Σίγουρα δεν ήταν οι δεκάδες χιλιάδες πιστοί στην πλατεία του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, που προσευχήθηκαν να μη γίνει πόλεμος στη Συρία την περασμένη Κυριακή, ούτε η… συγκλονιστική δήλωση του ποντίφηκα Φρανσίσκο Βεργόλιο πως έχει «την υποψία ότι οι πόλεμοι γίνονται για να πωλούνται όπλα», που οδήγησαν την αμερικάνικη κυβέρνηση σε τέτοια θεαματική κωλοτούμπα στο συριακό ζήτημα. Ούτε, βέβαια, ο Ομπάμα συγκλονίστηκε από τις έξι δημοσκοπήσεις που έγιναν από αμερικάνικα ειδησεογραφικά Μέσα (ABC, Associated Press, CNN, New York Times, Pew Research, USA Today) και κατέγραφαν ένα βροντερό ΟΧΙ στον πόλεμο, της τάξης του 59% με 64%, και αποφάσισε να παγώσει επ' αόριστον την πολεμική επιχείρηση που βρισκόταν προ των πυλών. Ούτε ήταν η υποτιθέμενη «γκάφα» του Κέρι στη συνέντευξη Τύπου με τον βρετανό ομόλογό του, όταν είπε πως αν η Συρία παρέδιδε το χημικό της οπλοστάσιο θα μπορούσε να αποφύγει την επίθεση, που γλίτωσε(;) τη Συρία από το βομβαρδισμό. Γιατί μια τέτοια «γκάφα» αποκλείεται να γινόταν, αν δεν υπήρχε το σχετικό παρασκήνιο που της έδινε βάση.
Το κακό σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι το «ζουμί» βρίσκεται σ’ αυτό ακριβώς το παρασκήνιο και όχι στις επίσημες δηλώσεις των πολιτικών διαχειριστών του συστήματος εξουσίας, ιδιαίτερα όταν παίζονται χοντρά γεωπολιτικά συμφέροντα όπως στην περίπτωση της Συρίας. Παραμένει όμως παρασκήνιο, ορισμένες πλευρές του οποίου ίσως μάθουμε μετά από δεκαετίες. Τώρα, όμως, η κάθε αντιμαχόμενη πλευρά φροντίζει να παρουσιάσει τα πράγματα έτσι όπως τη βολεύουν. Γι’ αυτό και θα προσπαθήσουμε να επικεντρωθούμε όσο γίνεται στα γεγονότα και όχι σε εικασίες, προκειμένου να βγάλουμε πολιτικά συμπεράσματα από αυτή την ιστορία.
Γκάφα ο κουρνιαχτός;
Ο κουρνιαχτός που σηκώθηκε από τους Αμερικάνους για τα χημικά όπλα στη Συρία, μετά από την επίθεση της 21ης Αυγούστου, σίγουρα δεν έγινε «κατά λάθος». Ούτε φυσικά έγινε «για το καλό των αμάχων», όταν οι ίδιοι ή οι σύμμαχοί τους, οι Σιωνιστές, έχουν ρίξει ουκ ολίγες φορές παρόμοιες βόμβες σε αμάχους (από αυτές με το απεμπλουτισμένο ουράνιο, που έριχναν οι αμερικανονατοϊκοί με το τσουβάλι στη Γιουγκοσλαβία, μέχρι τις βόμβες λευκού φωσφόρου που έριχναν οι Σιωνιστές στη Γάζα). Ακόμα κι αν δεχτεί κανείς ότι όντως τα χημικά τα έριξε το καθεστώς ή κάποιοι μέσα από το καθεστώς εν αγνοία του Ασαντ, όπως «αποκάλυψαν» πηγές των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών (πράγμα εξαιρετικά απίθανο σε ένα τακτικό στρατό με τέτοιο ασφυκτικό έλεγχο από το καθεστώς), δε θ’ αποτελούσε αιτία για πόλεμο, μιας και οι Αμερικάνοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο Ασαντ δολοφονεί εδώ και πολύ καιρό εν ψυχρώ άμαχο πληθυσμό (όπως γράψαμε και στο προηγούμενο φύλλο της «Κ»). Ομως, μέχρι τώρα δεν κούνησαν το δαχτυλάκι τους για να τον ρίξουν.
Ο κουρνιαχτός επομένως ήταν προμελετημένος και σίγουρα αποσκοπούσε κάπου. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που οι Αμερικάνοι απειλούν να χτυπήσουν ή εξαπολύουν βομβαρδισμούς με το πρόσχημα όπλων μαζικής καταστροφής, χημικών ή άλλων. Το ίδιο έκαναν και στο Ιράκ και μόνο με την υπόνοια ότι το καθεστώς Σαντάμ είχε τέτοια όπλα (υπόνοια που αργότερα αποδείχτηκε κάλπικη).
Πού αποσκοπούσε ο κουρνιαχτός; Σε αυτό που ο Ομπάμα σκιαγράφησε στο τελευταίο διάγγελμά του την περασμένη Τρίτη το βράδυ: «Και την ημέρα μετά από οποιαδήποτε στρατιωτική δράση, θα διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας να επιτύχουμε μία πολιτική λύση που δυναμώνει αυτούς που αρνούνται τις δυνάμεις της τυραννίας και του εξτρεμισμού». Πολιτική λύση προς το συμφέρον των ΗΠΑ, υπό την απειλή των βομβαρδιστικών, αυτός ήταν και παραμένει ο στόχος των Αμερικάνων. Ενδεχόμενη οικειοθελής αποχώρηση του Ασαντ και διάδοχη λύση με τη συμμετοχή του τμήματος της αντιπολίτευσης που είναι αμερικανόδουλο θα ήταν ό,τι χρειάζονται οι Αμερικάνοι για να διεισδύσουν στη χώρα, χωρίς να διακινδυνεύσουν να χάσουν την εξουσία από τους τζιχαντιστές, που συνεχώς δυναμώνουν αποτελώντας, σύμφωνα με τον Κέρι, ένα 15% με 25% των μαχητών της αντιπολίτευσης. Ποσοστό κατά πολλούς υποεκτιμημένο, αφού υπάρχουν εκτιμήσεις ότι οι τζιχαντιστές αριθμούν τουλάχιστον το 50% των μαχητών της αντιπολίτευσης, οργανωμένοι σε πάνω από 70 ισλαμικές οργανώσεις, όπως αποκάλυψε αμερικάνος στρατιωτικός αξιωματούχος, σύμφωνα με το αμερικάνικο πρακτορείο NBC την προηγούμενη Παρασκευή (https://investigations.nbcnews.com/_news/2013/09/06/20348901-not-one-of-bad-guys-but-syrian-rebel-group-proclaims-anti-american-bent?lite).
Τα όρια μιας επίθεσης
Ακόμα όμως κι αν τα βομβαρδιστικά έπιαναν (ή πιάσουν στο μέλλον) δουλειά, οι Αμερικάνοι δύσκολα θα τολμούσαν να επιχειρήσουν χερσαία επέμβαση (χωρίς φυσικά να αποκλείεται και αυτή η εκδοχή). Οχι επειδή το διαψεύδουν όλα τα κυβερνητικά στελέχη (του Ομπάμα συμπεριλαμβανόμενου), αλλά γιατί τώρα δεν τους παίρνει να κάνουν κάτι τέτοιο. Στο Ιράκ δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν απόλυτη κυριαρχία, παρά τα οχτώ χρόνια κατοχής στη χώρα. Η πετρελαϊκή παραγωγή δεν έχει κατορθώσει ακόμα να φτάσει τα ανώτερα επίπεδα της εποχής του Σαντάμ (τον τελευταίο καιρό έχει μάλιστα ελαττωθεί, λόγω της πολιτικής αστάθειας και προβλημάτων στις υποδομές), ενώ οι επιθέσεις συνεχίζονται με κίνδυνο να βυθιστεί ξανά η χώρα σε νέα εμφύλια σύρραξη (800 ήταν οι νεκροί τον Αύγουστο από βομβιστικές επιθέσεις), οπότε η όποια σταθερότητα για επενδύσεις στη χώρα πάει κατά διαβόλου.
Ούτε στο Αφγανιστάν έχουν καταφέρει να επικρατήσουν (βλέπε ρεπορτάζ στη διπλανή σελίδα), ενώ στη Λιβύη η κατάσταση είναι τόσο καταστροφική που η χώρα αναγκάζεται να εισάγει πετρέλαιο (όπως γράψαμε στο προηγούμενο φύλλο της «Κ»)!
Μια ενδεχόμενη χερσαία επέμβαση στη Συρία θα περιέπλεκε ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Οι Αμερικάνοι δε θα είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο το στρατό του Ασαντ και τους μαχητές της Χεζμπολά, που είναι στο πλευρό του, αλλά και αρκετούς από τους «δικούς τους» συμμάχους, που πολεμούν τον Ασαντ (πολλοί απ’ αυτούς πολέμησαν εναντίον τους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν), οι οποίοι φρόντισαν να στείλουν το μήνυμα μέσα από τα δυτικά ΜΜΕ: «Ο εχθρός του εχθρού μου δεν είναι κατ' ανάγκη φίλος μου».
Τα όρια μιας επίθεσης ήταν επομένως περιορισμένα κι αυτό το γνώριζε καλά ο Ομπάμα όταν απειλούσε ότι θα επιτεθεί.
Οι αμερικάνικοι δισταγμοί
Η κατάσταση που περιγράψαμε παραπάνω και ο κίνδυνος από μία απροσδόκητη τροπή στην επικείμενη στρατιωτική επιχείρηση κατά της Συρίας ήταν οι αιτίες που ακόμα και ρεπουμπλικάνοι βουλευτές αρνήθηκαν να δώσουν το ΟΚ στον Ομπάμα να βομβαρδίσει. Οταν η Ουάσινγκτον Ποστ (παραδοσιακό προπύργιο των Δημοκρατικών) δημοσιεύει σε περίοπτη θέση στην ιστοσελίδα της, στην στήλη «Γνώμες» (πριν το διάγγελμα Ομπάμα) την αρνητική θέση ρεπουμπλικανού βουλευτή (του Τέξας μάλιστα) κατά της επικείμενης επέμβασης (βλ. https://www.washingtonpost.com/opinions/ted-cruz-why-ill-vote-no-on-syria-strike/2013/09/09/34750cde-1972-11e3-a628-7e6dde8f889d_story.html), αυτό δείχνει ότι ο Ομπάμα δεν κατόρθωσε να πείσει ούτε κάποια από τα «γεράκια».
Αυτό φάνηκε και από τον εις βάρος του συσχετισμό στο Κογκρέσο, με τους 257 από τους 433 βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων να είναι κατά ή να συγκλίνουν προς το να καταψηφίσουν μία στρατιωτική επίθεση, έναντι μόνο 25 που τάσσονται καθαρά υπέρ. Στη Γερουσία οι 41 από τους 100 αντιτίθενται ή συγκλίνουν στο να απορρίψουν την πρόταση Ομπάμα, ενώ μόνο 23 δηλώνουν υπέρ, όπως έγραφε η Ουάσινγκτον Ποστ την περασμένη Τετάρτη (11/9).
Αυτό δε σημαίνει ότι αν και όποτε γίνει τελικά η ψηφοφορία (που αναβλήθηκε για να εξεταστεί η ρώσικη πρόταση) θα απορριφθεί η πρόταση Ομπάμα, αν και ο ίδιος δήλωσε ότι δεν είναι σίγουρος ότι το Κογκρέσο θα την υπερψηφίσει. Ενδεχομένως, η πρόταση να αναδιατυπωθεί για να χωρά ερμηνείες και τελικά ο Ομπάμα να γλιτώσει τον εξευτελισμό, αφού οι αναποφάσιστοι είναι αρκετοί για να αντιστρέψουν τα δεδομένα. Αυτό σημαίνει όμως ότι ο Ομπάμα βρίσκεται σε δύσκολη θέση να πείσει για την αποτελεσματικότητα της τακτικής του.
Τρία είναι τα επιχειρήματα του ρεπουμπλικανού βουλευτή Τεντ Κρουζ, την άποψη του οποίου δημοσίευσε η Ουάσινκγτον Πόστ. Το πρώτο είναι ότι ο Ασαντ δεν αποτελεί άμεσο κίνδυνο για την «εθνική ασφάλεια» των ΗΠΑ. Το δεύτερο ότι οι αντικαθεστωτικοί αντάρτες δεν είναι καλύτεροι από αυτόν κι ότι επτά από τις εννέα σημαντικότερες αντικαθεστωτικές οργανώσεις έχουν σημαντικούς δεσμούς με τους ισλαμιστές. Το τρίτο είναι ότι ο κίνδυνος εκτραχηλισμού και μεγαλύτερης εμπλοκής στον πόλεμο σε περίπτωση βομβαρδισμών είναι υπαρκτός σε μία χώρα που οι ΗΠΑ δεν έχουν καθαρούς συμμάχους. Επιχειρήματα που έχουν ισχυρή βάση και δύσκολα μπορούν να ανασκευαστούν από τους υποστηρικτές μιας στρατιωτικής επίθεσης. Επιχειρήματα που δεν έχουν φυσικά να κάνουν ούτε με τον πόθο για δικαιοσύνη ούτε με την αγάπη για την ειρήνη, αλλά με την αποτελεσματικότητα της προώθησης των αμερικάνικων συμφερόντων στην περιοχή.
Η ρώσικη πρόταση
Με αυτή την κατάσταση να διαμορφώνεται στο εσωτερικό, ο Ομπάμα δεν είχε άλλη επιλογή από το να δεχτεί να εξετάσει την ρώσικη πρόταση για διεθνή έλεγχο και σταδιακή καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας, που σίγουρα κουβεντιάστηκε αρκετό καιρό στο παρασκήνιο. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιό βαθμό απείλησε και η Ρωσία για μεγαλύτερη δική της εμπλοκή αν τα πράγματα εκτραχυνθούν (μην ξεχνάμε ότι η Ρωσία έχει στείλει ήδη τέσσερα πολεμικά πλοία στην περιοχή), το σίγουρο όμως, είναι ότι η ρωσική πρόταση ήταν μια κάποια «λύση». Ακόμα κι αν αυτή η λύση είναι αμφίβολο αν θα περπατήσει, αφού θα είναι σίγουρα χρονοβόρα και ήδη σκαλώνει στις αντιθέσεις μεταξύ των «ισχυρών». Η Ρωσία δεν θέλει ούτε υπόνοια απειλής για επέμβαση στη Συρία στην απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε αντίθεση με ΗΠΑ και Γαλλία που θέλουν ζωντανή την απειλή του πολέμου.
Ετσι, η «γκάφα» Κέρι την περασμένη Δευτέρα έδειξε αλλαγή τακτικής, χωρίς όμως να αποτρέπει την χρήση βίας στο μέλλον. Κάτι ανάλογο είχαν κάνει οι Αμερικανοί με τον Σαντάμ πριν από έντεκα χρόνια, το Νοέμβρη του 2002. Τότε, ο Σαντάμ είχε αποδεχτεί το ψήφισμα 1441 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τον έλεγχο του οπλοστασίου του, παρά το ότι συμπεριλάμβανε ταπεινωτικά μέτρα κατά του Ιράκ (ανακρίσεις ιρακινών αξιωματούχων στο εξωτερικό, αποκλεισμούς περιοχών από τους επιθεωρητές του ΟΗΕ αν κριθεί απαραίτητο κτλ.) και οι Αμερικάνοι έδωσαν μία παράταση τεσσάρων μηνών στον Σαντάμ, που τελικά δεν απέφυγε τον πόλεμο. Γιατί τότε ο πόλεμος ήταν προαποφασισμένος από τους Αμερικάνους και τους Βρετανούς, το μέτωπο αρκετά συμπαγές σε σχέση με σήμερα ενώ υπήρχαν ελπίδες για σχετικά γρήγορη νίκη.
Τώρα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για τους «σταυροφόρους». Γιατί η εμπειρία από το Ιράκ και το Αφγανιστάν, αλλά και η αστάθεια και έλλειψη «καθαρών συμμάχων» μέσα στην ίδια τη Συρία, τους κάνουν πιο διστακτικούς στο να ανοίξουν ένα μέτωπο που δεν ξέρουν πού θα τους βγάλει.
Διάγγελμα σύγχυσης
Οταν το editorial της Ουάσινγκτον Ποστ της περασμένης Τρίτης (10/9), με τίτλο «Παραπατώντας προς μία λύση στη Συρία», τα ρίχνει στον Ομπάμα, υποστηρίζοντας ότι αυτός και η κυβέρνησή του «πρόσφεραν δύσκολα πιστευτές, πρόχειρες και συχνά αντιφατικές εξηγήσεις για την αναγκαιότητα μιας στρατιωτικής επίθεσης και τα αποτελέσματα που αυτή θα έχει», κι όλα αυτά «πριν από τη ζαλισμένη στροφή προς την ad hoc διπλωματική πρωτοβουλία να τεθούν τα χημικά όπλα της Συρίας υπό διεθνή έλεγχο», κι ακόμη ότι η κυβερνητική προσέγγιση για τη Συρία παραμένει θολή ακόμα και μετά το διάγγελμα Ομπάμα, με το οποίο «απευθύνθηκε στη χώρα μέσα από μία βαθειά πολιτική τρύπα, σκαμμένη κυρίως από τον ίδιο», τότε τα πράγματα είναι ζόρικα για τον πρόεδρο που υποσχέθηκε «ειρήνη» και φέρνει βομβαρδιστικά.
Η εφημερίδα δεν χαρίστηκε ούτε στον Κέρι που δήλωνε ότι «αποκλείεται» ο Ασαντ να δεχτεί τον έλεγχο του χημικού του οπλοστασίου, για να αποδεχτεί στη συνέχεια να εξετάσει τη ρωσική πρόταση που μιλά γι’ αυτόν ακριβώς τον έλεγχο. Επομένως, ούτε το τελευταίο διάγγελμα Ομπάμα φαίνεται να πείθει για την πολιτική του.
Ασφαλέστερος ο κόσμος;
Ισως ορισμένοι να πιστέψουν ότι από τούτη εδώ την ιστορία τελικά βγαίνει κι ένα αισιόδοξο συμπέρασμα. Οτι η ισορροπία μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας απέτρεψε τον πόλεμο και ότι ο κόσμος πλέον είναι ασφαλέστερος, αφού όλα θα κριθούν στο διπλωματικό πεδίο. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Πρώτα απ' όλα ,δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το μακελειό στη Συρία συνεχίζεται. Ο πόλεμος δεν έχει κοπάσει, ούτε το αίμα των αμάχων έχει σταματήσει να ρέει. Από την άλλη μεριά, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι οι Αμερικάνοι δε θα βομβαρδίσουν στο μέλλον τη Συρία, ακόμα κι αν έχουν όλες τις επιφυλάξεις που αναφέραμε παραπάνω. Γιατί μπορεί ο Ομπάμα να έχει γίνει ρόμπα το τελευταίο διάστημα και ο Ασαντ να ενισχύθηκε πολιτικά με τις πλάτες των Ρώσων, το μέτωπο όμως έχει ήδη ανοίξει και οι Αμερικάνοι δεν πρόκειται να κάνουν την πάπια και να καταπιούν το στραπάτσο. Μια ιμπεριαλιστική υπερδύναμη δεν κάνει πίσω τόσο εύκολα, σε εποχές μάλιστα που η παγκόσμια οικονομική κρίση οξύνεται.
Σήμερα οι Αμερικάνοι έδειξαν με τον τρόπο τους ότι η πολεμική τους μηχανή είναι παρούσα στη Μέση Ανατολή και θα τη χρησιμοποιήσουν αν χρειαστεί για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι παρόμοιες ανοησίες για την ισορροπία δυνάμεων ΗΠΑ – Ρωσίας που εξασφαλίζει την «ειρήνη» έχουν ειπωθεί και στο παρελθόν και οι Αμερικάνοι δεν δίστασαν να χτυπήσουν το Ιράκ, με τον Σαντάμ να αποδεικνύεται «τζούφιος». Η περιβόητη άμυνα της Βαγδάτης (υποστηριζόμενη με ρωσικά όπλα) αποδείχθηκε τρύπια και πιο ανίσχυρη από την αντίσταση στον σιιτικό Νότο, που κράτησε πολύ περισσότερο.
Γι’ αυτό και η ιμπεριαλιστική «ειρήνη», που υποτίθεται ότι εξασφαλίστηκε, μπορεί πολύ πιο σύντομα από όσο περιμένει κανείς να μετατραπεί σε ένα ακόμα μακελειό, με μπόλικες «παράπλευρες απώλειες», για να επιβληθούν τα συμφέροντα του παγκόσμιου χωροφύλακα, που παραμένουν οι ΗΠΑ, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις του «προοδευτικού» τους προέδρου.