Βουλευτικές εκλογές την επόμενη Κυριακή στη Γαλλία με τρία στρατόπεδα να διεκδικούν την ψήφο των Γάλλων: την ακροδεξιά «Εθνική Συσπείρωση» της Μαρίν Λεπέν, με γενναίες δόσεις από το άλλο ακροδεξιό σχήμα, αλλά και από την επίσημη Δεξιά, τους «Ρεπουμπλικανούς», το κόμμα του Μακρόν και το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» που συνέπηξαν όσοι βρίσκονται αριστερά των μακρονιστών (με όλη τη σχετικότητα που έχει ο όρος «αριστερά»).
Η «Εθνική Συσπείρωση» της Λεπέν αναδείχτηκε πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές και ο Μακρόν προκήρυξε αμέσως βουλευτικές εκλογές, κίνηση που την είχε προσχεδιάσει, όπως αποδείχτηκε (δε θα μας απασχολήσουν εδώ οι πολιτικάντικοι υπολογισμοί του Λουδοβίκου των Ηλυσίων, το πολιτικό μόρφωμα του οποίου βρίσκεται σε πτώση). Αμέσως έσπευσε να τη στηρίξει ο επικεφαλής των «Ρεπουμπλικανών» Ερίκ Σιοτί, τον οποίο στη συνέχεια διέγραψε το Πολιτικό Γραφείο του Κόμματός του, αυτός κλειδαμπαρώθηκε στα γραφεία του κόμματος και μετά κατέφυγαν στα δικαστήρια για να τους πουν ποιος είναι νόμιμος ιδιοκτήτης του ονόματος και της σφραγίδας! Οπως και να έχει, ο Σιοτί και μερικοί ακόμα βουλευτές και στελέχη του κόμματος υποστηρίζουν τη Λεπέν.
Στο χώρο της… άκρας Ακροδεξιάς, η ανιψιά έτρεξε να βοηθήσει τη θεία. Η Μαριόν Μαρεσάλ, αντιπρόεδρος του κόμματος Reconquete (Επανάκτηση), μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό, κάλεσε τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν τους υποψηφίους που υποστηρίζει η «Εθνική Συσπείρωση» της θείας της. Ο αρχηγός του κόμματος Ερίκ Ζεμούρ έσπευσε να διαγράψει την Μαρεσάλ, μιλώντας για «παγκόσμιο ρεκόρ προδοσίας». Η Μαρεσάλ ξεκαθάρισε πως δεν πρόκειται να παραδώσει την έδρα της στην Ευρωβουλή (ήταν επικεφαλής της λίστας του Reconquete), μίλησε για «τριπλό λάθος» του Ζεμούρ και ισχυρίστηκε πως δεν βρίσκεται σε πορεία επιστροφής στο κόμμα της θείας της (η Λεπέν την είχε διαγράψει παλαιότερα) αλλά πως θέλει «να ζωντανέψει την αναγκαία ένωση της Δεξιάς για να νικήσουμε τον Εμανουέλ Μακρόν και να σώσουμε τη χώρα μας».
Ο Μακρόν κατεβαίνει μόνος του. Το κόμμα του («Αναγέννηση») βρίσκεται σε τροχιά πτώσης (οι δημοσκοπήσεις το δίνουν τρίτο, πολύ κάτω από το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο»). Ο ίδιος δεν έχει δικαίωμα να διεκδικήσει τρίτη προεδρική θητεία το 2027 και αντικαταστάτης δεν έχει βρεθεί ακόμα. Είναι λογικό το «ανεμομαζώματα» να γίνουν «διαβολοσκορπίσματα».
«Βρίσκονται στη δίνη της διάλυσης, καθώς ετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν δύο συμμαχίες: την Εθνική Συσπείρωση (RN), όπου έχουν προσχωρήσει ο Ερίκ Σιοτί, πρόεδρος των Ρεπουμπλικανών, καθώς και κάποιοι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι της Δεξιάς, και το Νέο Λαϊκό Μέτωπο της Αριστεράς», έγραψε η Μοnde. «Το ζήτημα είναι εμείς ή τα άκρα, εμείς ή το χάος στη Γαλλία», απάντησε η αντιπρόεδρος του κόμματος και βουλευτίνα Ναντιά Αΐ. Πιο ρεαλιστής ο βουλευτής Πατρίκ Βινιάλ, είπε: «Είμαστε στριμωγμένοι σ’ αυτή τη μάχη, με λίγες δυνάμεις για να ανακάμψουμε. Αλλά, αν δεν κερδίσουμε, θα πάψουμε να υπάρχουμε»! Να κερδίσουν αποκλείεται, οπότε το ερώτημα είναι πότε θα πάψουν να υπάρχουν.
Το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» σχηματίστηκε εν ριπή οφθαλμού από την «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό (λέμε τώρα) Κόμμα και τους Οικολόγους. Τη στήριξή τους έσπευσαν να προσφέρουν μια σειρά μικρότερα σχήματα του ευρύτερου χώρου. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτός ο χώρος είχε συνασπιστεί και στις εκλογές του 2022, όμως σύντομα κάθε κόμμα τράβηξε το δρόμο του. Είχαν συμφωνήσει, άλλωστε, ότι θα συγκροτήσουν χωριστές κοινοβουλευτικές ομάδες.
Στις μικροπολιτικές διαμάχες προστέθηκε μετά τις 7 Οκτώβρη του 2023 και η διαμάχη για τη φύση του πολέμου στη Γάζα. Και η συμμαχία κατέρρευσε. Τα κόμματα τώρα κατάφεραν να συμφωνήσουν σε κοινές θέσεις για τον πόλεμο στη Γάζα, δήλωσε ο βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας Ιάν Μπροσά. Ποια είναι η κοινή πλατφόρμα; Χαρακτηρίζουν τη Χαμάς «τρομοκρατική οργάνωση» και ζητούν την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους! Τα ίδια δεν λέει και ο Μητσοτάκης; Μόνο ο Μητσοτάκης; Και ο Μπάιντεν και ο Μακρόν και ο Σολτς, όλοι πλην σιωνιστικής οντότητας (που διαφωνεί στην ίδρυση παλαιστινιακού κράτους, όχι στο χαρακτηρισμό της Χαμάς, που είναι άλλωστε δικής της έμπνευσης).
Το αίτημα για αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, όταν προβάλλεται με την προϋπόθεση της συντριβής και απώθησης των αντιστασιακών δυνάμεων του παλαιστινιακού λαού. Ο χαρακτηρισμός της Χαμάς (προφανώς και των υπόλοιπων αντιστασιακών δυνάμεων, τις οποίες οι ιμπεριαλιστές τσουβαλιάζουν μονίμως υπό το όνομα «Χαμάς») ως «τρομοκρατικής οργάνωσης» είναι ένα πισώπλατο πλήγμα στον απελευθερωτικό αγώνα του παλαιστινιακού λαού. Οταν οι λεγόμενοι αριστεροί συνυπογράφουν με τόση ευκολία αυτή τη βρομιά, σημαίνει πως δηλώνουν απολύτως έτοιμοι να αναλάβουν τη διαχείριση του γαλλικού ιμπεριαλιστικού κράτους.
Ο Μελανσόν κρατούσε μέχρι τώρα κάποια προσχήματα, αρνούμενος να προσχωρήσει σε αυτή τη θέση. Τώρα προσχώρησε, δίνοντάς μας μια ακόμα επιβεβαίωση του άκρατου οπορτουνισμού και της αχαλίνωτης εξουσιομανίας του κόμματός του. Αλλωστε, και το 2022 που συνεργάστηκαν οι ίδιες δυνάμεις, το έκαναν όχι επειδή είχαν κάποιο κοινό πρόγραμμα, αλλά για να αλληλοϋποστηριχτούν στο δεύτερο γύρο των εκλογών. Είναι το γαλλικό εκλογικό σύστημα που σπρώχνει στη δημιουργία «μετώπων» και όχι κάποιο κοινό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα. Τι αντικαπιταλισμό, άλλωστε, μπορεί να πρεσβεύει το Σοσιαλιστικό Κόμμα που κυβέρνησε για πολλά χρόνια τη Γαλλία, που έβγαλε τον τελευταίο πριν από τον Μακρόν πρόεδρο (Ολάντ), ο οποίος πήρε τον άσημο τραπεζικό μεγαλοϋπάλληλο Μακρόν, τον έκανε σύμβουλό του και μετά υπουργό Οικονομικών, ανοίγοντάς του το δρόμο για την προεδρία;
Το εκλογικό σύστημα με το οποίο εκλέγονται τα 577 μέλη της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης είναι σκληρά πλειοψηφικό σε δύο γύρους σε μονοεδρικές περιφέρειες. Ο υποψήφιος που παίρνει 50% στον πρώτο γύρο εκλέγεται. Αν κανένας δεν πάρει 50% στον πρώτο γύρο, προκρίνονται στο δεύτερο γύρο οι δύο πρώτοι (υπό προϋποθέσεις και όσοι πιάσουν πάνω από ένα ποσοστό). Επομένως, το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» συγκροτήθηκε για να υπάρξει η αλληλοϋποστήριξη που απαιτεί το πλειοψηφικό, ώστε να βγάλουν όσο γίνεται περισσότερους βουλευτές. Μετά θ’ αρχίσουν τα παζάρια για το σχηματισμό κυβέρνησης με τους μακρονιστές.
Α, ναι, έφτιαξαν στο τσάκα-τσάκα και ένα πρόγραμμα, κεντρική θέση στο οποίο κατέχει η δέσμευση για επαναφορά των ορίων συνταξιοδότησης, που τα αύξησε ο Μακρόν, παρά τον αγώνα που έδωσε η γαλλική εργατική τάξη. Είναι απ’ αυτά που λέγονται και δεν γίνονται. Σαν τα Μνημόνια που θα καταργούσαν ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η Λεπέν έχει κάνει ήδη τις δικές της προσαρμογές, αποσύροντας θέσεις που μέχρι τώρα τροφοδοτούσαν τη λαϊκίστικη ρητορική της. Θέσεις όπως η αποχώρηση της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ, η εμβάθυνση των διπλωματικών σχέσεων με τη Ρωσία, ο τερματισμός του σχεδιασμού και της παραγωγής εξοπλισμών από κοινού με τη Γερμανία. Ολόκληρη η ενότητα για την Αμυνα, που αποτελούσε τμήμα της εκλογικής διακήρυξης της Λεπέν στις προεδρικές εκλογές του 2022, αφαιρέθηκε από την ιστοσελίδα του κόμματος αμέσως μόλις ο Μακρόν προκήρυξε βουλευτικές εκλογές.
«Εχω μια κόκκινη γραμμή. Δεν σχεδιάζω να αμφισβητήσω τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Γαλλία σε διεθνές επίπεδο, διότι υπάρχει ζήτημα αξιοπιστίας προς τους ευρωπαίους εταίρους μας και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ», δήλωσε ο Ζορντάν Μπαρντελά, το νέο πουλέν της Λεπέν, επικεφαλής της λίστας στις ευρωεκλογές και προαλειφόμενος για πρωθυπουργός, αν η «Εθνική Συσπείρωση» καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση (μόνη της δύσκολο, με «ενέσεις» από Ρεπουμπλικανούς και μακρονιστές ίσως).
Εχοντας κερδίσει ευρεία λαϊκή υποστήριξη (κατόρθωμα των προηγούμενων κυβερνήσεων, συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατικών και περισσότερο του «ούτε αριστερά ούτε δεξιά» Μακρόν), η γαλλική Ακροδεξιά ρίχνει όλο το βάρος στο να κερδίσει την αποδοχή της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης. Και το καταφέρνει, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ιταλίας. Η ρητορική των «Αδελφών της Ιταλίας» της θαυμάστριας του Μουσολίνι, Τζόρτζια Μελόνι, ήταν πιο ακραία εθνικοφασιστική απ’ αυτήν της Μαρίν Λεπέν, που χρόνια τώρα προσπαθεί να πείσει ότι το μόρφωμά της δεν έχει σχέση με τον παραδοσιακό λεπενισμό. Διέγραψε τον πατέρα της, διέγραψε την ανιψιά της (αυτήν που τώρα ετοιμάζεται να επανέλθει), έβγαλε μουσουλμάνες με χετζάμπ δίπλα της στο προεκλογικό βήμα κτλ. Τώρα, κάνει και τις τελευταίες προσαρμογές φωνάζοντας με τον τρόπο της «εγώ είμαι πιο αξιόπιστη από τη Μελόνι». Ως γνωστόν, η Μελόνι είναι πλήρως αποδεκτή στα ιμπεριαλιστικά διαβούλια της Ευρωένωσης.
«Θα συνεχίσουν οι υπηρεσίες πληροφοριών να παρακολουθούν τις αντίστοιχες ρωσικές, όπως συμβαίνει σήμερα, αξιοποιώντας τα ευρήματά τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους πραγματικούς κινδύνους; Ποιος θα τους δίνει εντολές, τα επιβλέποντα υπουργεία ή το Μέγαρο των Ηλυσίων; Και δεν θα εγείρει ζητήματα ασφαλείας η άνοδος στην κυβερνητική εξουσία ενός κόμματος το οποίο δεν έκρυψε ποτέ πόσο κοντά αισθάνεται στο καθεστώς του Πούτιν;», αναρωτιόταν ρητορικά σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Μοnde, ο ειδικός σε ζητήματα ασφάλειας και σύμβουλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών (IISS) του Λονδίνου, Φρανσουά Χάισμπεργκ. Υποκρισία. Ο Σαλβίνι της Λέγκα ήταν πιο «φιλο-πουτινικός» από τη Λεπέν, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να είναι εταίρος και υπουργός στις προηγούμενες ιταλικές κυβερνήσεις (με «5 αστέρια» και «Δημοκρατικό Κόμμα» και μπερλουσκονική «Φόρτσα Ιτάλια») και να είναι και τώρα εταίρος του υπό τη Μελόνι κυβερνητικού συνασπισμού και υπουργός.
Η φασιστική ή φασίζουσα Ακροδεξιά στις ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης ξέρει πολύ καλά ότι πρέπει πρωτίστως να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της μονοπωλιακής αστικής τάξης και του οικείου ιμπεριαλιστικού κράτους. Από την άλλη, ο συσχετισμός των ταξικών δυνάμεων δεν απαιτεί απ’ αυτή την Ακροδεξιά να κυβερνήσει δικτατορικά, όπως ο φασισμός και ο ναζισμός στον Μεσοπόλεμο. Γι’ αυτό και η σύγχρονη ιμπεριαλιστική Ακροδεξιά ομνύει στον αστικό κοινοβουλευτισμό.
Στον Μεσοπόλεμο, ο φασισμός επιλέχτηκε από τις ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις ως εργαλείο για την αντιμετώπιση του ταξικού εργατικού κινήματος και των ισχυρών τριτοδιεθνιστικών Κομμουνιστικών Κομμάτων. Αυτή η συνθήκη σήμερα δεν υπάρχει, γι’ αυτό και τα ακροδεξιά κόμματα εξουσίας δε διστάζουν να αποποιηθούν τους προπάτορές τους, τον Χίτλερ, τον Μουσολίνι, τον Φράνκο. Χρησιμοποιούν την κοινωνική δημαγωγία όπως ακριβώς τη χρησιμοποιούσε ο φασισμός κατά τον Μεσοπόλεμο, όμως προσαρμόζονται στις διεθνείς συμμαχίες που συμμετέχει η μονοπωλιακή αστική τάξη την οποία καλούνται να υπηρετήσουν. Αυτές είναι το ΝΑΤΟ και οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και η ΕΕ. Ο,τι έκανε (και εξακολουθεί να κάνει) η Μελόνι θα κάνει και η Λεπέν. Το φλερτ με το ρωσικό καθεστώς και τον Πούτιν ανήκει σε μια προγενέστερη περίοδο, πριν από τη ρωσική εισβολή και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τα μορφώματα τύπου Λεπέν δημαγωγούσαν τότε με την «εθνική ανεξαρτησία» και οι σχέσεις με τον πουτινισμό και τη σιδηρά πυγμή του τούς ήταν χρήσιμες. Τώρα, τα σβήνουν με γομολάστιχα. Ειδικά όταν βλέπουν άμεση προοπτική διαχείρισης της ιμπεριαλιστικής εξουσίας.
Τα παραδοσιακά ευρωπαϊκά κόμματα, συντηρητικά και σοσιαλδημοκρατικά (με όλες τις ενδιάμεσες αποχρώσεις), υπεύθυνα για την εφαρμογή πολιτικών σκληρής λιτότητας και πληγμάτων στα ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, θεωρούνται «ένα σώμα μια ψυχή» από ευρέα εργατικά στρώματα. Στο πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε εισέβαλε η φασιστική ή φασίζουσα Ακροδεξιά και άρχισε να χτίζει την πολιτική της επιρροή με ένα μείγμα εργατίστικης και λαϊκίστικης δημαγωγίας, καθώς και εθνικισμού, ξενοφοβίας και ρατσισμού. Οσο πιο μικρά είναι αυτά τα κόμματα τόσο πιο ανοιχτά φασιστική είναι η ρητορική τους. Οταν αρχίσουν να μεγαλώνουν και μετατρέπονται σε κόμματα εξουσίας, αρχίζουν να αφαιρούν τα πιο ακραία στοιχεία της ρητορικής τους και να προσπαθούν να μοιάσουν στα παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα.
Στη Γαλλία, κοιτίδα του αστικού Διαφωτισμού και της πρώτης νικηφόρας αστικής επανάστασης, αλλά και της πρώτης βραχύβιας νικηφόρας προλεταριακής επανάστασης, της Κομμούνας του Παρισιού, που οι αστοί την έπνιξαν ανελέητα στο αίμα των εργατών και της φτωχολογιάς, αλλά και του καθεστώτος του Βισί που συνεργάστηκε με τους ναζί του Χίτλερ, έχει δημιουργηθεί μια πολιτική παράδοση ενάντια στην Ακροδεξιά. Αντανακλαστικά σχεδόν, ευρείες λαϊκές μάζες συσπειρώνονται γύρω από εκείνους που μπορούν να αποτρέψουν έναν/μία ακροδεξιό/ά πολιτικό να πάρει την εξουσία. Αρκεί να ανήκουν στα παραδοσιακά κοινοβουλευτικά κόμματα.
Το 2002, ένα 82,2% των ψηφοφόρων χάρισε μια δεύτερη προεδρική θητεία στον δεξιό Ζακ Σιράκ, για να μην εκλεγεί ο Ζαν-Μαρί Λεπέν. Το 2017, ένα 66,1% χάρισε στον Μακρόν την πρώτη προεδρική θητεία του, για να μην εκλεγεί η Μαρίν Λεπέν. Το 2022, ένα 58,5% χάρισε στον Μακρόν τη δεύτερη προεδρική θητεία του, πάλι για να μην εκλεγεί η Μαρίν Λεπέν. Το ποσοστό του αντι-Λεπέν υποψήφιου μειώνεται, όμως η νίκη του παραμένει άνετη. Στις βουλευτικές εκλογές του 2022 ανάμεσα στο κόμμα του Μακρόν και στο κόμμα της Λεπέν μπήκε σφήνα η συμμαχία υπό τον Μελανσόν, που πήρε τη δεύτερη θέση (τρίτο το κόμμα της Λεπέν, τέταρτη η δεξιά των «Ρεπουμπλικανών»).
Η Λεπέν πλέον φλερτάρει με την πρωτιά, λόγω της πλήρους αναξιοπιστίας του Μακρόν, των σκληρών αντεργατικών μέτρων που πήρε και της άγριας καταστολής των εργατικών και λαϊκών αγώνων. Οπως είδαμε, οι πέραν του Μακρόν συσπειρώθηκαν στην εκλογική συμμαχία «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» (αναφορά στο Λαϊκό Μέτωπο του Μεσοπολέμου) και παίζουν κυρίως το χαρτί «να μην βγει η Ακροδεξιά», προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν την πολιτική παράδοση για την οποία μιλήσαμε παραπάνω. Δεν είναι τυχαίο ότι τα «προγράμματα» δεν παίζουν κανένα ρόλο. Μόνο τα συνθήματα ενάντια στην πιθανότητα να σχηματίσει κυβέρνηση η Ακροδεξιά. Στα οποία πρωτοστατεί ο… Μακρόν, ό,τι πιο ακροδεξιό υπάρχει στη Γαλλία από κοινωνική και από πολιτική άποψη.
Ομως ο Μακρόν έχει σφουγγοκωλάριους στα ΜΜΕ και έχει μαζί του ένα κομμάτι της ντροπιασμένης γαλλικής διανόησης, αυτής που εξασφαλίζει το παντεσπάνι της αρθρογραφώντας υπέρ της «ρεπουμπλίκ», της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αλά γαλλικά, που μπορεί να στραγγαλίζει την εργατική τάξη και να φτωχοποιεί το λαό, μπορεί να ασκεί απροκάλυπτη ιμπεριαλιστική πολιτική, όμως είναι «ρεπουμπλίκ» και δεν πρέπει να τη διαχειρίζεται η Ακροδεξιά.
Οι άλλοι, αυτοί του «Νέου Λαϊκού Μετώπου», το παίζουν δίπορτο: και ενάντια στη Λεπέν και ενάντια στον Μακρόν. Για να γίνουν αυτοί Μακρόν στη θέση του Μακρόν. Και η γαλλική εργατική τάξη βρίσκεται μεταξύ ενός άκμονος και δύο σφυρών.
Η γαλλική εργατική τάξη έχει να επιδείξει τα τελευταία χρόνια τους πιο ισχυρούς ταξικούς αγώνες. Ιδιαίτερα ενάντια στις νέες αντιασφαλιστικές ανατροπές. Οπως, όμως, σοφά ανέλυσε ο Λένιν, βαθαίνοντας στις θεωρητικές προσεγγίσεις του Κάουτσκι (όταν ο τελευταίος ήταν ακόμα μαρξιστής και επαναστάτης), οι αυθόρμητοι εργατικοί αγώνες, ως άμυνα απέναντι στους σφετερισμούς του κεφαλαίου ή ως διεκδίκηση εργασιακών, μισθολογικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, δεν αναπτύσσουν πολιτική συνείδηση. Το γαλλικό παράδειγμα έρχεται να επιβεβαιώσει την ανάλυση του Λένιν. Η εργατική τάξη, που αντιστάθηκε στην άγρια επίθεση των μακρονιστών, σέρνεται πολιτικά πίσω από τους υποκριτές της αντι-ακροδεξιάς, ενώ ένα τμήμα της θα ψηφίσει και Ακροδεξιά, πεπεισμένο ότι «δεν μπορεί να είναι χειρότερα».
Η γαλλική εργατική τάξη έχει χάσει εδώ και πολλά χρόνια την πολιτική ανεξαρτησία της, ενώ η παράδοση της «ρεπουμπλίκ» και του κοινοβουλευτικού κρετινισμού την ευνουχίζει πολιτικά, με αποτέλεσμα να σέρνεται πίσω από αστικές σημαίες. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη (όχι μόνο στη Γαλλία) η ανεξάρτητη πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, υπό τη μορφή ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος.