Το αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα έφερε το μακελειό των διαδηλωτών στην πλατεία του πανεπιστημίου της Σανάα στις 18 Μαρτίου, όταν 52 διαδηλωτές έπεσαν νεκροί και περισσότεροι από 600 τραυματίστηκαν από τα πυρά ελεύθερων σκοπευτών των δυνάμεων καταστολής του καθεστώτος εναντίον μιας από τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, αφού πρώτα έκλεισαν με ένα πύρινο τείχος ένα σημαντικό δρόμο διαφυγής από την πλατεία. Την επόμενη μέρα, δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές, αψηφώντας την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και την απαγόρευση των συγκεντρώσεων που είχε επιβάλλει μετά το μακελειό ο πρόεδρος Αλί Σάλεχ, κατέβηκαν στους δρόμους πολλών πόλεων για να θάψουν και να τιμήσουν τους νεκρούς, αλλά και να εκφράσουν την οργή τους ενάντια στο καθεστώς.
Την ίδια μέρα, τουλάχιστον 7 αντικυβερνητικοί διαδηλωτές τραυματίστηκαν στο λιμάνι του Αντεν, όταν η αστυνομία έκανε έφοδο, χρησιμοποιώντας πραγματικά πυρά και δακρυγόνα, στην περιοχή Mualla της πόλης όπου από μέρες είχαν στηθεί σκηνές.
Την επόμενη μέρα, στις 20 Μαρτίου, ο Αλί Σάλεχ, σε μια προσπάθεια να κρατηθεί στην εξουσία, απέλυσε το υπουργικό συμβούλιο με την εντολή να παραμείνει ως υπηρεσιακή κυβέρνηση μέχρι το σχηματισμό νέου. Παράλληλα άρχισε ένα κύμα παραιτήσεων κυβερνητικών και στρατιωτικών αξιωματούχων, καταγγέλλοντας τη σφαγή των διαδηλωτών και δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο τη θέση του.
Στις 20 και 21 Μαρτίου παραιτήθηκαν οι πρεσβευτές της Υεμένης στη Συρία, στη Σαουδική Αραβία, στο Λίβανο, στην Αίγυπτο, στον Αραβικό Σύνδεσμο, στον ΟΗΕ, στην Κίνα, στη Γαλλία και στην Ιαπωνία.
Παραιτήθηκαν επίσης ο υπουργός Τουρισμού, ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας και κορυφαίο στέλεχος του κυβερνητικού κόμματος, ο υπουργός για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ο δήμαρχος της πόλης του Αντεν και ο κυβερνήτης της επαρχίας. Ισχυρό πολιτικό πλήγμα για τον Αλί Σάλεχ ήταν η ανακοίνωση του επικεφαλής της ισχυρής φυλής Χάσιντ, από την οποία προέρχεται και ο Σάλεχ, που τάσσεται με το μέρος των διαδηλωτών και καλεί το Σάλεχ να παραιτηθεί.
Ομως το πιο σημαντικό πλήγμα ήταν η αποσκίρτιση από το κυβερνητικό στρατόπεδο και η προσχώρηση στο αντικυβερνητικό κίνημα του στρατηγού Αλί Μόχσεν αλ – Αχμαρ μαζί με 15 τουλάχιστον ανώτατους αξιωματικούς, μεταξύ των οποίων ο στρατηγός Αλί Αμπντουλάχ Αλίεβα, σύμβουλος του αρχηγού του στρατού και τρεις ταξίαρχοι.
Ο στρατηγός Αχμαρ είναι διοικητής της βορειοδυτικής στρατιωτικής ζώνης, που περιλαμβάνει και την πρωτεύουσα Σανάα και διοικητής της 1ης μεραρχίας τεθωρακισμένων, με έδρα την πρωτεύουσα. Από τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία περιγράφεται ως πολιτικός αντίπαλος του Αλί Σάλεχ σε αρκετές περιπτώσεις και αντίθετος στη διαδοχή του τελευταίου από το γιο του Αχμέντ, παρόλο που υπήρξε στενός συνεργάτης του Σάλεχ κατά το μεγαλύτερο μέρος της 32χρονης προεδρίας του. Είναι βετεράνος του εμφύλιου πολέμου που ξέσπασε το 1994, κατά τον οποίο ο κυβερνητικός στρατός κατέπνιξε απόπειρα απόσχισης της νότιας Υεμένης μόλις τέσσερα χρόνια μετά την ενοποίησή της με τη βόρεια Υεμένη, ενώ τα τελευταία χρόνια είχε αναλάβει δράση εναντίον των σιιτών ανταρτών στο βόρειο τμήμα της χώρας. Φέρεται επίσης ότι έχει δεσμούς με τις μαχητικές ισλαμικές ομάδες από την περίοδο του πολέμου στο Αφγανιστάν εναντίον των σοβιετικών στρατευμάτων, στον οποίο συμμετείχαν και μαχητές από την Υεμένη, και λειτουργούσε από τότε ως σύνδεσμος ανάμεσα σ’αυτές και την κυβέρνηση, γι αυτό και αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη και δυσπιστία από τους Αμερικάνους.
Με εντολή του στρατηγού Αχμαρ αναπτύχθηκαν στρατιωτικές δυνάμεις και τανκς γύρω από την πλατεία κοντά στο πανεπιστήμιο, κέντρο του αντικυβερνητικού κινήματος, για την προστασία, κατά δήλωση του ίδιου, των διαδηλωτών, μπροστά στο υπουργείο Αμυνας, στο κτίριο της κρατικής τηλεόρασης, στην Κεντρική Τράπεζα και στους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας. Από το αντίπαλο στρατόπεδο αναπτύχθηκαν τανκς και δυνάμεις της Προεδρικής Φρουράς, που διοικείται από το γιο του Αλί Σάλεχ, Αχμέντ, μπροστά στο προεδρικό μέγαρο και λίγο αργότερα ο υπουργός Αμυνας ανακοίνωσε ότι ο στρατός υποστηρίζει τον πρόεδρο και τη συνταγματική τάξη και θα πατάξει κάθε απόπειρα πραξικοπήματος.
Τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές ο στρατός, στον οποίο, εκτός από τον προεδρικό γιο, τέσσερα ανήψια του Σάλεχ κατέχουν σημαντικά πόστα, είναι κομμένος στα δύο. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από τις δηλώσεις του Αλί Σάλεχ στις 22 Μαρτίου. Απευθυνόμενος σε μια ομάδα αξιωματικών προειδοποίησε ότι «αυτοί που θέλουν να αναρριχηθούν στην εξουσία με πραξικοπήματα πρέπει να μάθουν ότι δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Η πατρίδα δεν θα είναι ασφαλής, θα γίνει εμφύλιος πόλεμος, αιματηρός πόλεμος». Παράλληλα πρότεινε να παραμείνει στην εξουσία μέχρι το τέλος του 2011 και όχι μέχρι το τέλος της θητείας του το 2013 για να δρομολογήσει μια «συνταγματική» μεταβίβαση της εξουσίας και πρόσθεσε ότι δεν θα παραδώσει την εξουσία στο στρατό. Η πρότασή του απορρίφτηκε από την αντιπολίτευση, η οποία θεωρεί ότι μετά το μακελειό της 18ης Μαρτίου δεν υπάρχουν περιθώρια συζήτησης με τον Αλί Σάλεχ και ζητά την άμεση παραίτησή του.
Ο Λευκός Οίκος παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία τις εξελίξεις καθώς κινδυνεύει σοβαρά να χάσει ένα στενό συνεργάτη του στον πόλεμο «κατά της τρομοκρατίας», τον οποίο έχει χρηματοδοτήσει με πολλά εκατομμύρια δολάρια. Εκτός αυτού, η Υεμένη κατέχει στρατηγική θέση στο νότιο τμήμα της Αραβικής Χερσονήσου, καθώς συνορεύ-ει με τη Σαουδική Αραβία βόρεια, με το Ομάν ανατολικά και βρέχεται από την Ερυθρά και την Αραβική θάλασσα. Εξαρχής προέτρεπε τον Αλί Σάλεχ να δείξει αυτοσυγκράτηση και να επιδιώξει πολιτική λύση μέσω διαλόγου για να αποφύγει τα χειρότερα και έσπευσε να καταδικάσει τη χρήση βίας κατά των διαδηλωτών στις 18 Μαρτίου.
Αυτή τη στιγμή η κατάσταση στην Υεμένη είναι πολύπλοκη και κάθε πρόβλεψη παρακινδυνευμένη. Ο Αλί Σάλεχ έχει δύο επιλογές: να παραιτηθεί ή να ασκήσει περισσότερη βία κατά των αντιπάλων του. Ακόμη και ο εμφύλιος πόλεμος δεν μπορεί να αποκλειστεί, καθώς ο εξουσιομανής δικτάτορας παίζει το τελευταίο του χαρτί προκειμένου να υπερασπίσει τα συμφέροντα της κλίκας του. Στην περίπτωση που παραιτηθεί, θεωρείται πιθανή ως εναλλακτική λύση μια μεταβατική κυβέρνηση υπό την εποπτεία της στρατιωτικής ηγεσίας με τον στρατηγό Αχμαρ και τους στενούς συνεργάτες του, κατά το πρότυπο της Αιγύπτου. Στην περίπτωση που επιμείνει να παραμείνει με οποιοδήποτε κόστος στην εξουσία, αγνοώντας τις προτροπές των αμερικάνων πατρώνων του, οι εξελίξεις θα είναι απρόβλεπτες και απειλείται η ίδια η ενότητα της χώρας, καθώς υπάρχει το αποσχιστικό κίνημα στο νότιο τμήμα της χώρας, το αυτονομιστικό κίνημα στο βόρειο και ισχυρές ισλαμικές μαχητικές ομάδες.
Υπάρχει βέβαια και η εκδοχή να χρησιμοποιούνται οι απειλές περί εμφύλιου πολέμου από τον Αλί Σάλεχ ως διαπραγματευτικό χαρτί για να εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή έξοδο από την εξουσία και να διασφαλίσει τα οικονομικά συμφέροντα της κλίκας του.