιστικότητα», ότι «οι οικοδόμοι δεν υποχωρούν και σε καμία περίπτωση δεν θα δεχτούμε σαν ποσοστό αύξησης μονοψήφιο αριθμό», ίσως ν’ αναθάρρηκε πιστεύοντας ότι έστω και μετά από πολλά χρόνια η Ομοσπονδία αποφάσισε ν’ ασχοληθεί στα σοβαρά με τα της κλαδικής σύμβασης! Ηταν βλέπετε και κάποιες άλλες πρωτοτυπίες που είχαμε φέτος, όπως π.χ. το γεγονός ότι κατάγγειλαν την προηγούμενη κλαδική σύμβαση σχετικά νωρίς ή το γεγονός ότι για πρώτη φορά στα 22 χρόνια δράσης του συνδικάτου απεργιακή συγκέντρωση κατευθύνθηκε στα γραφεία των κατασκευαστών, που άφησαν περιθώρια για ψεύτικες ελπίδες και άγουρα συναισθήματα.
Ομως, όπως λέει κι εκείνο το παλιό λαϊκό γνωμικό, «ο λύκος την τρίχα κι αν άλλαξε, τη γνώμη δεν αλλάζει». Πριν καλά-καλά προλάβει να σβήσει ο αντίλαλος των βαρύγδουπων δηλώσεων του προέδρου της Ομοσπονδίας, με μεγάλη μας έκπληξη μάθαμε (την προηγούμενη εβδομάδα), ότι η κλαδική σύμβαση υπογράφηκε με ποσοστό αύξησης 4% από 1-1-2006 και 3% από 1-9-2006, συν την κατοχύρωση άλλης μιας τριετίας (σύνολο 7 δηλαδή). Εχουμε, δηλαδή, μια μεσοσταθμική (σε ετήσια βάση) αύξηση 5,04%, που αφορά την πλατιά μάζα των οικοδόμων και κύρια των αμειβόμενων με τα χαμηλότερα μεροκάματα (μέσα σ’ αυτούς και η τεράστια μάζα των οικονομικών μεταναστών), γιατί η παραπάνω αύξηση που προκύπτει με την αναγνώριση της 7ης τριετίας (ένα 5% περίπου) αφορά αυτούς που έχουν συμπληρώσει 3.600 ένσημα στην οικοδομή.
Το ποσοστό αυτό ποσοτικοποιημένο αντιστοιχεί σε αύξηση 1,83 ευρώ στο βασικό μεροκάματο του ανειδίκευτου εργάτη, το οποίο διαμορφώνεται σε 34,57 ευρώ καθαρά, από 32,74 που ήταν με βάση την σύμβαση του 2005. Σημειωτέον, ότι η κλαδική σύμβαση των οικοδόμων υπολογίζει το μεροκάματο στη βάση του πενθήμερου και όχι του εξαήμερου που ισχύει για άλλες κλαδικές συμβάσεις και την ΕΓΣΣΕ!
Αν το παραβάλουμε με το μεροκάματο της ΕΓΣΣΕ, τότε θα δούμε ότι οι διαφορές είναι ελάχιστες, το σκάνδαλο όμως μεγάλο! Σκάνδαλο γιατί η διαφορά που τα παλιότερα χρόνια υπήρχε ανάμεσα στα μεροκάματα των οικοδόμων και σ’ αυτά της ΕΓΣΣΕ κάθε άλλο παρά προνομιακή μεταχείριση των οικοδόμων συνιστούσε, όπως επικαλούνται σήμερα οι πολιτικές που τείνουν να ισοπεδώσουν όλα τα εργατικά δικαιώματα προς την κατώτατη βαθμίδα. Ηταν διαφορές στην ίδια την αξία της εργατικής δύναμης. Φανταστείτε, λοιπόν, σε τι κατάντια έχει επέλθει το οικοδομικό μεροκάματο και μάλιστα σε μια περίοδο με αλματώδη αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας.
Κατά τα άλλα, το κεντρικό πανό της τελευταίας απεργιακής συγκέντρωσης έγραφε για 60 ευρώ κατώτερο μεροκάματο! Μάλιστα, σε μια κρίση θιγόμενου συνδικαλιστή και με περίσσειο θράσος, κάποιο στέλεχος του συνδικάτου ήρθε να ζητήσει το λόγο απ’ την «Πρωτοβουλία Οικοδόμων», γιατί ανέγραφε στο δικό της πανό, με το οποίο συμμετείχε στη συγκέντρωση, «αύξηση 10 ευρώ τώρα στα μεροκάματα»! Δεν είναι δυνατόν -έλεγε- το συνδικάτο να διεκδικεί 60 ευρώ κι εσείς να μιλάτε για 42 ευρώ! Απαίτησε μάλιστα να κατεβάσουμε το πανό, γιατί είμαστε πίσω από τους στόχους του συνδικάτου! Τι ήθελε να πει ο ποιητής άραγε; Μάλλον η διαφορετικότητα τον πείραξε.
Αν και δεν υπάρχει κανείς που να παίρνει στα σοβαρά τις κορόνες των εκπροσώπων του ΠΑΜΕ για 60 ευρώ κατώτερο μεροκάματο, όχι γιατί δεν είναι μια ρεαλιστική απάντηση στο εύρος της εκμετάλλευσης που ζουν σήμερα οι εργάτες, αλλά περισσότερο γιατί κάνει μπαμ από μακριά ότι είναι στόχος που ούτε οι ίδιοι τον πιστεύουν, πόσο μάλλον έχουν τη διάθεση να τον παλέψουν. Εμείς θα προσπαθήσουμε, παραθέτοντας κάποια στοιχεία, ν’ αποδείξουμε και μέσω αυτής της ανάλυσης, ότι οι λεονταρισμοί και οι «ταξικές κορόνες» μάλλον είναι το τυρί στη φάκα, για ν’ αποκτήσουν πόντους στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι έναντι της ΠΑΣΟΚικής πλειοψηφίας της ΓΣΣΕ.
Στη διάρκεια των 9 χρόνων 1994-2002, ο μέσος όρος αύξησης στο κατώτερο μεροκάματο της σύμβασης ήταν 1,85 ευρώ το χρόνο. Στην πενταετία 2002-2006 είναι 1,75 ευρώ το χρόνο. Μιλάμε δηλαδή για την πενταετία που οι κατασκευαστικές μηχανές δουλεύουν στο απόλυτο ζενίθ, λόγω μεγάλων έργων και Ολυμπιάδας. Τα τελευταία χρόνια το μεροκάματο της σύμβασης αντικατοπτρίζει και το μεροκάματο της αγοράς και σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα, ιδιαίτερα σε κάποιες τεχνικές εταιρίες, το δεύτερο υπολείπεται του πρώτου. Για να καταλάβει κανείς γιατί κάνουμε αυτό το διαχωρισμό, θα πρέπει να γυρίσει μερικά χρόνια πίσω, στην εποχή εκείνη που η σύμβαση ήταν στα αζήτητα, γιατί δεν είχε καμία σχέση με τα μεροκάματα της αγοράς: Για παράδειγμα, το 1990 το εργατικό μεροκάματο ήταν 5.000-6.000 δρχ (14,67-17,67 ευρώ) και το τεχνικό 10.000-11.000 δρχ (29,3-32,3 ευρώ). Αυτά ήταν τα μεροκάματα της αγοράς. Η σύμβαση προέβλεπε μεροκάματο τεχνικό (μικτό) 6.000 δρχ., δηλαδή σχεδόν το μισό της αγοράς!
Αν πάρουμε τη χειρότερη των περιπτώσεων, τα 14,67 ευρώ που ήταν το εργατικό το 1990, φτάνουμε το 2006 να είναι 34,57 ευρώ. Διαφορά δηλαδή 9,9 ευρώ στα 16 χρόνια, ή αλλιώς 1,25 ευρώ πραγματική αύξηση το χρόνο!
Ας δεχτούμε ότι τα 34,57 ευρώ είναι το μεροκάματο που σήμερα ισχύει, είναι το ανώτερο εργατικό που δίνουν οι εργολάβοι και οι εταιρίες. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως ήταν τέτοια η κατιούσα που πήραν τα μεροκάματα όλα τα προηγούμενα χρόνια, που φτάσαμε ακόμη να είναι και μικρότερα της σύμβασης! Μιας σύμβασης που μέχρι πρότινος κανείς δεν ήξερε πώς και πότε υπογραφόταν, ούτε καν τι προέβλεπε.
Δεν χρειάζεται πιστεύω παραπέρα ανάλυση για να κατανοήσει κανείς σε πόσο δεινή θέση έχουν έρθει τα οικοδομικά μεροκάματα έναντι των τεράστιων κερδών που αποκόμισαν και συνεχίζουν ν’ αποκομίζουν κατασκευαστικές εταιρίες και εργολάβοι. Ούτε για να συνειδητοποιήσει ότι ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτή την κατάντια χρεώνεται στην απαράδεκτη και συμβιβαστική γραμμή της κατά τα άλλα «ταξικής» ηγεσίας της Ομοσπονδίας Οικοδόμων. Που ακόμη και τώρα απέδειξε με τη στάση της ότι οι όποιες αλλαγές έκανε στην τακτική της (πρόωρη καταγγελία της προηγούμενης σύμβασης, απεργία για τη σύμβαση) ήταν προπέτασμα καπνού για να θολώσει το τοπίο και να λασκάρει από την πίεση που δέχεται, εξασφαλίζοντας άλλοθι αγωνιστικότητας. Η πίεση αυτή έρχεται από διάφορες κατευθύνσεις. Καταρχάς από την πλατιά ζύμωση και δράση που ανέπτυξε η «Πρωτοβουλία Οικοδόμων» με άξονα τα ζητήματα της σύμβασης, πίεση που εκφράστηκε και στις συνεδριάσεις της Κεντρικής Διοίκησης του Συνδικάτου Οικοδόμων, όπου η «Πρωτοβουλία» συμμετέχει με έναν εκπρόσωπο (σ’ αυτό το διάστημα, την εκπροσωπεί ο γράφων).
Βέβαια, το ποια θα ήταν η κατάληξη φαινόταν από την αρχή, όταν στις επίμονες ερωτήσεις μας για το ποιο ήταν το μίνιμουμ των απαιτήσεών μας έναντι των κατασκευαστών, απαντούσαν μ’ άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, όπως π.χ. «δεν έχουμε το χαρτί μαζί μας» ή ότι «δεν έχει και τόση σημασία αυτό, αφού έχουμε πλαίσιο» (εννοούν το πλαίσιο του ΠΑΜΕ, με τα 60 ευρώ κατώτερο μεροκάματο)!
Διαφορετικού χαρακτήρα πίεση ήταν κι αυτή που δέχτηκαν από το φάσμα των γραφειοκρατών της ΓΣΣΕ, όταν ανταπαντώντας στις κατηγορίες που δέχονταν για το ξεβράκωμά τους από τον ΣΕΒ, τους είπαν ότι κι εσείς δεν κάνετε τίποτα καλύτερο, αφού τα ίδια υπογράφατε μέχρι τώρα στους οικοδόμους! Το σίγουρο είναι, ότι μετά και την υπογραφή της καινούριας σύμβασης οι κοκορομαχίες θα ενταθούν, με πλειοδοσίες ποσοστών ένθεν κακείθεν, μιας και πλησιάζουν και δημοτικές εκλογές και η ψήφος ως γνωστόν είναι πολύτιμη!
Θα ήταν παγίδα, κατά συνέπεια, μια ταξική κριτική να σταθεί μόνο στο πεδίο των ποσοστών που υπογράφηκαν και ν’ αφήσει έξω βασικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με το πώς η συνδικαλιστική ηγεσία μεθόδευσε την τακτική της, για να πετύχει το όποιο αποτέλεσμα. Το ότι έκανε δύο 24ωρες απεργίες παραπάνω από τη ΓΣΕΕ δε σημαίνει αυτόματα ότι κινήθηκε στον αντίποδα της ξεπουληματικής γραμμής των γραφειοκρατών της ΓΣΕΕ! Εξάλλου, η φτώχεια των ίδιων των απεργιακών συγκεντρώσεων (η τελευταία απεργία είχε ανησυχητικά πολύ μικρό αριθμό συγκεντρωμένων) κάθε άλλο παρά έδειξε ότι ο κλάδος βρίσκεται σε φάση ταξικής σύγκρουσης με την εργοδοσία, για να πετύχει τους στόχους του. Αμφιβάλλω αν υπήρξε και ένα εργοτάξιο στην Αθήνα που να έκανε έστω και μια ώρα στάση εργασίας με αίτημα ν’ αυξηθεί το μεροκάματο. Ούτε και υπήρξαν τέτοιες μαζικές διαδικασίες που να έδειξαν ότι οι εργάτες πήραν την υπόθεση της σύμβασης στα χέρια τους. Καθ’ όλη τη διάρκεια, από την καταγγελία μέχρι και την υπογραφή της νέας σύμβασης, παρ’ όλες τις πιέσεις που ασκήσαμε σαν «Πρωτοβουλία», αρνήθηκαν επίμονα να οργανώσουν Γενική Συνέλευση του κλάδου.
Είναι κι αυτό ένα δείγμα της πλήρους γραφειοκρατικοποίησης των διαδικασιών του κινήματος.
Είναι κι αυτό ένα δείγμα της πλήρους γραφειοκρατικοποίησης των διαδικασιών του κινήματος.
Πώς αλήθεια θα περίμενε κανείς διαφορετική τακτική από μια συνδικαλιστική οργάνωση όπου κυριαρχούν τα μικροαστικά στοιχεία στην κορυφή της; Οι πάντες γνωρίζουν πλέον, ότι πολλές διοικήσεις παραρτημάτων απαρτίζονται από τέτοια στοιχεία, ενώ στην επαρχία κυριαρχούν στα περισσότερα σωματεία, πράγμα που ανάγκασε την ίδια την Ομοσπονδία να το παραδεχθεί για να καταδείξει ότι με δυσκολία αναπτύσσεται ο αγώνας για τη σύμβαση!
Ολα αυτά είναι ανάγκη να γίνουν γνώση και συνείδηση στον κάθε οικοδόμο, όχι απλά για να ρίξει ένα ακόμα σιχτίρισμα και μετά να σκύψει το κεφάλι γυρνώντας την πλάτη σε όλα! Δεν αγανακτήσαμε πλέον από τις χρόνιες αναθέσεις; Ή έχουμε την αυταπάτη, ότι χωρίς συλλογικότητα, δράση και οργάνωση μπορεί ν’ αλλάξει κάτι στη ζωή μας; Εχουμε εμπειρία και κανείς δε μπορεί να τη διαγράψει, φτάνει μόνο να την αξιοποιήσουμε στο σήμερα. Προτάσσοντας τις δικές μας ανάγκες σαν δίκιο και οργανώνοντας την πάλη μας ενάντια στο κατασκευαστικό κεφάλαιο, τους εργολάβους και τις κυβερνήσεις που τους υπηρετούν.
Εναν τέτοιον αγώνα η συνδικαλιστική γραφειοκρατία ούτε τον θέλει, ούτε και μπορεί να τον εμπνεύσει. Είναι διακριτός ο ρόλος της στο πεδίο της ταξικής πάλης και δεν γίνεται ν’ αλλάξει όσα προσωπεία κι αν φορέσει. Γι’ αυτό ακριβώς και δεν μας αρκεί ο ρόλος της αριστερής αντιπολίτευσης στα δεξιά ολισθήματά της. Χρειάζεται να την ξεπεράσουμε, βάζοντας πλέον στους ίδιους τους εαυτούς μας τον πήχη ψηλά, παίρνοντας πρωτοβουλίες μέσα στα γιαπιά και τα εργοτάξια, που να δυναμώνουν την ταξική αντιπαράθεση και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη μας στη δύναμη της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης.
Σαν επίλογο σ’ αυτό το άρθρο, θέλω να παραθέσω ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Μη γράφεις τη ζωή με ήττα» του Β. Γούλα, γιατί πιστεύω ότι είναι καθαρά συμβολικό: «Μονάχα η σιγουριά μπορεί να νιώθει ανασφάλεια. Φοβάται μη χάσει το βάθρο της. Η αμφιβολία, τι έχει να φοβηθεί; Η κάμπια ή θα γίνει πεταλούδα ή θα σέρνεται! Ετσι και ο άνθρωπος. Ολα τ’ άλλα είναι της κάμπιας αλλαξοφορεσιές, που όμως δεν την κάνουν πεταλούδα. Οι κάμπιες δεν πετάνε!
… Αν ορίσεις σαν λογική της χελώνας το περπάτημα, τότε ακόμα και του σπουργιτιού το πέταγμα μοιάζει παραλογισμός. Πόσο μάλλον του αετού».
Αντώνης Καραμποΐκης








