Είπε ο Αλογοσκούφης μιλώντας στη Βουλή για το Ασφαλιστικό: «Οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι οι δαπάνες για συντάξεις, που σήμερα ανέρχονται περίπου στο 13% του ΑΕΠ, τα επόμενα χρόνια θα σημειώσουν αλματώδη άνοδο για να φθάσουν το 2050 στο 25% του ΑΕΠ. Συγκλίνουν, επίσης, ότι η συνεισφορά του κρατικού προϋπολογισμού για την κάλυψη των δαπανών αυτών θα αυξηθεί από το 5,9% του ΑΕΠ, που ήταν το 2007, στο 15% του ΑΕΠ το 2050. Είναι φανερό ότι ο κρατικός προϋπολογισμός δεν μπορεί να αναλάβει ένα τέτοιο βάρος. Διότι, αν επρόκειτο ο προϋπολογισμός να δαπανά το 15% του ΑΕΠ για τις συντάξεις, είναι προφανές ότι δεν θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει επαρκώς άλλες δαπάνες, όπως εκείνες που αφορούν την υγεία, την παιδεία, την άμυνα, την ασφάλεια, την γενικότερη κοινωνική πολιτική και την ανάπτυξη της χώρας».
Ας τα πάρουμε με τη σειρά, χωρίς να αμφισβητήσουμε τις «εκτιμήσεις» που επικαλείται ο Αλογοσκούφης, οι οποίες είναι «τσιμπημένες», για ευνόητους λόγους. Αν το 2050 οι δαπάνες για συντάξεις ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι περίπου διπλάσιες από τις σημερινές, αυτό θα σημάνει «χαράς ευαγγέλια» για τους εργαζόμενους. Διότι θα πάρουν ένα μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ απ’ αυτό που παίρνουν σήμερα, γεγονός που είναι στην κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Διότι, το ποσοστό του ΑΕΠ που θα πάει στις συντάξεις θα αφαιρεθεί από τα καπιταλιστικά κέρδη.
Αμέσως μετά, όμως, αρχίζει το μπαλαμούτι, κοινώς η απατεωνιά. Τι σημαίνει «συνεισφορά του κρατικού προϋπολογισμού για την κάλυψη των δαπανών αυτών». Το διαβάζει κάποιος και θεωρεί ότι το κράτος επιχορηγεί την κοινωνική ασφάλιση με το 5,9% του ΑΕΠ. Ομως, μέσα σ’ αυτό το ποσοστό περιλαμβάνεται το ποσό που πληρώνει το κράτος ως ασφαλιστικός οργανισμός. Διότι, όπως είναι γνωστό, το κράτος εισπράττει τις εισφορές των δημόσιων υπαλλήλων και πληρώνει τις συντάξεις τους. Παίρνει, λοιπόν, ο Αλογοσκούφης τα λεφτά που πληρώνει το κράτος για συντάξεις (για τις οποίες έχει εισπράξει εισφορές), προσθέτει και τις λιγοστές επιχορηγήσεις που δίνει σε ορισμένα ασφαλιστικά ταμεία, και φτιάχνει ένα νούμερο με το οποίο μπορεί να κινδυνολογήσει και να ασκήσει οικονομική τρομοκρατία. Αυτό θυμίζει τη γνωστή παροιμία «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο».