Η σύλληψη ενός μαχητή της Χαμάς από τις Παλαιστινιακές δυνάμεις ασφαλείας την προηγούμενη Παρασκευή, με το αιτιολογικό ότι ήταν ύποπτος για τις επιθέσεις που δέχτηκαν την προηγούμενη μέρα, ήταν η αφορμή για το ξεκίνημα ενός νέου γύρου εμφυλιοπολεμικών συγκρούσεων στην Παλαιστίνη. Πάνω από 40 οι νεκροί μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές (Τετάρτη βράδυ), ενώ οι μάχες συνεχίζονταν καθώς η εκεχειρία που συμφωνήθηκε δύο φορές από τις κορυφές των οργανώσεων δεν πραγματοποιήθηκε στην πράξη.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Την προηγούμενη βδομάδα (Πέμπτη, 10/7) ξεκίνησε να αναπτύσσεται το νέο αστυνομικό σώμα στη Λωρίδα της Γάζας υπό τις διαταγές της κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Στο νέο σώμα θα εντασσόταν και η δύναμη της Χαμάς, οι μαχητές της οποίας θα έμπαιναν σ’ αυτό με ενιαία διακριτικά και στολές. Αυτό δε φαίνεται να έγινε στην πράξη, με αποτέλεσμα η νέα αστυνομική δύναμη να αποτελείται αποκλειστικά από μέλη της Φατάχ και την Προεδρική Φρουρά, που για πρώτη φορά εμφανίστηκε στη Λωρίδα της Γάζας προκλητικά, με τεθωρακισμένα οχήματα που δεν είχαν κάνει ποτέ την εμφάνισή τους στις παλαιότερες μάχες με τον ισραηλινό στρατό. Αυτό το γεγονός εξαγρίωσε τους μαχητές της Χαμάς (ακόμα και τον πληθυσμό, που υποδέχτηκε το νέο σώμα με πέτρες και μπουκάλια), με αποτέλεσμα να γίνουν οι πρώτες συρράξεις την Πέμπτη το βράδυ. Αμέσως μετά τη σύλληψη του μαχητή της Χαμάς, ξέσπασαν νέες συγκρούσεις μεταξύ των μαχητών της Χαμάς και της Προεδρικής Φρουράς, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν 10 άτομα κι απ’ τις δυο πλευρές, ενώ οι μαχητές της Χαμάς κατόρθωσαν να απελευθερώσουν το σύντροφό τους.
Κι ενώ η σύρραξη φαινόταν ότι σταμάτησε το Σάββατο, η δολοφονία στελέχους των «Ταξιαρχιών Μαρτύρων του Αλ Ακσα» (πολιτοφυλακής που πρόσκειται στη Φατάχ) την Κυριακή στη Βόρεια Γάζα άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Η Χαμάς και το ένοπλο τμήμα της (οι Ταξιαρχίες Αλ Κασάμ) αρνούνται κάθε ευθύνη για τη δολοφονία και δηλώνουν έκπληξη που κάποιοι μέσα στη Φατάχ έσπευσαν βιαστικά να τους χρεώσουν ότι κρύβονται πίσω απ’ αυτή. Νέες συγκρούσεις ξεσπούν μέχρι οι ηγεσίες της Χαμάς και της Φατάχ να συμφωνήσουν σε εκεχειρία την Κυριακή το βράδυ (με την διαμεσολάβηση των Αιγυπτιακών Αρχών), που θα περιλάμβανε διάλυση των οδοφραγμάτων και απελευθέρωση των απαχθέντων και απ’ τις δυο πλευρές, προκειμένου ο παλαιστινιακός λαός να πενθήσει μονιασμένος την επέτειο της Αλ-Νάκμπα («Καταστροφή»), τη μέρα δηλαδή της ανακήρυξης του Ισραηλινού κράτους (14 Μάη 1948).
Η εκεχειρία όμως δεν τηρήθηκε. Η επέτειος της Αλ-Νάκμπα βάφεται με παλαιστινιακό αίμα. Τη Δευτέρα, με συνεχιζόμενες τις συγκρούσεις σε διάφορα σημεία της Λωρίδας της Γάζας, παραιτείται οριστικά ο υπουργός Εσωτερικών, Καουάσμι, ο οποίος είχε υποβάλει την παραίτησή του εδώ και μερικές βδομάδες, χωρίς αυτή να γίνει αποδεκτή. Ο Καουάσμι (ο οποίος δήλωνε ανεξάρτητος, αλλά είχε επιλεγεί από την Χαμάς για τη θέση του υπουργείου των Εσωτερικών) χρεώνει την παραίτησή του στον Πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, δηλώνοντας ότι ο τελευταίος δεν του έδωσε την εξουσία που θα έπρεπε να έχει πάνω στις δυνάμεις ασφαλείας, παρά έμεινε μόνο στις υποσχέσεις. Μετά την παραίτηση του Καουάσμι, το υπουργείο Εσωτερικών αναλαμβάνει ο ίδιος ο πρωθυπουργός Ισμαήλ Χανίγια (της Χαμάς) και οι ηγέτες Χαμάς και Φατάχ καταλήγουν σε νέα εκεχειρία.
Ούτε όμως αυτή η εκεχειρία τηρήθηκε. Την Τρίτη το πρωί, δολοφονείται ένας διοικητής των Ταξιαρχιών Κασάμ από την Προεδρική φρουρά. Ο 45χρονος Ιμπραήμ Μανέιγια συμπεριλαμβανόταν στη λίστα των ισραηλινών στόχων. Η Προεδρική Φρουρά έφερε σε πέρας το έργο που είχαν αναλάβει οι Σιωνιστές. Αυτή η δολοφονία πυροδοτεί νέο γύρο συγκρούσεων και την οργή Παλαιστίνιων αμάχων που σπεύδουν να πετροβολήσουν τα οχήματα της Προεδρικής Φρουράς, όπως έκαναν παλαιότερα με τα ισραηλινά τεθωρακισμένα. Ταυτόχρονα, μία ακόμα επίθεση, για την οποία υπάρχουν συγκρουόμενες απόψεις για το ποιοι εμπλέκονται, ρίχνει λάδι στη φωτιά. Είναι η επίθεση σε 200 μέλη της Προεδρικής Φρουράς, κοντά στο συνοριακό πέρασμα του Κάρνι στα σύνορα με την Αίγυπτο, την οποία η Φατάχ χρεώνει σε μαχητές της Χαμάς, ενώ η Χαμάς τη χρεώνει στον ισραηλινό στρατό ο οποίος πιστεύοντας ότι τα μέλη της Προεδρικής Φρουράς ήταν μαχητές της Χαμάς εκτόξευσε εναντίον τους πυραύλους με αποτέλεσμα το θάνατο οχτώ απ’ αυτούς. Η Φατάχ σπεύδει να ζητήσει ενισχύσεις από τους μαχητές της ομάδας Μπαντρ (Παλαιστίνιοι της Φατάχ, που εδώ και χρόνια έχουν ενταχθεί στον ιορδανικό στρατό). Σύμφωνα με το Παλαιστινιακό Κέντρο Ενημέρωσης (που πρόσκειται στη Χαμάς), 700 ένοπλοι απ’ την ομάδα Μπαντρ περνούν τα σύνορα από την Αίγυπτο για να ενισχύσουν την Προεδρική Φρουρά. Μαζί τους περνούν και ένοπλοι της Φατάχ που υπακούουν στις διαταγές του αμερικανόδουλου πρώην επικεφαλής ασφαλείας της Γάζας (και νυν βουλευτή και συμβούλου εθνικής ασφάλειας της Παλαιστινιακής Αρχής), Μοχάμεντ Νταχλάν. Οι τελευταίοι γύρισαν από εκπαίδευση που είχαν παρακολουθήσει στην Αίγυπτο. Την επόμενη μέρα (Τετάρτη 16/5) ένοπλοι της Φατάχ παίρνουν θέσεις γύρω απ’ το Ισλαμικό Πανεπιστήμιο. Το ίδιο όμως κάνουν και μαχητές της Χαμάς, προειδοποιώντας τη Φατάχ να μην κάνει αυτό που έκανε πριν μερικούς μήνες, με αποτέλεσμα μεγάλες καταστροφές στο Πανεπιστήμιο (πάνω από 15 εκατ. δολάρια). Η σύγκρουση φαίνεται να αποφεύγεται, όμως σύμφωνα με το Παλαιστινιακό Κέντρο Ενημέρωσης, οι ένοπλοι της Φατάχ εξαπολύουν ανθρωποκυνηγητό σε σπίτια διοικητών των Ταξιαρχιών Κασάμ (Χαμάς), ενώ δεν διστάζουν να πυροβολήσουν ακόμα και ενάντια σε μέλη της αιγυπτιακής αντιπροσωπείας που μαζί με αντιπροσώπους της Χαμάς και της Φατάχ είχαν πάει να ελέγξουν την εφαρμογή της τελευταίας εκεχειρίας.
Η τελευταία ενδοπαλαιστινιακή κρίση δείχνει τα περιορισμένα όρια της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας». Αυτό που δεν ήθελε να καταλάβει η Χαμάς, ότι δηλαδή η «εθνική ενότητα» με ανθρώπους και ομάδες που στέκονται ενάντια στην Παλαιστινιακή Αντίσταση (ό-πως ο Αμπάς και ο Νταχλάν, καθώς και μια μερίδα της Φατάχ) είναι μια επικίνδυνη αυταπάτη, αρχίζει να το καταλαβαίνει με τον πιο επώδυνο τρόπο.