Το κουλούρι (το απλό, με σκέτο σουσάμι) έχει μισό ευρώ. Για να πάρεις ένα κουλούρι την ημέρα θέλεις 15 ευρώ το μήνα, ποσό μεγαλύτερο από τα 13 ευρώ της αύξησης του κατώτατου μισθού, την οποία αποφάσισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μάλιστα, η αύξηση-κοροϊδία δε θα ισχύσει για το 2021, αλλά από 1.1.2022!
Αυτό είναι το βασικό που πρέπει να κρατήσουμε. Τα υπόλοιπα, με τα οποία επενδύθηκε η απόφαση, είναι τα συνήθη επιχειρήματα των καπιταλιστών, με μια εσάνς νεοφιλελευθερισμού, λόγω της κυβέρνησης που διαχειρίζεται τον ελληνικό καπιταλισμό αυτή την περίοδο.
Είναι μια «συνετή αύξηση η οποία στηρίζει όσο γίνεται την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας», δήλωσε ο Χατζηδάκης. Η γνωστή παπαρολογία που ακούγεται εδώ και δεκαετίες από όλες τις κυβερνήσεις-οργανέτα των καπιταλιστών. Μισθοί και κέρδη είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Ο,τι προστίθεται στους μισθούς αφαιρείται από τα κέρδη και αντίστροφα. Αυτή είναι η μία και μοναδική αλήθεια. Επομένως, μια αύξηση των μισθών που θα τους πλησίαζε στην αξία της εργατικής δύναμης (είναι σταθερά κάτω απ’ αυτή), δε θα οδηγούσε τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις σε κλείσιμο, αλλά απλά θα μείωνε τα κέρδη των καπιταλιστών.
Η κυβέρνηση επικαλείται τις προβλέψεις διεθνών οργανισμών για την ανάπτυξη, που κυμαίνονται για το 2021 μεταξύ 3,3% και 4,3% και για το 2022 μεταξύ 5,3% και 6%, για να δώσει αύξηση στον κατώτατο μισθό 0% το 2021 και 2% (κάτι λιγότερο από ένα κουλούρι την ημέρα το 2022). Ανεξάρτητα από την ορθότητα ή μη αυτών των προβλέψεων (συνήθως πέφτουν έξω, είναι υπεραισιόδοξες για λόγους προπαγάνδας) και ανεξάρτητα από το ότι η τιμή της εργατικής δύναμης (ο μισθός) δεν πρέπει να συνδέεται με τα σκαμπανεβάσματα της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά με την αξία της εργατικής δύναμης (με τα έξοδα συντήρησης της εργατικής οικογένειας), η κυβέρνηση Μητσοτάκη λέει «μέσα στα μούτρα» των εργατών, ότι από μια αύξηση του ΑΕΠ περίπου μεταξύ 9% και 11% σωρευτικά τη διετία, οι εργάτες θα πάρουν μόνο 1% (τόσο κάνει το 2% σε επίπεδο διετίας). Το υπόλοιπο θα πάει στους καπιταλιστές!
Φυσικά, τα συνδικάτα των καπιταλιστών, μικρών και μεγάλων, από τη ΓΣΕΒΕ μέχρι τον ΣΕΒ, το ΙΟΒΕ (ινστιτούτο του ΣΕΒ, που παριστάνει τον επιστημονικό φορέα) και η ΤτΕ πρότειναν μηδενική αύξηση, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη φέρθηκε… γενναιόδωρα και έδωσε το μισό κουλούρι από του χρόνου.
Νομίζοντας, δε, ότι απευθύνεται σε ηλίθιους, έβαλε την προπαγάνδα να διαδίδει ότι οι πραγματικές αυξήσεις είναι μεγαλύτερες, διότι έχουμε αρνητικό πληθωρισμό -1,3% και μείωση ασφαλιστικών εισφορών κατά 1,63% (το ότι οι λεγόμενες εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές μειώθηκαν σε διπλάσιο ποσοστό και ότι αυτές οι μειώσεις θα οδηγήσουν σε μείωση της περιβόητης ανταποδοτικής σύνταξης που θα πάρει κάποτε ο εργαζόμενος, «ξέχασαν» να το αναφέρουν).
Για να μην ξεχνιόμαστε, θυμίζουμε ότι ο κατώτατος μισθός ήταν το 2009 (βάσει Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας) 751 ευρώ. Τον τσάκισαν με τους μνημονιακούς νόμους, ρίχνοντάς τον στα 586 ευρώ (για κάποια χρόνια ίσχυε και το αίσχος του υποκατώτατου μισθού των 511 ευρώ, για τους νέους κάτω των 25 ετών) και μετά τον ανέβασαν βαθμιαία στα 650 ευρώ. Ταυτόχρονα, έδωσαν στους καπιταλιστές το δικαίωμα να ρίχνουν και τους ειδικευμένους εργαζόμενους στο επίπεδο του κατώτατου μισθού. Ετσι, είχαμε το παράδοξο, ειδικευμένοι εργάτες και εργαζόμενοι να εισπράττουν τον κατώτατο μισθό και ταυτόχρονα να ασφαλίζονται με βάση τον υψηλότερο μισθό ή ημερομίσθιο που προβλέπει η Κλαδική Συλλογική Σύμβαση της ειδικότητάς τους (διότι το ΙΚΑ εξακολούθησε να ασφαλίζει βάσει ειδικότητας).
Παράλληλα, αφαίρεσαν τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από το πεδίο των συλλογικών διαπραγματεύσεων (τις οποίες διεξήγαγε η ΓΣΕΕ με τις εργοδοτικές-καπιταλιστικές οργανώσεις) και τον αναγόρευσαν σε αρμοδιότητα της κυβέρνησης. Αποφασίζει το υπουργικό συμβούλιο, μετά από εισήγηση του υπουργού Εργασίας, αφού έχει προηγηθεί μια διαβούλευση-φάρσα, το αποτέλεσμα της οποίας είναι πάντοτε προκαθορισμένο, καθώς σε όλα τα επίπεδα πλειοψηφούν οι εκπρόσωποι των καπιταλιστών και της κυβέρνησης.
Αυτό θεσμοθετήθηκε πρώτα από τον Βρούτση, επί Σαμαροβενιζέλων, και επικυρώθηκε από την Αχτσιόγλου, επί Τσιπροκαμμένων. Γι’ αυτό καλά θα κάνουν οι συριζαίοι να το βουλώσουν, γιατί είναι συνένοχοι στο έγκλημα.
Η πουλημένη ΓΣΕΕ των αστογραφειοκρατών εργατοπατέρων ούτε μια ανακοίνωση με κάπως υψηλούς τόνους δεν είναι σε θέση να βγάλει. Χαρακτήρισε την «αύξηση» του 2% «κατώτερη των προσδοκιών και των αναγκών των εργαζομένων»! Μιλάμε, τους έκανε τα μούτρα κρέας… Στη διαβούλευση-φάρσα, που πήρε κανονικότατα μέρος, είχε προτείνει «άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και στη συνέχεια την προσαρμογή του στο 60% του διαμέσου ακαθάριστου μισθού πλήρους απασχόλησης, δηλαδή στα 809 ευρώ». Γιατί να μην το κάνει, δεν κοστίζει τίποτα, αφού το βέβαιο ήταν πως η πλειοψηφία θα το απέρριπτε μετά πολλών επαίνων.
Η κοροϊδία με το μισό κουλούρι (από του χρόνου) στον κατώτατο μισθό είναι ενδεικτική της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η εργατική τάξη, μετά τη θύελλα των μνημονιακών χρόνων, την οποία δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει. Τα Μνημόνια ήταν η βίαιη επιβολή της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού, με πρόσχημα την κατάσταση χρεοκοπίας που βρέθηκε το ελληνικό αστικό κράτος.
Ιδιαίτερα το εργασιακό καθεστώς που διαμορφώθηκε με τους μνημονιακούς νόμους (μισθοί, εργασιακές σχέσεις, κοινωνική ασφάλιση), που δεν είχε καμιά σχέση με τη δημοσιονομική κατάσταση του αστικού κράτους, επιβλήθηκε δήθεν ως έκτακτο καθεστώς με στόχο τη μονιμοποίησή του. Αυτή είναι η βάση. Τα υπόλοιπα, όπως η τωρινή κοροϊδία με τον κατώτατο μισθό, είναι το αποτέλεσμα.
Αυτό δεν μπορεί ν’ αλλάξει παρά μόνο με σκληρό ταξικό αγώνα. Οχι με εναπόθεση των ελπίδων σε μια άλλη αστική κυβέρνηση, η οποία θα φανεί πιο… «λαρτζ». Ο ταξικός αγώνας, όμως, δε γίνεται με ηρωικά λόγια και με «φούσκωμα» ασήμαντων από ταξική άποψη κινητοποιήσεων. Απαιτεί μια πορεία ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος, η οποία με τη σειρά της απαιτεί τη «δουλειά του μυρμηγκιού» από τους πρωτοπόρους εργάτες.