Υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ; (2)
Οσο περνούν τα χρόνια, από τότε που ξέσπασε η παρούσα κρίση, τόσο πιο επιτακτικά ζητούν απάντηση ορισμένα ερωτήματα: Υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ; Μέχρι πού θα βαθύνει η κρίση; Μέχρι πού θα φτάσουν οι «κατραπακιές» στην εργαζόμενη κοινωνία; Τελικά, «θα τη γλιτώσουμε» ή θα καταστραφούμε; Ποιος φταίει που φτάσαμε ως εδώ; Τι να κάνουμε για να σωθούμε;
Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα ποικίλουν. Ανάλογα με την ταξική θέση του καθενός διαμορφώνονται και οι απαντήσεις. Για τους παπαγάλους των τηλεπαραθύρων της αποχαύνωσης φταίνε για παράδειγμα οι «ανίκανοι πολιτικοί», που δεν είδαν έγκαιρα «το κακό» και δε φρόντισαν να πάρουν μέτρα για να το αποφύγουν. Οι αστοί πολιτικοί από τη μεριά τους προσπαθούν να ρίξουν τις ευθύνες της διαχείρισης ο ένας στον άλλο, παραπλανώντας κι αυτοί τον «αδαή λαό» που δεν ακολούθησε τελικά τις προτάσεις τους κι επέλεξε κάποια στιγμή τους αντιπάλους τους. Υποστηρίζουν ότι με μία σωστή πολιτική θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί η κρίση. Τέλος, για τους καπιταλιστές τα πράγματα είναι πιο απλά. Αυτοί τα έχουν πει εδώ και χρόνια: το μείζον ζήτημα είναι η «ανταγωνιστικότητα», που σημαίνει να φτηνύνει ο εργάτης και να αρθούν όλες οι «αγκυλώσεις» που εμποδίζουν τις επενδύσεις και πρώτα απ’ όλα οι περιβαλλοντικές. Αυτοί που φταίνε είναι οι «άπληστοι συνδικαλιστές», που εμποδίζουν την «ομαλή λειτουργία της επιχειρηματικότητας», και τα «ρετιρέ», που θέλουν σώνει και καλά να διατηρήσουν τα …κεκτημένα. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι αυτά ολοένα και συρρικνώνονται και από το γεγονός ότι οι «καθωσπρέπει» συνδικαλιστές (τύπου ΓΣΕΕ) αποδεικνύονται οι καλύτεροι σύμμαχοι των καπιταλιστών, πνίγοντας την εργατική αγανάκτηση στο βούρκο του «διαλόγου» και των εθιμοτυπικών απεργιών.
Οι μόνοι που δεν έχουν δική τους φωνή στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι είναι οι ίδιοι οι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου, οι εργαζόμενοι. Αυτοί θα πρέπει να ακούν τους «ειδικούς» και κάθε τέσσερα χρόνια να «τιμωρούν» τους «ανίκανους πολιτικούς» και να επιλέγουν τους πιο «αδέκαστους», ενώ κατά τα άλλα θα πρέπει να συνεχίσουν να δουλεύουν για «να σωθεί η χώρα».
Ομως, επειδή όλα τα πράγματα σ’ αυτόν τον κόσμο έχουν ταξικό στίγμα, η στάση απέναντι στην κρίση δεν μπορεί να διαφέρει. Οσοι πίνουν νερό στο όνομα της «σωτηρίας της χώρας», υποκρύπτοντας ότι η «χώρα» μόνο ενιαία δεν είναι, ότι εμπεριέχει αντιτιθέμενα ταξικά συμφέροντα κι ότι κυριαρχούν τα συμφέροντα των βασιλιάδων του πλούτου, είτε είναι αθεράπευτα αφελείς είτε πολιτικοί απατεώνες. Εμείς το δηλώνουμε ότι δεν είμαστε γενικά και αόριστα με το «καλό της χώρας», αλλά ενδιαφερόμαστε για το πώς θα εκδηλωθεί η ταξική απάντηση στην κρίση από την πλευρά των εργατών και όχι των καπιταλιστών. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να κατανοήσουμε όσο γίνεται καλύτερα τα αίτια και αυτής της κρίσης και το αν μπορεί πράγματι να ξεπεραστεί μέσα στα πλαίσια του παρόντος συστήματος.
Η ευμάρεια
Πηγαίνοντας πίσω μερικά χρόνια, ας θυμηθούμε την κατάσταση που επικρατούσε στην παγκόσμια οικονομία πριν το ξέσπασμα της τελευταίας κρίσης. Οι ΗΠΑ κινούνταν στο ρυθμό μιας αναιμικής ανάκαμψης, μετά την κρίση των αρχών της νέας χιλιετίας, κατά την οποία κατέρρευσαν εταιρίες κολοσσοί στις τηλεπικοινωνίες και το διαδίκτυο, όπως η AT&T και η WorldCom, και ενεργειακές, όπως η Enron. Μιας ανάκαμψης με αυξημένη ανεργία, η οποία από το 3.9% το τελευταίο τρίμηνο του 2000 εκτινάχτηκε στο 6.3% τον Ιούνη του 2003 (20 μήνες μετά τον επίσημο τερματισμό της κρίσης, που σύμφωνα με το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών ήταν ο Νοέμβρης του 2001), για να μειωθεί ξανά μέχρι το 4.5% στα τέλη του 2006[1], δηλαδή σε ποσοστό λίγο αυξημένο από τα χαμηλά της προηγούμενης δεκαετίας. Για την αποφυγή παρεξηγήσεων, σημειώνουμε ότι τα ποσοστά αυτά της ανεργίας είναι πλαστά, γιατί αρκεί να έχει εργαστεί κανένας έστω μία ώρα τη βδομάδα της απογραφής για να μη θεωρηθεί άνεργος, ενώ αποκλείονται όσοι εργάτες έχουν αποθαρρυνθεί και σταματήσει να ψάχνουν για δουλειά τις τέσσερις τελευταίες βδομάδες!
Στην Ευρώπη, παρά τη σημαντική επιβράδυνση στους ρυθμούς ανάπτυξης στις αρχές της περασμένης δεκαετίας (για τις χώρες της Ευρωζώνης ο ρυθμός έπεσε στο 0.7% το 2003, για να ανέβει στο 3% το 2007), δεν υπήρξαν τέτοιες ραγδαίες οικονομικές μεταπτώσεις όπως στις ΗΠΑ, μέχρι το ξέσπασμα της λεγόμενης «κρίσης χρέους». Γι’ αυτό το λόγο, όταν τα πρώτα σημάδια της νέας κρίσης έκαναν την εμφάνισή τους στις ΗΠΑ, οι ευρωπαίοι ηγέτες διαβεβαίωναν ότι πρόκειται μόνο για μια περιορισμένη κρίση της χρηματοπιστωτικής σφαίρας, που δεν πρόκειται να περάσει τον Ατλαντικό. Ωστόσο, το χρέος των νοικοκυριών διογκώθηκε στην εποχή της «ευμάρειας», από 75% του ατομικού εισοδήματος που ήταν το 2000 για τις 17 χώρες της Ευρωζώνης σε 95% το 2008[2]! Ομως, και σ’ αυτόν τον τομέα οι ΗΠΑ είχαν τα πρωτεία, με το χρέος των νοικοκυριών να εκτινάσσεται από το 92% περίπου του διαθέσιμου εισοδήματός τους το 1995 στο 140% το 2007, για να πέσει στο 120% το 2011[3].
Η αύξηση της κατανάλωσης τον καιρό της «ευμάρειας» οφειλόταν, επομένως, στο δανεισμό, που ιδιαίτερα στις ΗΠΑ πήρε εκρηκτικές διαστάσεις.
Μια ακόμα κρίση
Το πρώτο μπουρίνι, που απετέλεσε τον προάγγελο ενός οικονομικού τσουνάμι, ξέσπασε τον Αύγουστο του 2007[4]. Τότε που η θερινή ραστώνη ταράχτηκε από την ανακοίνωση της μεγαλύτερης εισηγμένης γαλλικής τράπεζας, της BNP Paribas, ότι παγώνει τις πληρωμές ομολόγων τριών επενδυτικών οίκων που είχε στην κατοχή της, επειδή τα ομόλογα αυτά δεν μπορούσαν να εκτιμηθούν, γιατί σχετίζονταν με τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου που κατέρρεαν στις ΗΠΑ. Μέσα σε πέντε μέρες (από τις 9 μέχρι τις 14 Αυγούστου), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναγκάστηκε να χορηγήσει ζεστό χρήμα στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα αξίας 335 δισ. ευρώ («ενέσεις ρευστότητας» τις απεκάλεσαν τότε), προκειμένου να μην ξεμείνουν οι τράπεζες από ρευστό.
Η ανακοίνωση της BNP Paribas ήταν η βόμβα που προκάλεσε ένα μίνι χρηματιστηριακό κραχ, αφού χιλιάδες επενδυτές ζήτησαν να ρευστοποιήσουν τα ομόλογά τους για να πάρουν χρήμα. Κι είχαν λόγο να το κάνουν αυτό, γιατί η αγορά των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων «χαμηλής εξασφάλισης», που γνώρισε εκρηκτική άνοδο στις ΗΠΑ, είχε πλέον φάει τα ψωμιά της. Εχοντας διπλασιαστεί μέσα σ’ ένα χρόνο και φτάνοντας τα 1.3 τρισ. δολάρια, δηλαδή κοντά στο 10% του ετήσιου αμερικάνικου ΑΕΠ το 2007 ή όσο και το σύνολο της ετήσιας οικονομικής δραστηριότητας της Πολιτείας της Καλιφόρνια, η αγορά κατέρρεε κάτω από το βάρος της αδυναμίας πολλών αμερικάνικων νοικοκυριών να πληρώσουν τις υπέρογκες δόσεις[5]. Ο ασύστολος δανεισμός ακόμα και σε έξι εκατομμύρια Αμερικάνους με χαμηλή πιστωτική φερεγγυότητα (δηλαδή κακοπληρωτές, για να το πούμε πιο απλά), που δανείστηκαν μέχρι και το 100% της αξίας του σπιτιού που αγόρασαν, κάποια στιγμή θα έφτανε σε κορεσμό.
Η πρόσκρουση ήταν οδυνηρή. Επενδυτικοί κολοσσοί είτε εξαγοράστηκαν (όπως η Bear Stearns, που εξαγοράστηκε αντί πινακίου φακής από την JP Morgan), είτε κρατικοποιήθηκαν (όπως οι Fannie Mae και Freddie Mac), είτε χρεοκόπησαν (όπως η Lehman Brothers, η τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα, με ενάμιση αιώνα ιστορία, που χρεοκόπησε το Σεπτέμβρη του 2008). Οι διαβεβαιώσεις των ευρωπαίων ηγετών ότι η κρίση δε θα περάσει τον Ατλαντικό έγιναν θρύψαλα. Αν και σε μικρότερη κλίμακα, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να εξαγοράσουν τραπεζικούς και ασφαλιστικούς κολοσσούς (όπως η βελγο-ολλανδική Fortis και η βελγο-γαλλική Dexia). Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως δεν ήταν οι εξαγορές αυτές, όσο η επέκταση των «τοξικών δανείων» σε παγκόσμιο επίπεδο.
Παρασιτικό πανηγύρι
Για το πώς έγινε αυτό έχουν γραφτεί πολλά. Από αυτές εδώ τις στήλες έχουμε κάνει κι εμείς εκτενή αναφορά[5], παρολαυτά όμως, καλό είναι να θυμίσουμε το παρασιτικό πανηγύρι που αποδόθηκε σε κάποια «άτακτα» golden boys, τα οποία όμως δεν ήταν παρά απλοί διαχειριστές των συμφερόντων του χρηματιστικού κεφαλαίου. Οπως αναφέραμε παραπάνω, η αμερικάνικη αγορά κατοικίας, που γνώρισε τεράστια άνθηση στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, βασίστηκε εν μέρει στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια «χαμηλής εξασφάλισης» (subprime mortgage loans). Ηταν ο ασύστολος δανεισμός που αναφέραμε παραπάνω που απέφερε τεράστια κέρδη στις τράπεζες τον καιρό που οι τιμές των κατοικιών εκτινάσσονταν και οι επίδοξοι ιδιοκτήτες ίδρωναν για να πληρώσουν τις δόσεις.
Καθώς όμως αυτό το πανηγύρι κάποια στιγμή θα σταματούσε, οι προνοητικοί τραπεζίτες έσπευσαν να φυλάξουν τα νώτα τους. Αυτό έγινε με την έκδοση ομολόγων από τις ίδιες τις τράπεζες που δάνειζαν τα λεφτά για τα σπίτια. Τα ομόλογα αυτά τα αποκάλεσαν Mortgage-backed Securities (MBS) και τα πούλησαν στην παγκόσμια αγορά, «σπάζοντάς» τα σε διάφορους τίτλους που τους ονόμασαν Collateralized Dept Obligations («Εγγυημένες Δανειακές Υποχρεώσεις») ή CDO σε σύντμηση. Αυτά τα δομημένα ομόλογα (τα CDO) τα είχαν χωρίσει σε τρεις τύπους (υψηλού, μέσου και χαμηλού ρίσκου). Ο κάθε τύπος ομολόγου έδινε επιτόκιο ανάλογο του ρίσκου που είχε. Ετσι, τα ομόλογα υψηλού ρίσκου είχαν τη μεγαλύτερη απόδοση και υπόσχονταν τρελά κέρδη, με το ρίσκο όμως αυτός που θα τα αγοράσει να χάσει ακόμα και το σύνολο του επενδεδυμένου σ’ αυτά κεφαλαίου, αν «στράβωνε» το πράγμα (όπως κι έγινε, όταν οι αμερικάνοι δανειολήπτες ξέμειναν από λεφτά και δε μπορούσαν πλέον να πληρώνουν τις δόσεις και τους υπέρογκους τόκους από τους οποίους κέρδιζαν μέχρι τότε τα λεφτά τους οι τράπεζες και οι κάτοχοι των ομολόγων-CDO). Τότε, τα ομόλογα αυτά θα μετατρέπονταν σε «τοξικά χρέη», γιατί θα ήταν απλά «χαρτιά» χωρίς αξία.
Οι τράπεζες που είχαν δανείσει το χρήμα στα αμερικάνικα νοικοκυριά για ν’ αγοράσουν σπίτι δανείστηκαν με τη σειρά τους λεφτά από τους αγοραστές των ομολόγων CDO, τα οποία πολλές φορές τα χρησιμοποίησαν για να δανείσουν ακόμα περισσότερους Αμερικάνους! Τα λεφτά για τους τόκους των ομολόγων έβγαιναν από τα υπέρογκα επιτόκια που αναγκάζονταν να πληρώσουν οι αμερικάνοι δανειολήπτες. Εφτασαν να απαιτούν επιτόκιο πάνω από 12% από τους δανειολήπτες που καθυστερούσαν τις δόσεις τους[5]. Επιτόκιο υπερδιπλάσιο απ’ αυτό της αμερικάνικης Ομοσπονδιακής Τράπεζας (FED), που εκείνη την περίοδο δεν ξεπερνούσε το 5.5%. Φτηνό χρήμα για τους καπιταλιστές δανειολήπτες και ακριβό για τους φτωχότερους Αμερικάνους. Αυτή ήταν η δικαιοσύνη της «ελεύθερης αγοράς»!
Ομως το μοίρασμα του ρίσκου δε γινόταν μόνο με την πώληση των δομημένων ομολόγων CDO. Γινόταν και με τις «συμφωνίες ανταλλαγής πιστωτικών κινδύνων» (τα λεγόμενα Credit Default Swaps – CDS). Οι συμφωνίες αυτές χρησιμοποιούνταν (και εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται) πλατιά σαν αντασφάλιση σε περίπτωση χρεοκοπίας, όχι μόνο στον τομέα της κατοικίας αλλά και στις περιπτώσεις κρατικών ομολόγων. Με μiα τέτοια συμφωνία ο ασφαλιστής εγγυάται να πληρώσει το σύνολο του ποσού του ομολόγου στο οποίο αναφέρεται το CDS, σε περίπτωση που το ομόλογο αυτό καταπέσει. Σε αντάλλαγμα αυτής της εγγύησης, αυτός που ζητά προστασία πληρώνει «ασφάλιστρα» σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σε περίπτωση, δηλαδή, που ο αρχικός δανειολήπτης (για παράδειγμα ο Αμερικάνος που αγόρασε σπίτι με υποθήκη) πτωχεύσει, η τράπεζα που του δάνεισε τα λεφτά θα τα πάρει πίσω από τον αγοραστή ασφαλιστή. Κατ’ αυτό τον τρόπο η τράπεζα μεταφέρει το ρίσκο της πτώχευσης στον ασφαλιστή.
Kαθωσπρέπει κομπίνες
Χτυπητό παράδειγμα της μεταφοράς του ρίσκου αλλά και των απατεωνιών που έγιναν από «καθωσπρέπει» επενδυτικές τράπεζες ήταν η κομπίνα που στήθηκε με το ομόλογο «ABACUS 2007AC1» από την Goldman Sachs, για τo οποία η τελευταία αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο 550 εκατ. δολαρίων, μετά από μήνυση της αμερικάνικης επιτροπής κεφαλαιαγοράς (SEC) που κατηγόρησε τη Goldman Sachs ότι εξαπάτησε τους πελάτες της[6]. Το ομόλογο αυτό πουλήθηκε το 2007 σε μεγάλους καπιταλιστές, όπως η ολλανδική τράπεζα ΑΒΝ Αmro (που αργότερα αγοράστηκε από την Fortis και τη Royal Bank of Scotland) και η γερμανική τράπεζα IKB. Μόνο που υπήρχε ένα… προβληματάκι. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από τη SEC, η Goldman Sachs ήξερε ότι το ομόλογο αυτό ήταν καταδικασμένο να φαλιρίσει, μιας και βασιζόταν σε μια γκάμα ομολόγων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων που ήταν σίγουρο ότι θα χρεοκοπούσαν! Η κομπίνα στήθηκε από τη Goldman Sachs μαζί με τον Τζον Πόλσον, μεγαλοραντιέρη που έγινε γνωστός και στη χώρα μας με τα κερδοσκοπικά του παιχνίδια με τα ελληνικά ομόλογα.
Στα τέλη του 2006 με αρχές του 2007, ο Πόλσον έκανε συγκεκριμένη ανάλυση πάνω από 100 ομολόγων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, για τα οποία περίμενε ότι θα φαλιρίσουν στο άμεσο μέλλον. Η επιλογή των ομολόγων που έκανε ο Πόλσον έγινε πολύ προσεκτικά, μελετώντας ακόμα και τις περιοχές που υπήρχαν πολλά ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια με πιστωτές χαμηλής φερεγγυότητας, όπως η Αριζόνα, η Καλιφόρνια, η Φλόριντα και η Νεβάδα. Ετσι, ο Πόλσον έφτιαξε ένα «πακέτο» από τέτοια ομόλογα και πλήρωσε 15 εκατομμύρια δολάρια στην Goldman Sachs για να φτιάξει το ομόλογο ABACUS 2007-AC1. Για να είναι πιο ελκυστικό το ομόλογο, ο Πόλσον έβαλε στο παιχνίδι έναν ατζέντη με κύρος στην αγορά. Τον βρήκε στην ACA – Financial Guaranty Corporation, που υποτίθεται ότι ανέλυσε τον πιστωτικό κίνδυνο και βρήκε το ομόλογο «καθαρό»! Τα πράγματα πήγαν έτσι όπως τα είχε μελετήσει ο Πόλσον. Μέχρι τις 24 Οκτώβρη του 2007, το 83% των ομολόγων στεγαστικών δανείων στα οποία βασίζονταν οι αποδόσεις του ABACUS είχαν υποτιμηθεί, ενώ το υπόλοιπο 17% βρισκόταν σε καθοδική τροχιά. Στις 29 Γενάρη του 2008, το 99% του χαρτοφυλακίου του ABACUS είχε υποτιμηθεί. Ως αποτέλεσμα, οι επενδυτές που αγόρασαν τα σύνθετα ομόλογα ABACUS 2007-AC1 (η ABN-Amro και η ΙΚΒ) έχασαν πάνω από 1 δισ. δολάρια. Ο δε Πόλσον (όπως υποστηρίζει πάντοτε η μήνυση) κέρδισε περίπου 1 δισ. δολάρια! Πώς τα έβγαλε αυτά τα λεφτά; Γιατί ασφαλίστηκε έναντι του ομολόγου αυτού (του ABACUS) από τη Goldman Sachs, αν και ο ίδιος δεν είχε αγοράσει το ομόλογο! Ετσι, η Goldman Sachs πήρε 1 δισ. από τις ABN-Amro και IKB, τους πούλησε τη σαβούρα και έδωσε αυτά τα λεφτά στον Πόλσον μόλις φαλίρισε το ABACUS.
Κρατική στήριξη στους καπιταλιστές
Τα τοξικά ομόλογα που πουλήθηκαν πλατιά έσπευσε να τα αγοράσει το δημόσιο. Ετσι, το αμερικάνικο δημόσιο έδωσε γύρω στο 1.5 τρισ. δολάρια για να στηρίξει πρωτίστως τις τράπεζες, ενώ άλλα 3 τρισ. αποφάσισαν να δώσουν (είτε ως ζεστό χρήμα είτε υπό την παροχή εγγυήσεων) οι υπόλοιπες χώρες του κόσμου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της AIG (American International Group). Μιας από τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρίες στον κόσμο, με περισσότερα από 130 υποκαταστήματα παγκόσμια και 116.000 εργαζόμενους. Οπως είχαμε γράψει παλαιότερα[8], η AIG, που σύμφωνα με το περιοδικό Time[9] δημιούργησε ένα χαρτοφυλάκιο αξίας 2.7 τρισ. δολαρίων σε παράγωγα, έσπευσε να ασφαλίσει πολλούς από αυτούς που είχαν αγοράσει ομόλογα βασισμένα στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ. Ετσι, όχι μόνο παρείχε αντασφάλιση του κινδύνου των κατόχων των διαφόρων ομολόγων που βασίζονταν στην αγορά κατοικίας, αλλά τα ασφάλιστρα που έπαιρνε τα επένδυσε σε ριψοκίνδυνα ενυπόθηκα δάνεια!
Ομως, το άνοιγμα που έκανε ήταν πολύ μεγάλο για να μπορέσει να τους πληρώσει όλους ταυτόχρονα, ούτε και περίμενε να γίνει κάτι τέτοιο. Το κράτος έσπευσε λοιπόν να πάρει υπό τον έλεγχό του το 80% της AIG, χρηματοδοτώντας με τέσσερα τον αριθμό «πακέτα στήριξης» την εταιρία που κατέρρεε. Σύμφωνα με το Time[9], από τα 170 δισ. δολάρια που πήρε η AIG από το αμερικάνικο δημόσιο, τα 95 περίπου δόθηκαν σε μια σειρά αμερικάνικων και ξένων εταιριών, από την Goldman Sachs μέχρι την ελβετική UBS, που είχαν αγοράσει CDS, δηλαδή είχαν ασφαλιστεί στην AIG.
Είδατε κανένα μεγαλοστέλεχος της AIG να χάνει την περιουσία του; Φυσικά και όχι. Αντίθετα, όλοι αυτοί θησαύρισαν. Οπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, 73 μεγαλοστελέχη του τμήματος της εταιρίας που εμφάνισε τις μεγαλύτερες ζημιές (AIG-FP) έπαιρναν 1 εκατ. δολάρια αμοιβή έκαστος, ενώ ο πρόεδρος του ίδιου τμήματος τσέπωσε 280 εκατ. δολάρια τα οχτώ τελευταία χρόνια! Ταυτόχρονα, η AIG ήταν και μέγας χορηγός τόσο των «Δημοκρατικών» όσο και των «Ρεπουμπλικάνων». Οπως αποκάλυψε το Time[9], η εταιρία μοίρασε 9.3 εκατ. δολάρια εξίσου στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, από το 1990 μέχρι το 2008, και έδωσε άλλα 70 εκατομμύρια παρασκηνιακά την τελευταία δεκαετία. Φυσικά και δε μπορούμε να ελέγξουμε την ακρίβεια αυτών των ποσών (μπορεί να ήταν πολύ περισσότερα), όμως όταν ακόμα και έγκυρα περιοδικά της κεφαλαιοκρατίας κάνουν τέτοιες ομολογίες τι περισσότερο να προσθέσουμε εμείς;
Η έκρηξη των κρατικών χρεών
Μ’ αυτό τον τρόπο ήταν επόμενο να διογκωθούν τα δημόσια χρέη. Φυσικά, τα κρατικά χρέη δεν διογκώθηκαν μόνο από τα τοξικά ομόλογα που πήραν τα κράτη πάνω τους, παίζοντας για μία ακόμη φορά το ρόλο του συλλογικού καπιταλιστή. Τα κρατικά χρέη υπήρχαν από γεννήσεως καπιταλισμού και διογκώνονται όσο αυξάνεται η συσσώρευση κεφαλαίου. Ο χαρακτήρας τους είχε αναλυθεί επαρκέστατα από τον Μαρξ πριν από ενάμιση αιώνα. Εγραφε:
«Το δημόσιο χρέος, δηλαδή το ξεπούλημα του κράτους –αδιάφορο αν είναι απολυταρχικό, συνταγματικό ή δημοκρατικό κράτος– βάζει τη σφραγίδα του στην κεφαλαιοκρατική εποχή. Το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου εθνικού πλούτου, που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού, είναι το δημόσιο χρέος του. Γι’ αυτό είναι πέρα για πέρα συνεπής η σύγχρονη θεωρία που λέει ότι ένας λαός γίνεται τόσο πιο πλούσιος όσο πιο βαθιά βουτιέται στα χρέη. Το δημόσιο χρέος γίνεται το credo (πιστεύω) του κεφαλαίου. Και από τη στιγμή που εμφανίζεται η χρέωση του δημοσίου, τη θέση του αμαρτήματος ενάντια στο άγιο πνεύμα, για το οποίο δεν υπάρχει άφεση, την παίρνει η καταπάτηση της πίστης απέναντι στο δημόσιο χρέος. Το δημόσιο χρέος γίνεται ένας από τους πιο δραστικούς μοχλούς της πρωταρχικής συσσώρευσης… Το δημόσιο χρέος έχει δημιουργήσει τις μετοχικές εταιρίες, το εμπόριο με συναλλάξιμες αξίες… Με δυο λόγια: το παιχνίδι στο χρηματιστήριο και τη σύγχρονη τραπεζοκρατία»[10].
Πάρτε για παράδειγμα το χρέος του αμερικάνικου κράτους, που στις αρχές του μήνα το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι εκτοξεύτηκε στο αστρονομικό επίπεδο των 16 τρισ. δολαρίων (λίγο πάνω από το 100% του αμερικάνικου ΑΕΠ). Πριν από ένα χρόνο (τον Αύγουστο του 2011), είχε γίνει σάλος με την κινδυνολογία ότι επίκειται πτώχευση του αμερικάνικου δημοσίου. Ελεγαν τότε, ότι αν μέχρι τις 2 Αυγούστου δεν υπάρξει αύξηση στο ανώτατο όριο δανεισμού που έχει θεσπιστεί από την αμερικάνικη νομοθεσία, το αμερικάνικο κράτος θ’ αναγκαστεί να προβεί σε στάση πληρωμών. Τελικά, καμιά πτώχευση δεν έγινε. Το ανώτατο όριο δανεισμού που είχε θεσπιστεί με νόμο το Φλεβάρη του 2010[11] ξεπεράστηκε κατά 2 τρισ. δολάρια μέσα σε ένα μόλις χρόνο (από τον Αύγουστο του 2011 μέχρι σήμερα)[12]. Σημειώνουμε ότι στις αρχές της κρίσης (30/9/2007) το χρέος ήταν γύρω στα 9 τρισ. δολάρια, για να εκτοξευτεί στα 16 σήμερα, δηλαδή να αυξηθεί κατά 78% μέσα σε πέντε χρόνια! Πρόκειται για ποσοστό αύξησης μεγαλύτερο ακόμα και από αυτό της επταετίας 2000-2007, που το χρέος αυξήθηκε κατά 59%. Μεγάλα ποσοστά αύξησης σημείωσε το δημόσιο χρέος και σε άλλες ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιαπωνία, των οποίων το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχτεί στο 86.2%, 81.5% και 229.8% του ΑΕΠ αντίστοιχα[13]!
Τι προκάλεσε τη διόγκωση των κρατικών χρεών; Τα χρήματα που δίνονται απλόχερα στους καπιταλιστές, τη στιγμή που οι μισθοί και οι κοινωνικές παροχές ξαπλώνονται στην κλίνη του Προκρούστη, προκαλώντας στενότητα αγοράς. Γι’ αυτά όμως θα μιλήσουμε στο επόμενο φύλλο.
Κώστας Βάρλας
Στο επόμενο: Η στενότητα αγοράς και η λύση που δίνει το κεφάλαιο απέναντι στο βάθεμα της κρίσης.
Παραπομπές
1. Bureau of Labor Statistics (Γραφείο Εργατικών Στατιστικών) ΗΠΑ (https://stats.bls.gov/webapps/legacy/cpsatab1.htm#a1.f.1).
2. Ποσοστό χρέους προς εισόδημα νοικοκυριών 2000-2010 (στοιχεία από Eurostat, βλ. https://epp.eurostat.ec.europa.eu/portal/page/portal/product_details/dataset?p_product_code=TEC00104).
3. Παγκόσμια Οικονομική Εκθεση ΟΟΣΑ (Νο.91) για το 2012, Παρίσι 22/5/2012 (https://www.oecd.org/eco/economicoutlookanalysisandforecasts/50381069.pdf).
4. «Καλοκαιρινό μπουρίνι ή προεόρτια ενός οικονομικού τσουνάμι;», Κόντρα, αρ. φύλλου 447, 1/9/2007 (https://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=7338&cat_id=21&pos=2&issue_id=221).
5. Για λεπτομερέστερη ανάλυση αυτών των δανείων βλ. «Πίσω από τη γυαλιστερή βιτρίνα των ενυπόθηκων δανείων», Κόντρα, αρ. φύλλου 528, 15/10/ 2008 (https://www.eksegersi.gr/article.php? article_id=3840).
6. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. «Ο θαυμαστός κόσμος της Goldman Sachs – Μεγάλη κομπίνα – μικρή “καμπάνα”», Κόντρα, αρ. φύλλου 608, 24/7/2008 (https://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=4181&cat_id=20&pos=2&issue_id=151).
7. Financial Times, 18/7/08.
8. Βλ. σειρά τριών άρθρων με τίτλο «Καπιταλισμός με τις πλάτες του κράτους», Κόντρα, αρ. φύλλων 549-551, Απρ. 2009, (https://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=2216&cat_id=20&pos=2&issue_id=113, https://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=2168&cat_id=20&pos=2&issue_id=112, https://www. eksegersi.gr/article.php?article_id=2066&cat_id=20&pos=2&issue_id=110).
9. «Πως η AIG έγινε τόσο μεγάλη για να καταρρεύσει», Time, 19/3/09 (https://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,1886538-1,00.html).
10. Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», τόμος πρώτος, κεφ. 21, σελ.779.
11. Πρόκειται για το Νόμο 113-139 της 12/2/2010. Το ανώτατο όριο δανεισμού πρωτοθεσπίστηκε το 1917 για τον έλεγχο του χρέους κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από τότε, το όριο αυτό έχει αλλάξει δεκάδες φορές. Σύμφωνα με τον Econonist (23/6/11), το όριο αυξήθηκε 16 φορές από το 1993, πριν το υπουργείο Οικονομικών ξεμείνει από λεφτά. Στο site του υπουργείου Οικονομικών δημοσιεύονται τα στοιχεία για το χρέος: https://www.treasurydirect.gov/ NP/BPDLogin?application=np
12. Υπουργείο Οικονομικών ΗΠΑ (https://www.treasurydirect.gov/govt/reports/pd/histdebt/histdebt_histo5.htm).
13. ΔΝΤ – World Economic Outlook Database (https://www.imf.org/external/pubs/ft/weo/2012/01/weodata/index.aspx).