Βαθαίνει η ανθρωπιστική κρίση στην Υεμένη, ύστερα από τον βομβαρδισμό από σαουδαραβικά μαχητικά αεροσκάφη, την Τρίτη 14 Νοέμβρη, και την καταστροφή του πολιτικού αεροδρομίου της πρωτεύουσας Σαναά, που εξυπηρετούσε τη μεταφορά εκατοντάδων τόνων ανθρωπιστικής βοήθειας. Ο βομβαρδισμός του αεροδρομίου είχε σαν στόχο να προκαλέσει τη μέγιστη ζημιά στους σιίτες αντάρτες Χούθι που ελέγχουν την πόλη, εξυπηρετώντας την τακτική της Σαουδικής Αραβίας να οδηγήσει τον πληθυσμό του βορείου τμήματος και της πρωτεύουσας της χώρας σε λιμοκτονία, προκειμένου να τον στρέψει ενάντια στους Χούθι σαν υπεύθυνους για την ανθρωπιστική καταστροφή.
Η συμμαχία των αραβικών καθεστώτων υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, που έχει εξαπολύσει τον πόλεμο εναντίον των Χούθι, έχει επιβάλει τον αποκλεισμό του αεροδρομίου από το 2016, επιτρέποντας μόνο λίγες πτήσεις που μεταφέρουν ιατρικό υλικό και τρόφιμα στον πληθυσμό της πόλης ή μεταφέρουν μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων. Μετά τον βομβαρδισμό του αεροδρομίου, αυτή η λιγοστή ανθρωπιστική βοήθεια σταματάει επ’ αόριστο.
Την προηγούμενη εβδομάδα, οι συμμαχικές δυνάμεις σκλήρυναν το εμπάργκο που έχουν επιβάλει στην Υεμένη, επιβάλλοντας πλήρη χερσαίο, εναέριο και θαλάσσιο αποκλεισμό, με αφορμή την εκτόξευση από τους Χούθι ρουκέτας με στόχο την πρωτεύουσα της Σαουδικής Αραβίας, Ριάντ. Η Σαουδική Αραβία ισχυρίζεται ότι το εμπάργκο έχει σαν στόχο να εμποδίσει το Ιράν να συνεχίσει να τροφοδοτεί με όπλα τους Χούθι.
Τη Δευτέρα 13 Νοέμβρη, υπό το βάρος της ανθρωπιστικής κρίσης, η συμμαχία ανακοίνωσε ότι θα άρει τον αποκλεισμό του λιμανιού του Αντεν, που ελέγχεται από τις δυνάμεις του έκπτωτου προέδρου, Μανσούρ Χαντί, για τη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας, αλλά αρνήθηκε να ανοίξει το λιμάνι της Χοντεϊντά που βρίσκεται κοντά στην πρωτεύουσα. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο αποκλεισμός του λιμανιού της Χοντεϊντά θέτει σε κίνδυνο εκατομμύρια πολίτες στο βόρειο τμήμα της χώρας. Το λιμάνι του Αντεν δεν έχει τις απαραίτητες υποδομές για να διαχειριστεί αποτελεσματικά τον όγκο της ανθρωπιστικής βοήθειας που έχει ανάγκη ο λαός της Υεμένης, ενώ η απόστασή του από την Σαναά είναι μεγάλη, γεγονός που αυξάνει το ρίσκο κατά τη μεταφορά της βοήθειας από το λιμάνι στην πρωτεύουσα.
Πριν την έναρξη του αποκλεισμού, η Υεμένη εισήγαγε περίπου το 70% των προϊόντων που χρειάζεται. Πλέον, λόγω της πολιορκίας, υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε τροφή, φάρμακα και καύσιμα, ενώ η τιμή του υγραερίου που χρησιμοποιούν κατά κόρον τα πλατιά λαϊκά στρώματα για το μαγείρεμα έχει αυξηθεί κατά 100% το τελευταίο διάστημα. Σύμφωνα με εκπρόσωπο του ΟΗΕ, το 70% του πληθυσμού της χώρας ζει χωρίς να έχει πλεόνασμα τροφής, δηλαδή ό,τι τρόφιμα αγοράζει τα καταναλώνει την ίδια μέρα. Σε περίπτωση που οι δίοδοι τροφοδοσίας του πληθυσμού με ανθρωπιστική βοήθεια σταματήσουν να λειτουργούν, θα υπάρξουν καταστροφικές συνέπειες για εκατομμύρια ανθρώπους.
Ο ΟΗΕ καλεί τη Σαουδική Αραβία να άρει τον αποκλεισμό στο σύνολο της χώρας, προκειμένου να αποτραπεί ένας από τους μεγαλύτερους λιμούς των τελευταίων δεκαετιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η σαουδαραβική επέμβαση στην Υεμένη έχει επηρεάσει περισσότερους από 21 εκατομμύρια ανθρώπους. Οι εσωτερικοί πρόσφυγες ξεπερνούν τα δυο εκατομμύρια, ενώ οι πρόσφυγες που έφυγαν από την χώρα αναζητώντας άσυλο κυρίως σε γειτονικές χώρες ή στην Ευρώπη φτάνουν τους 280.000. Η ραγδαία χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού έχει οδηγήσει στην κατακόρυφη αύξηση της παιδικής εργασίας και των γάμων ανηλίκων κοριτσιών.
Η διευθύντρια της ανθρωπιστικής οργάνωσης Save the Children, Ράσα Μούρεζ, δήλωσε στο Al Jazeera στη Σαναά, ότι η άρση του αποκλεισμού του Αντεν δεν επαρκεί για να καλυφθούν οι ανάγκες του πληθυσμού σε τρόφιμα και φάρμακα. Περίπου 27 άνθρωποι χρήζουν άμεσης βοήθειας από τους οποίους τα εφτά εκατομμύρια ζουν σε συνθήκες επισιτιστικής κρίσης.
Ο πόλεμος στην Υεμένη μεταξύ των σιιτών Χούθι, που αποτελούν το 30% του συνολικού πληθυσμού, και των δυνάμεων του ανατραπέντος προέδρου της χώρας Χαντί διαρκεί ήδη δυο χρόνια, ενώ λίγο μετά την ανατροπή του Χαντί ακολούθησε η εισβολή της συμμαχίας αραβικών καθεστώτων του Κόλπου υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας με την υποστήριξη των αμερικάνων και άλλων δυτικών ιμπεριαλιστών. Οι συμμαχικές δυνάμεις, παρά την υπεροπλία τους, αδυνατούν να πάρουν τον έλεγχο της πρωτεύουσας από τους εμπειροπόλεμους Χούθι, γι’ αυτό και διεξάγουν πόλεμο φθοράς εναντίον τους, αδιαφορώντας για το κόστος που έχει σε αμάχους, που μέχρι σήμερα έχει φτάσει τους 10.000 νεκρούς. Το μόνο που τους νοιάζει είναι να αποκατασταθεί ο εντολοδόχος τους, Μανσούρ Χαντί, στην ηγεσία της χώρας και να περιοριστεί η επιρροή του Ιράν που στηρίζει τους αντάρτες.