Μετά την επίσκεψη Ομπάμα στη Μόσχα, σίγουρα όλοι θα πρέπει να αισθάνεστε ασφαλέστεροι! Δεν είναι λίγη η μείωση των πυρηνικών κεφαλών των δύο «πυρηνικών γιγάντων» στις 1.500 με 1.675 έκαστος, από τις 6.000 (και για τις δύο χώρες) που προέβλεπε η συμφωνία START-1 που είχε υπογραφεί το 1991 (πέντε μήνες πριν την κατάρρευση της «ΕΣΣΔ») και λήγει στις 5 Δεκέμβρη, ή τις 2.200 πυρηνικές κεφαλές έκαστος που προέβλεπε η συμπληρωματική συμφωνία SORT, που υπογράφηκε το Μάη του 2002 και λήγει στο τέλος του 2012. Βέβαια, η τελευταία συμφωνία προβλέπει αυτές τις μειώσεις εντός επτά ετών, αλλά τι να κάνουμε, μην τα θέλουμε όλα εδώ και τώρα!
Τί είπατε; Οι 1.500 πυρηνικές κεφαλές δεν σας κάνουν να νοιώθετε ασφαλείς; Είσαστε αθεράπευτα πεσιμιστές και οπαδοί της στείρας άρνησης! Εδώ που τα λέμε. ίσως και να έχετε κάποιο δίκιο. Γιατί όπως είπε κι ο Brian M. Kennedy (μέλος της αμερικάνικης «ανεξάρτητης» αρχής για την «αντιπυραυλική ασπίδα») αρκεί μία πυρηνική κεφαλή για να αποτεφρώσει ένα εκατομμύριο ανθρώπους και να καταστρέψει υποδομές εξυπηρέτησης εκατοντάδων εκατομμυρίων (Wall Street Journal, 24/11/08).
Βέβαια, ο Kennedy τα έλεγε όλα αυτά για να πείσει το αμερικάνικο αναγνωστικό κοινό για τη «μεγάλη απειλή» του Ιράν, το οποίο ακόμα δεν έχει καταφέρει να κάνει τίποτα σ’ αυτό τον τομέα. και της Βόρειας Κορέας, της οποίας οι πυρηνικές βόμβες είναι 750 φορές ασθενέστερες από τις αμερικάνικες. Ομως, αρκεί να αντιστρέψει κανείς το συλλογισμό του κ. Kennedy για να παγώσει το χαμόγελό του από τις πρόσφατες συμφωνίες που Ομπάμα και Μεντβέντεφ υπέγραψαν στη Μόσχα. Αν οι μελλοντικές πυρηνικές κεφαλές του Ιράν και οι λιγότερες από δέκα της Βόρειας Κορέας αποτελούν κίνδυνο, τότε τι κίνδυνο μπορούν να αποτελούν οι 9.500 εν λειτουργία πυρηνικές κεφαλές που εξακολουθούν να έχουν στην κατοχή τους οι ΗΠΑ και η Ρωσία και οι άλλες 19.400 που τις έχουν ως «απόθεμα» (τα στοιχεία από την περσινή έκθεση της Ομοσπονδίας Αμερικάνων Επιστημόνων (3/1/2008);
Αυτό που επιτεύχθηκε κατά την επίσκεψη Ομπάμα στη Μόσχα δεν ήταν σημαντικό, επειδή οδήγησε σε ένα «ασφαλέστερο πλανήτη», αλλά έχει τη σημασία του, επειδή απετέλεσε ένα βήμα επανέναρξης της μεταξύ τους συνεργασίας που είχε παγώσει τα τελευταία χρόνια. Οσο αδιαμφισβήτητο είναι αυτό, το ίδιο αδιαμφισβήτητο είναι το γεγονός ότι ούτε οι μεταξύ τους αντιθέσεις άρθηκαν, ούτε μια νέα εποχή «παγκόσμιας συνεργασίας» ξεκίνησε. Απλά, η μείωση των πυρηνικών κεφαλών (και των διηπειρωτικών πυραύλων) αποτελεί μια αναγκαστική επιλογή απέναντι σε ένα μη-χρησιμοποιήσιμο, κορεσμένο και δαπανηρό οπλοστάσιο, ενόψει μάλιστα της οικονομικής κρίσης. Οι ιμπεριαλιστές ξέρουν ότι αυτό το οπλοστάσιο δε μπορούν να το χρησιμοποιήσουν στην ολότητά του, γιατί αν το χρησιμοποιήσουν θα καταστραφούν κι αυτοί μαζί με τον πλανήτη. Το χρησιμοποιούν για τους μεταξύ τους συσχετισμούς δυνάμεων και την τρομοκράτηση των λαών. Ομως, ακόμα κι αυτές τις μειώσεις που αποφάσισαν είναι πολύ αμφίβολο αν θα τις πετύχουν ή θα δώσουν κι άλλη παράταση με μια μελλοντική συμφωνία μείωσης του πυρηνικού οπλοστασίου.
Εκτός από τη συμφωνία για τα πυρηνικά, η επίσκεψη Ομπάμα στη Μόσχα είχε αποτέλεσμα δύο ακόμα συμφωνίες που αξίζει να δούμε αναλυτικότερα. Η πρώτη αφορά στην παροχή του ρωσικού εδάφους και εναέριου χώρου (4.500 πτήσεις το χρόνο) για τη μεταφορά αμερικάνων στρατιωτών και στρατιωτικού εξοπλισμού για την ενίσχυση των ΝΑΤΟϊκών και αμερικάνικων δυνάμεων στο Αφγανιστάν. Αυτή η συμφωνία αποτελεί επέκταση της προηγούμενης συμφωνίας Ρωσίας-ΝΑΤΟ, που επέτρεπε τη μεταφορά μη θανατηφόρου εξοπλισμού από το ρωσικό έδαφος για τα ΝΑΤΟϊκά στρατεύματα στο Αφγανιστάν. Απλά, τώρα δίνεται η δυνατότητα οι Αμερικάνοι να μεταφέρουν και στρατό και τις βόμβες τους. Αυτό αποτελεί μια ανάσα για την αμερικάνικη πολιτική και δείχνει ότι τελικά η απειλή ενός μη ελεγχόμενου ισλαμικού στρατού (όπως οι Ταλιμπάν) είναι πιο ισχυρή από τις ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις.
Η δεύτερη συμφωνία αφορά τη λεγόμενη «αντιπυραυλική ασπίδα». Εδώ δεν υπήρξε ιδιαίτερη πρόοδος. Χαρακτηριστική είναι η λιτότητα του κειμένου που υπογράφηκε (μισή σελίδα), στο οποίο απλώς αναφέρεται η συνέχιση της συζήτησης σε επίπεδο «ειδικών», με στόχο την ανεύρεση κατάλληλων τρόπων ελέγχου των πυραυλικών προγραμμάτων σε όλο τον κόσμο και την ενίσχυση της στρατηγικής συνεργασίας ΗΠΑ-Ρωσίας στη βάση του «αμοιβαίου σεβασμού και των κοινών συμφερόντων». Το δεδομένο είναι ότι οι Αμερικάνοι δεν θέλουν να προκαλέσουν σ’ αυτή τη φάση μια όξυνση των σχέσεών τους με τη Ρωσία στο ζήτημα της «αντιπυραυλικής ασπίδας». Από την άλλη, η Ρωσία (που εμμένει στις θέσεις της για την «αντιπυραυλική ασπίδα» και τον έλεγχο των πρώην «σοβιετικών» δημοκρατιών, όπως η Γεωργία) φαίνεται να τηρεί στάση αναμονής, ρίχνοντας το μπαλάκι στην πέρα του Ατλαντικού μεριά. Για το μέλλον όμως δε μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτα.
Οπως η εποχή της «παγκόσμιας συνεργασίας» που ξεκίνησε με την προσέγγιση Ρίγκαν-Γκορμπατσόφ, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, έδωσε τη θέση της σε περιόδους όξυνσης και σε τρεις μεγάλους αιματηρούς πολέμους –στη Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν– έτσι και τώρα το «ειδύλλιο» στις αμερικανορωσικές σχέσεις μπορεί κάλλιστα να ξαναδώσει γρήγορα τη θέση του σε νέες αντιπαραθέσεις και αιματηρούς πολέμους. Αυτή είναι η φύση του ιμπεριαλισμού, που αποτελεί το αποκορύφωμα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, της αποθέωσης του ανώτατου κέρδους και της κυριαρχίας σε αγορές που έχουν ήδη μοιραστεί και μόνο ξαναμοιράσματα μπορούν να γίνουν…