Την επίσημη εκδοχή του Λευκού Οίκου ότι η σφαγή των 16 Αφγανών, μεταξύ των οποίων 9 παιδιών και 3 γυναικών, τα ξημερώματα της 11ης Μαρτίου, ήταν ένα «μεμονωμένο» περιστατικό με μοναδικό δράστη τον αμερικάνο λοχία Ρόμπερτ Μπέιλς, άτομο «μεθυσμένο» ή «ψυχικά διαταραγμένο», αντικρούει το αποτέλεσμα της έρευνας μιας ομάδας αφγανών βουλευτών στον τόπο του μακελειού.
Η ομάδα, που αποτελούνταν από πέντε βουλευτές από την επαρχία Κανταχάρ και τέσσερις από άλλες επαρχίες, παρέμεινε δύο μέρες στην περιοχή Panjwai της επαρχίας Κανταχάρ συγκεντρώνοντας αποδεικτικά στοιχεία από τον τόπο της σφαγής και παίρνοντας συνεντεύξεις από συγγενείς των θυμάτων, τραυματίες και φύλαρχους, με βάση τα οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δολοφόνοι δεν ήταν ένας αλλά 15 – 20 αμερικάνοι στρατιώτες.
Eνα από τα μέλη της ομάδας, ο βουλευτής Hamizai Lali, δήλωσε στο «Pajhwok Afghan News» (15/3/12): «Εμείς εξετάσαμε προσεκτικά τον τόπο του περιστατικού, μιλήσαμε με τις οικογένειες που έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα, με τραυματίες και φύλαρχους. Τα χωριά είναι ενάμιση χιλιόμετρο από την αμερικάνικη στρατιωτική βάση. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ένας στρατιώτης δεν μπορεί να δολοφονήσει τόσους πολλούς ανθρώπους σε δύο χωριά μέσα σε μια ώρα παράλληλα και ότι οι 16 άμαχοι, οι περισσότεροι από τους οποίους γυναίκες και παιδιά, δολοφονήθηκαν από δύο ομάδες».
Ενα άλλο μέλος της ομάδας, ο βουλευτής Naheem Lalai Hameedzai, δήλωσε στο Γερμανικό πρακτορείο: «Μετά από τις έρευνές μας καταλήξαμε ότι οι δολοφονίες δεν διαπράχτηκαν από ένα και μόνο στρατιώτη. Περισσότεροι από δέκα στρατιώτες βγήκαν από τη βάση, δολοφόνησαν τους χωρικούς και έπειτα έκαψαν τα σώματά τους. Ολοι οι χωρικοί με τους οποίους μιλήσαμε μας είπαν ότι ήταν 15 με 20 οι άντρες που έκαναν τη νυχτερινή επιδρομή. Το ένα σπίτι όπου συνέβηκε το περιστατικό βρίσκεται σε ένα χωριό βόρεια της βάσης. Τα άλλα δύο σπίτια βρίσκονται σε ένα άλλο χωριό νότια της βάσης. Υπάρχει μια απόσταση τουλάχιστον τεσσάρων χιλιομέτρων ανάμεσα στη βάση και στα σπίτια».
Κάτω από την πίεση της λαϊκής οργής, ακόμη και ο αφγανός πρόεδρος, ύστερα από τη συνάντησή του με συγγενείς των θυμάτων, αναγκάστηκε να δηλώσει: «Σε τέσσερα δωμάτια δολοφονήθηκαν άνθρωποι, παιδιά και γυναίκες δολοφονήθηκαν, και έπειτα μεταφέρθηκαν όλοι μαζί και τους έβαλαν φωτιά. Αυτά δεν μπορεί να τα κάνει ένας μόνο άνθρωπος». Και παράλληλα κατηγόρησε την αμερικάνικη στρατιωτική διοίκηση ότι δεν συνεργάζεται στην έρευνα του περιστατικού. Την εκτίμηση αυτή συμμερίζεται και ο αρχηγός του αφγανικού στρατού, ο στρατηγός Μοχάμαντ Καρίμι, ο οποίος επισκέφτηκε τον τόπο του φρικτού εγκλήματος και το χαρακτήρισε «προμελετημένο μακελειό που διαπράχτηκε από έναν αριθμό αμερικάνων στρατιωτών».
Οι εκτιμήσεις αυτές ενισχύονται από νέες μαρτυρίες κατοίκων του χωριού Mokhoyan, το ένα από τα δύο χωριά που έγινε στόχος των δολοφόνων, οι οποίοι αποκάλυψαν ότι είχαν απειληθεί από αμερικάνους στρατιώτες λίγες μέρες πριν από τη σφαγή. Συγκεκριμένα, ύστερα από την έκρηξη μιας βόμβας τοποθετημένης σε δρόμο, οι αμερικάνοι στρατιώτες συγκέντρωσαν όλους τους άντρες από τα χωριά, τους έβαλαν σε σειρά μπροστά σε ένα τοίχο και τους είπαν ότι θα πληρώσουν για την επίθεση.
Παρολαυτά, ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο αγνοούν προκλητικά τα συμπεράσματα της έρευνας από την ομάδα των αφγανών βουλευτών και συνεχίζουν να επιμένουν στην εκδοχή του ενός δράστη, του λοχία Ρόμπερτ Μπέιλς, ο οποίος μεταφέρθηκε εσπευσμένα στις ΗΠΑ και κρατείται σε απομόνωση. Είναι φανερό ότι γίνεται από την πλευρά των Αμερικάνων, με τη βοήθεια των αμερικάνικων και άλλων μεγάλων δυτικών μίντια (απειροελάχιστες αναφορές των προαναφερόμενων έγιναν σε κάποια) μια προσπάθεια συγκάλυψης ενός φρικτού εγκλήματος απ’ αυτά που διαπράττονται από αποκτηνωμένα ανθρωποειδή, γαλουχημένα με την κουλτούρα της ρατσιστικής και πολιτιστικής υπεροχής, που στέλνονται σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους για να υποτάξουν λαούς που δεν καταλαβαίνουν και τους εκδικούνται για την αντίσταση που προβάλλουν με την τρομοκρατία και τη βαρβαρότητα.