Υστερα από ένα μπαράζ πιέσεων και εκβιασμών από το Λευκό Οίκο και μια προπαγανδιστική εκστρατεία κινδυνολογίας, που κορυφώθηκαν το τελευταίο διάστημα, η πακιστανική κυβέρνηση εγκατέλειψε τα σχέδια και την τακτική που είχε χαράξει για την αντιμετώπιση των πακιστανών Ταλιμπάν και δια στόματος του πρωθυπουργού Γιουσούφ Ράζα Γκιλάνι κήρυξε αιφνίδια ευρείας κλίμακας πόλεμο εναντίον τους.
Λίγες ώρες αργότερα, στις 6 του Μάη, την ίδια μέρα που ο πακιστανός πρόεδρος Αζίφ Ζαρντάρι έφτανε στις ΗΠΑ για την τριμερή συνάντηση με τον αφγανό πρόεδρο και το Μπάρακ Ομπάμα, ο αρχηγός του πακιστανικού στρατού, στρατηγός Περβέζ Κιάνι, εξαπέλυσε μια μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση στην κοιλάδα Σουάτ και τη γύρω περιοχή, με την υποστήριξη πολεμικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων. Eίχε προηγηθεί μια περιορισμένη στρατιωτική επιχείρηση στην περιοχή Μπουνέρ, που συνορεύει με την επαρχία Σουάτ, όταν οι Ταλιμπάν έκαναν μια δυναμική εμφάνιση απαιτώντας την εφαρμογή της Σαρία, η οποία όμως έληξε όταν οι Ταλιμπάν συμφώνησαν να αποσυρ- θούν από την περιοχή.
Παράλληλα, έχει ξεκινήσει μια τεράστια προπαγανδιστική εκστρατεία με στόχο να πειστεί ο πακιστανικός λαός για την αναγκαιότητα του πολέμου αυτού και να συσπειρωθεί γύρω από την κυβέρνηση και τα μεγάλα αστικά πολιτικά κόμματα, που σύσσωμα υποστηρίζουν ανοιχτά για πρώτη φορά αυτό τον πόλεμο. Τα γεγονότα στην περιοχή Μπουνέρ χρησιμοποιούνται ως άλλοθι και η κινδυνολογία σχετικά με το μέλλον του Πακιστάν ως το ισχυρότερο όπλο στην εκστρατεία αυτή. Ενδεικτικά είναι, μεταξύ άλλων, τα λόγια του πακιστανού πρωθυπουργού στο τηλεοπτικό διάγγελμά του στις 7 του Μάη: «Για να αποκαταστήσουμε την τιμή και την αξιοπρέπεια της πατρίδας μας και για να προστατέψουμε το λαό, οι ένοπλες δυνάμεις κλήθηκαν να εξαλείψουν τους μαχητές και τους τρομοκράτες. Εχει έρθει η ώρα που ολόκληρο το έθνος πρέπει να συμπαραταχθεί με την κυβέρνηση και τις ένοπλες δυνάμεις εναντίον εκείνων που θέλουν να κάνουν ολόκληρη τη χώρα όμηρο και μας επιφυλάσσουν ένα σκοτεινό μέλλον με τη δύναμη των όπλων».
Οι Αμερικάνοι και η κυβέρνηση Ζαρντάρι υπολογίζει πολύ στη συστράτευση στην εκστρατεία αυτή του Ναουάζ Σαρίφ, αρχηγού του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, της Πακιστανικής Μουσουλμανικής Λίγκας – Ναουάζ. Την τελευταία περίοδο, αμερικάνοι διπλωμάτες είχαν έρθει σε στενή επαφή με τον Ναουάζ Σαρίφ για να εξασφαλίσουν τη συγκατάθεσή του, αλλά και για να πιέσουν τον Αζίφ Ζαρντάρι, στον οποίο, σύμφωνα με τον ξένο τύπο, είχε δοθεί περιθώριο δύο βδομάδων να πάρει τις αποφάσεις του. Ο Λευκός Οίκος επιθυμεί το σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη πολιτική σταθερότητα, στην οποία τη θέση του πρωθυπουργού έχει υποσχεθεί στο Ναουάζ Σαρίφ, ως αντάλλαγμα για τη στήριξη που ανέλαβε να προσφέρει στον αμερικάνικο πόλεμο στο Πακιστάν. Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι είναι ανοιχτός στην ανανέωση του συνασπισμού με το κυβερνόν Πακιστανικό Λαϊκό Κόμμα της δυναστείας Μπούτο.
Ανελέητοι βομβαρδισμοί – Ανθρωπιστική καταστροφή
Με βάση τις μαρτυρίες προσφύγων από το θέατρο του πολέμου και τα λίγα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, η ευρείας κλίμακας επιχείρηση του πακιστανικού στρατού στην κοιλάδα Σουάτ και τη γύρω περιοχή ακολουθεί τη γνωστή αμερικάνικη τακτική. Βασίζεται σε σφοδρούς και συνεχείς βομβαρδισμούς από βαρύ πυροβολικό και αεροσκάφη σε κατοικημένες και μη περιοχές, όπου υποτίθεται υπάρχουν κρυσφήγετα των Ταλιμπάν και ακολουθούν χερσαίες εκκαθαριστικές επιθέσεις σε ισοπεδωμένες πλέον και ακατοίκητες περιοχές. Ολόκληρα χωριά έχουν ισοπεδωθεί, οι καλλιέργειες έχουν καταστραφεί, νερό, ηλεκτρικό ρεύμα και τηλεπικοινωνίες έχουν διακοπεί και η ενημέρωση για την εξέλιξη της στρατιωτικής επιχείρησης γίνεται μόνο από τις στρατιωτικές αρχές. Τα στοιχεία για πάνω από 700 νεκρούς ισλαμιστές μαχητές και 29 νεκρούς στρατιώτες δεν μπορούν να διασταυρωθούν, ενώ στοιχεία για νεκρούς άμαχους δεν έχουν δοθεί καθόλου.
Το μόνο βέβαιο είναι η τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή που συντελείται. Σύμφωνα με ανακοίνωση του στρατού, οι πρόσφυγες από το θέατρο του πολέμου έχουν φτάσει ήδη το 1.300.000, συμπεριλαμβανομένων των 550.000 που είχαν εγκαταλείψει τα σπίτια τους από τον περασμένο Αύγουστο και πριν την τελευταία στρατιωτική επιχείρηση. Και αναμένεται να φτάσουν στο 1.500.000 τις επόμενες μέρες. Μόνο το 20% απ’ αυτούς έχουν βρει καταφύγιο στα 11 υπερπλήρη στρατόπεδα προσφύγων που έχουν στηθεί και οι υπόλοιποι είτε φιλοξενούνται σε συγγενικά σπίτια είτε περιφέρονται αβοήθητοι. Αλλά και στα στρατόπεδα οι συνθήκες διαβίωσης είναι άθλιες, η κρατική παρουσία ανύπαρκτη, ενώ πολλοί τοπικοί αξιωματούχοι κρύβονται, γιατί φοβούνται αντίποινα από τους Ταλιμπάν.
Προσωρινή η όποια επιτυχία
Το ερώτημα που τίθεται είναι: Θα τα καταφέρει καλύτερα αυτή τη φορά ο πακιστανικός στρατός με τη δύναμη πυρός που διαθέτει; Κατά τη γνώμη μας, η όποια επιτυχία του θα είναι προσωρινή. Οι Ταλιμπάν κάνουν ανταρτοπόλεμο, που σημαίνει ότι δεν πρόκειται να διαθέσουν μεγάλο αριθμό μαχητών σε μάχες σώμα με σώμα με το στρατό. Οι περισσότεροι είτε έχουν ήδη διαφύγει στα κρησφύγετά τους στα βουνά είτε έχουν διαλυθεί ανάμεσα στον πληθυσμό, για να ανασυνταχτούν και να επιστρέψουν με την πρώτη ευκαιρία, όπως έχουν κάνει σε πολλές άλλες περιπτώσεις.
Γι’ αυτό και ο ξένος τύπος αντιμετωπίζει με επιφύλαξη και σκεπτικισμό την όλη επιχείρηση και τις ανακοινώσεις για επιτυχίες του πακιστανικού στρατού. Για παράδειγμα, οι «Asia Times online» (12/5/09) σε σχετικό άρθρο τους, μεταξύ άλλων, επισημαίνουν: «Ομως το ουσιαστικό ερώτημα παραμένει: θα κερδίσει το Πακιστάν αυτόν τον αμερικάνικο πόλεμο εναντίον των Ταλιμπάν; Ούτε η Ισλαμαμπάντ ούτε η Ουάσιγκτον έχουν την απάντηση, όμως και οι δυο αντιλαμβάνονται ότι θα είναι ένας πολύ μακρύς πόλεμος….Εφτά χρόνια πολέμου στο Αφγανιστάν έχουν δείξει ότι όσο κι αν δυσφημιστούν από τα ΜΜΕ, οι Ταλιμπάν παραμένουν εκπρόσωποι της φυλετικής κουλτούρας των Παστούν και τίποτα δεν πρόκειται να το αλλάξει».
Το «Associated Press» σε σχετικό σχόλιο, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ο πακιστανικός στρατός πολεμά, αλλά μπορεί να νικήσει;», μεταξύ άλλων, επισημαίνει: «Μεχρι στιγμής, οι πρόσφυγες λένε ότι ο στρατός στηρίζεται σε βομβαρδισμούς από πολεμικά ελικόπτερα, αεροσκάφη και πυροβολικό, ενώ αποφεύγει τις μάχες από κοντά, τακτική που εφαρμόστηκε και στο παρελθόν με μικρή επιτυχία.
Αν και είναι ακόμη νωρίς στη μάχη για την κοιλάδα Σουάτ, μερικοί φοβούνται ότι η εκστρατεία θα ακολουθήσει το μοντέλο προηγούμενων επιθέσεων στην παραμεθόρια ζώνη, που ήταν πιο περιορισμένες και έληξαν χωρίς αποτέλεσμα, μετά από βαριές παράπλευρες απώλειες σε πόλεις και χωριά και μαζική εκτόπιση του πληθυσμού».
Οσο για το κατά πόσο ο ντόπιος πληθυσμός υποστηρίζει την κυβέρνηση και το στρατό στον πόλεμο κατά των Ταλιμπάν, το ίδιο σχόλιο επισημαίνει: «Ακόμη, οι περισσότεροι απ’ αυτούς που διαφεύγουν από τη ζώνη του πολέμου τις τελευταίες μέρες διαμαρτύρονται περισσότερο για τις επιχειρήσεις του στρατού παρά για τη δράση των Ταλιμπάν. Οι μεγάλες απώλειες άμαχου πληθυσμού και οι πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες, χωρίς καμιά ελπίδα επιστροφής στα σπίτια τους, μπορούν πολύ γρήγορα να διαβρώσουν την όποια υποστήριξη στο στρατό».
Ακόμη πιο αποκαλυπτικά είναι τα αποτελέσματα μιας έρευνας του «International Republican Institute», με έδρα την Ουάσιγκτον, που συνδέεται με το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στις 7-30 Μαρτίου και δόθηκε στη δημοσιότητα στις 11 του Μάη. Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα των «New York Times», με τίτλο «Η τρομοκρατία δεν αποτελεί προτεραιότητα για τους Πακιστανούς», το 81% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι τα οικονομικά είναι τα σοβαρότερα προβλήματα και ότι η χώρα δεν ακολουθεί σωστό δρόμο, το 80% υποστηρίζει τη συμφωνία ειρήνευσης που είχε γίνει ανάμεσα στις αρχές και τους Ταλιμπάν τον περασμένο Φεβρουάριο, ενώ μόλις το 10% θεωρεί ότι η «τρομοκρατία» αποτελεί το σοβαρότερο πρόβλημα της χώρας. Επίσης ότι η δημοτικότητα του πακιστανού προέδρου Αζίφ Ζαρντάρι έχει κατρακυλήσει στο 19%, γεγονός που εξηγεί γιατί οι Αμερικάνοι άρχισαν τις δοσοληψίες με το Ναουάζ Σαρίφ.
Ενα είναι βέβαιο. Ανεξάρτητα από την έκβαση της τελευταίας στρατιωτικής επιχείρησης στην κοιλάδα Σουάτ, η αποκαλούμενη «Αφ –Πακ» στρατηγική του Ομπάμα, που θεωρεί ενιαίο το αφγανοπακιστανικό μέτωπο, έχει ανοίξει ένα ατελείωτο κύκλο αίματος στο Πακιστάν. Τα πολεμικά μέτωπα στο βορειοδυτικό Πακιστάν όχι μόνο δεν θα κλείσουν, αλλά θα διευρυνθούν, ενώ θα πολλαπλασιαστούν οι επιθέσεις στα αστικά κέντρα και σε άλλες περιοχές της χώρας. Οι επιπτώσεις του αμερικάνικου πολέμου του Πακιστάν εναντίον των Ταλιμπάν θα είναι πολύ σοβαρές και απρόβλεπτες για το μέλλον της χώρας και την τύχη του λαού της.