Στις 11 Σεπτέμβρη του 1973, η εργατική τάξη της Χιλής ξυπνούσε από τα ποδοβολητά και τους πυροβολισμούς των στρατιωτών που απλώνονταν σε όλους τους δρόμους του Σαντιάγκο. Οι πραξικοπηματίες, με την αμέριστη στήριξη των εκπροσώπων της άρχουσας τάξης και το συγκαταβατικό νεύμα του θείου Σαμ, έβαζαν τέρμα στο πολυδιαφημιζόμενο «σοσιαλιστικό πείραμα» της δεκαετίας του ’70, που ήρθε ως αποτέλεσμα του «κοινοβουλευτικού-ειρηνικού περάσματος». Ενας από τους λίγους που είχε την τύχη να αντισταθεί ένοπλα στους δήμιους και να υπερασπιστεί την τιμή του εγχειρήματος ήταν ο ιθύνων νους του, ο Σαλβαδόρ Αλλιέντε. Αφοπλισμένοι οι εργάτες μακελεύονταν υπό τις διαταγές του «έμπιστου» στρατηγού της «σοσιαλιστικής» κυβέρνησης Αουγκούστο Πινοσέτ! Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους: μαζικές δολοφονίες, βασανιστήρια, χιλιάδες εξαφανίσεις, για να πάρουν ένα καλό μάθημα οι καταπιεσμένοι της Λατινικής Αμερικής και να μείνουν καθυποταγμένοι στον αφέντη τους.
36 χρόνια μετά, ο «σοσιαλισμός του εικοστού πρώτου αιώνα», η «μπολιβαριανή επαναστατική διαδικασία», σκορπά νέες αυταπάτες, σφυρηλατεί νέες πλάνες σε μια τεράστια εξαθλιωμένη ζώνη ανθρώπων που αναζητούν νέους σωτήρες για να τους ανακουφίσουν από το καθημερινό μαρτύριο της επιβίωσης, έστω και με λίγα ψίχουλα από τα κέρδη της αστικής τάξης.
Κλείνουν σχεδόν τρεις μήνες από το πραξικόπημα στη Ονδούρα. Στις 28 Ιουνίου, ο στρατός εισέβαλε στο προεδρικό μέγαρο, απήγαγε τον πρόεδρο Σελάγια και τον ξαπόστειλε αεροπορικώς στην Κόστα Ρίκα. Ακαριαία ξεκίνησαν κινητοποιήσεις απ’ άκρου σ’ άκρο της χώρας, για ν’ αντισταθούν στους πραξικοπηματίες, την οικονομική ολιγαρχία του τόπου, που έχει οδηγήσει τη συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων της Ονδούρας στην απόλυτη εξαθλίωση. Το τίμημα του αγώνα βαρύ. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, 4.000 κρατούνται σε φυλακές και σε άλλους χώρους συγκέντρωσης. Την ίδια στιγμή οργιάζουν τα βασανιστήρια και οι δολοφονίες συνδικαλιστών, δημοσιογράφων, διανοούμενων, όλων όσων θεωρούνται από το καθεστώς αρχηγοί, υποκινητές της αντίστασης. Οι εξαφανίσεις δίνουν και παίρνουν. Σκηνές φρίκης μεταφέρουν όσοι κατόρθωσαν να βγουν από τη χώρα. Μιλούν για διαμελισμένα πτώματα που καίγονται για να χαθούν μια για πάντα τα ίχνη τους.
Οι προβολείς, όμως, δεν πέφτουν στο λαό που ματώνει, αλλά σε έναν πρόεδρο που ικετεύει για να επιστρέψει στο θώκο του. Στον αλαφροΐσκιωτο Σελάγια, που σέρνεται στους διαδρόμους της ατίμωσης, των διαπραγματεύσεων, του διαλόγου με όσους μια ωραία πρωία τον ξεσπίτωσαν με τις πυτζάμες. Παρακαλεί τις ΗΠΑ, μπας και αυτοί που κι- νούν τα νήματα στη χώρα του νιώσουν ότι έχουν ανάγκη από φτιασίδωμα στο καθεστώς της βίας και του τρόμου. Τον φτύνουν κανονικά και με τον νόμο και αυτός λέει ότι ψιχαλίζει. Ορο απαράβατο του θέτουν, για να επιστρέψει, ότι όλα όσα μεσολάβησαν από την απαγωγή του θα παραμείνουν ως έχουν. Στο γύψο o λαός, οι πραξικοπηματίες στις θέσεις τους και όλα μέλι-γάλα για την πλουτοκρατία της Ονδούρας και τους ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ. Και αυτός, που το «επαναστατικό» του κατόρθωμα ήταν… να απομακρυνθεί διστακτικά από την συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ και να αναζητήσει συνεργασία με τον Τσάβες, αντί να τους ξεχέσει πατόκορφα, το… συζητάει! Οι Αμερικάνοι στέλνουν ακάθεκτοι στρατό στην Ονδούρα ενισχύοντας τη βάση τους και εμμέσως πλην σαφώς τους εκλεκτούς τους πραξικοπηματίες κι αυτός παραχωρεί συνεντεύξεις, λέγοντας ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ τον στηρίζει!
Ο κατήφορος δεν έχει τελειωμό για τον Σελάγια. Ομως, η κρίση στην Ονδούρα ανέδειξε για τα καλά και τα όρια του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα». Ενώ είναι φως φανάρι, πλέον, ότι οι ΗΠΑ εμπλέκονται ενεργά στο πραξικόπημα, ότι καθυστερούν τον Σελάγια όσο το δυνατόν περισσότερο για να εκμαιεύσουν όλες τις εγγυήσεις που χρειάζονται για να παραμείνει μαριονέτα τους, ότι ετοιμάζουν εκλογές νοθείας τον προσεχή Δεκέμβρη για να βαπτίσουν στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ τη δικτατορία των εκλεκτών τους, ο Τσάβες τηρεί σιγήν ιχθύος. Αντί να ξεσηκώσει τον κόσμο, όπως άλλες φορές, όταν απειλούνται τα συμφέροντά του, προσφέρει χρόνο και χώρο στον αντίπαλό του Ομπάμα να ελιχθεί. Δεν πέρασε πολύ καιρός από τότε που ο Τσάβες δήλωνε ότι το αντάρτικο στην Κολομβία πρέπει να σιγήσει. Οτι η ένοπλη πάλη του κολομβιανού λαού είναι αδιέξοδη και επιζήμια για την Λατινική Αμερική. Και όλα αυτά, λίγο μετά τη δολοφονία βασικών στελεχών των FARC από το στρατό της φασιστικής κολομβιανής κυβέρνησης, που εξοπλίζεται αδιάλειπτα από τις ΗΠΑ!
Το κίνημα των ιθαγενών, των φτωχών αγροτών, των απόκληρων που στοιβάζονται κατά εκατομμύρια στις παραγκουπόλεις των μεγάλων πόλεων σάρωσε την τελευταία δεκαετία την Λατινική Αμερική, φέρνοντας στο προσκήνιο νέες αστικές κυβερνήσεις, που θέλουν να βάλουν νέους κανόνες στη διανομή της πίτας. Ο παράδεισος των μονοπωλίων των ΗΠΑ, που στράγγιζαν και την τελευταία πλουτοπαραγωγική πηγή κάθε λατινοαμερικάνικης χώρας, είναι πλέον παρελθόν. Μέχρι εκεί, όμως. Οι κυβερνήσεις της Βενεζουέλας, της Βολιβίας, του Εκουαδόρ δεν αμφισβήτησαν ούτε κατά διάνοια –ούτε πρόκειται να αμφισβητήσουν– τη βασική πηγή εκμετάλλευσης των κοινωνιών τους: την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Η εργατική τάξη παρασύρθηκε μέσα στον ορμητικό χείμαρρο των εξελίξεων, αλλά δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τη δική της βάρκα, να κάνει κουπί για τον εαυτό της. Να διατηρήσει την πολιτική και οργανωτική της αυτοτέλεια, την ταξική της ανεξαρτησία από την αστική τάξη. Ακολούθησε τις αστικές κυβερνήσεις, που σήμερα χρησιμοποι-ούν όλα τα μέσα για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους, ερχόμενες σε ευθεία ρήξη με την ίδια την εργατική τάξη και τα συμφέροντα όλης της εργαζόμενης κοινωνίας.
Ενώ η γιάνκικη μπότα έκανε ένα βήμα πίσω, άλλοι ιμπεριαλιστές κάνουν βήματα μπροστά με τη δυναμική τους εμφάνιση στην υποήπειρο. Κίνα και Ρωσία διαγκωνίζονται για παραγγελίες σε πολεμικό υλικό, για παροχή πιστώσεων, για εκτεταμένη εξαγωγή κεφαλαίου. Οι ΗΠΑ με τη σειρά τους ενισχύουν τις εφεδρείες τους σε όσες χώρες ελέγχουν, φτιάχνουν νέες βάσεις στην Κολομβία. Οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται. Από το 2007 μέχρι σήμερα, για τις 12 χώρες της Νότιας Αμερικής η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών έφτασε το 30%! Το ποσό αυτό είναι τεράστιο και σίγουρα μεγάλη πληγή για την εργαζόμενη κοινωνία που καθημερινά βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στην ανεργία και την ανέχεια. Η παγκόσμια οικονομική κρίση συναντά τη Λατινική Αμερική σε αναβρασμό. Σήμερα, μπορεί να βρίσκεται στην άμπωτη, να ορθώνεται παντού το status quo των «αριστερών» καθεστώτων, αλλά η πλημμυρίδα δεν θα αργήσει να έρθει. Και αυτή τη φορά η εργατική τάξη πρέπει να βγει ξανά στο προσκήνιο. Ας είναι η αιματοβαμμένη ήπειρος η αρχή.