«Νομίζετε ότι αυτοί που ρίχνουν βόμβες αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων με τα αεροπλάνα τους το κάνουν για την ειρήνη; Οχι, είναι εδώ γιατί θέλουν να μιλήσουν για τα πετρέλαια, για τα συμφέροντά τους». Μέχρι και… αντιιμπεριαλιστής γίνεται όταν απευθύνεται στο θρησκευόμενο πόπολο της Ανατολίας ο Ταγίπ Ερντογάν. Το μήνυμα, όμως, έχει δυο αποδέκτες. Από τη μια τις θρησκόληπτες καθυστερημένες μάζες της Τουρκίας, που όσο να ‘ναι μια συμπάθεια για τους τζιχαντιστές του IS την αισθάνονται, και από την άλλη τις ιμπεριαλιστικές πρωτεύουσες, με πρώτη την Ουάσιγκτον, οι οποίες καλούνται να «πληρώσουν» για τις υπηρεσίες που ζητούν από το τουρκικό καθεστώς.
Για να δώσει την αεροπορική βάση του Ιντζιρλίκ, για να επιτρέψει σε κούρδους μαχητές να πάνε στο Κομπάνι να στηρίξουν τους ομοεθνείς τους, για να κλείσει όλα τα περάσματα στο IS, για να σταματήσει το λαθρεμπόριο πετρελαίου με το οποίο οι τζιχαντιστές χρηματοδοτούν το στρατό τους, το τουρκικό καθεστώς θέλει ανταλλάγματα. Και τα παζαρεύει με τον τρόπο που κάθε περιφερειακή δύναμη χρησιμοποιεί. Οχι με γραμμή ρήξης με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που καμιά εξαρτημένη χώρα (και η Τουρκία τέτοια είναι, παρά την έκταση και τον πληθυσμό της) δεν μπορεί να υλοποιήσει, αλλά με καθυστερήσεις και κωλυσιεργίες. Μακροπρόθεσμα, η Τουρκία δεν μπορεί να σταθεί απέναντι στις ΗΠΑ, κοντοπρόθεσμα, όμως, έχει κάποια περιθώρια και προσπαθεί να τα εκμεταλλευτεί, γιατί οι Αμερικάνοι και οι σύμμαχοί τους επείγονται ν’ αποκτήσουν στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι του IS, μην επιτρέποντας την παραπέρα ισχυροποίησή του.
Υπ’ αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και τη ναυτική επιχείρηση που οργανώνει η Τουρκία σε οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ. Το σεισμογραφικό σκάφος «Μπαρμπαρός» μπήκε στην ΑΟΖ της Κύπρου, σε θαλάσσια περιοχή την οποία η Τουρκία αμφισβητεί και σε οικόπεδα όπου έχουν βρεθεί κοιτάσματα υδρογονανθράκων, συνοδευόμενο από δύο πολεμικά σκάφη, ενώ τουρκική φρεγάτα παρακολουθεί τη γεώτρηση της κοινοπραξίας «ENI – Kogas», που γίνεται με άδεια της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ελάχιστες μέρες μετά το ξέσπασμα αυτής της κρίσης, ο πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου διατύπωσε τις τουρκικές αξιώσεις.
Η Κύπρος ως ενιαίο κράτος καταστράφηκε από τους «τότε εκπροσώπους της ελληνικής δικτατορίας στο νησί», είπε. «Οπως και αν αναφερθεί κανείς σήμερα στην ύπαρξη αυτού του κράτους, είτε ως φαντασιακό, είτε αναφερόμενος στην υφαλοκρηπίδα ή την ΑΟΖ της Κύπρου, οι Τουρκοκύπριοι διατηρούν όσα δικαιώματα έχουν και οι Ελληνοκύπριοι». Και συνέχισε: «Πρέπει να αποδεχτούμε αυτή τη διεθνή νομική πραγματικότητα, αυτή την αλήθεια. Αν αυτό δε γίνει αποδεκτό και υποστηρίζουμε ότι "έχουμε το δικαίωμα ερευνών στον νότο, επειδή ο νότος είναι δικός μας, στους Τούρκους ανήκει ο βορράς", τότε πρέπει να συζητήσουμε το σενάριο των δύο κρατών».
Απλή και ξεκάθαρη λογική, στηριγμένη στα τετελεσμένα που έχουν δημιουργηθεί στην Κύπρο μετά την εισβολή και κατοχή του 1974. Ο,τι κερδήθηκε «στο έδαφος» με πόλεμο δεν χάνεται στα διπλωματικά παζάρια λέει ένα παλιό δόγμα, το οποίο γνωρίζουν καλά όχι μόνο η τουρκική διπλωματία, αλλά και οι ιμπεριαλιστικές πρωτεύουσες. Οι μόνοι που φαίνεται να μην το έχουν καταλάβει είναι οι αστοί πολιτικοί ηγέτες της ελληνοκυπριακής κοινότητας, οι οποίοι πίστευαν ότι χτίζουν έναν ισχυρό άξονα με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, που θα επέτρεπε στον κυπριακό καπιταλισμό να εκμεταλλευτεί τα κοιτάσματα και να εκβιάσει τους Τουρκοκύπριους (δηλαδή την Τουρκία) να δε- χτούν μια λύση επανένωσης που δε θα είναι μεν ομοσπονδία, δε θα είναι όμως και τυπική συνομοσπονδία.
Μέχρι πρότινος έλεγαν τα ίδια μετά την ένταξη στην ΕΕ («η Κύπρος ισχυροποιείται και γίνεται ασφαλής, διότι τα σύνορά της είναι πλέον ευρωπαϊκά σύνορα και η ΕΕ δε θα δεχτεί να βρίσκεται υπό κατοχή ένα μεγάλο τμήμα χώρας μέλους της»). Αυτό αποδείχτηκε μια μπαρούφα, διότι κανένας στην ιμπεριαλιστική Ευρώπη δε θα άφηνε να χαθεί μια αγορά 80 εκατ. ανθρώπων και άφθονων φυσικών πόρων, για να υπερασπιστεί «ζητήματα αρχών». Το περιβόητο σχέδιο Ανάν ήταν η πικρή διάψευση αυτού του παραμυθιού. Η «εισβολή» του τουρκικού ναυτικού στα οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ είναι η εξίσου πικρή διάψευση του μύθου «οι υδρογονάνθρακες και η συμμαχία με το Ισραήλ είναι πλέον η δύναμή μας».
Οι πληροφορίες από τη Λευκωσία επιμένουν ότι ο νέος ειδικός σύμβουλος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό Εσπεν Μπαρθ Αιντε έχει υποστηρίξει σε τοποθέτησή του ότι συζήτηση για το φυσικό αέριο πρέπει να γίνει πριν τη λύση του Κυπριακού. Τα ίδια φέρεται να υποστηρίζει και η γερμανική καγκελαρία. Οσο για τις ΗΠΑ, δε θα έχουν καμιά αντίρρηση να ανταλλάξουν την τουρκική υποστήριξη στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά του IS με τη δική τους ανοχή στην «κατοχή» τμήματος της κυπριακής ΑΟΖ από το τουρκικό ναυτικό. Ετσι κι αλλιώς, τα συμφέροντα των αμερικάνικων εταιριών δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση. Είτε η Κυπριακή Δημοκρατία είτε το Τουρκοκυπριακό κρατικό μόρφωμα έχουν την ιδιοκτησία, οι αμερικάνικες εταιρίες θα κάνουν τη δουλειά τους.
Η Τουρκία δημιουργεί και πάλι τετελεσμένα εκμεταλλευόμενη την πρώτη στρατηγική ευκαιρία που της δόθηκε. Στη συνέχεια, τα τετελεσμένα θα πάρουν και νομική μορφή. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι η ίδια η ΕΕ που έχει δεχτεί πως οι Τουρκοκύπριοι δικαιούνται μερίδιο από τα κοινοτικά κονδύλια, το οποίο διανέμεται μέσω των μηχανισμών της Κομισιόν και όχι μέσω της κυβέρνησης της Λευκωσίας. Γιατί, λοιπόν, να έχει αντίρρηση στην εκχώρηση από τώρα μερίδιου και στο φυσικό αέριο;