Η «κρίση χρέους» μοιάζει να έχει χτυπήσει για τα καλά την Ευρώπη. Τα χρέη των κεντρικών κυβερνήσεων της Ευρωζώνης έχουν εκτιναχθεί από το 68.1% του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) το 2001 στο 85.3% το 2010[1]. Και έπεται συνέχεια. «Η κατάσταση είναι σοβαρή», λένε σε χίλιους τόνους οι διοικούντες στα υψηλά πόστα της ΕΕ, σπέρνοντας τον τρόμο στο «λαουτζίκο» που πρέπει να υποταχθεί για να δεχτεί τα πιο σκληρά μέτρα. Ο Economist αναρωτιέται σε κεντρικό άρθρο της ηλεκτρονικής του έκδοσης αν το Ευρώ είναι τελειωμένο[2] με τον αρθρογράφο να υποστηρίζει ότι η Ευρωζώνη κινείται σε τροχιά θανάτου. Μια σειρά χώρες επιβάλουν έκτακτα μέτρα για να περιορίσουν το «θηρίο». Φυσικά άλλα τα μέτρα που επιβάλλονται στις ισχυρότερες οικονομίες και άλλα στην περιφέρεια. Οι πρώτες θα συμπιέσουν τα εργατικά δικαιώματα, οι δεύτερες θα τα αποτελειώσουν. Το ιμπεριαλιστικό ευρωπαϊκό κεφάλαιο σπεύδει να κινεζοποιήσει τους εργαζόμενους στις εξαρτημένες χώρες της περιφέρειας σαρώνοντας τα πάντα.
Κι όμως η κρίση δεν φαίνεται να περνά. Γιατί δεν πρόκειται για μία απλή «κρίση χρέους», αλλά για την όξυνση της κρίσης ενός συστήματος που βασίζεται στην πιο άγρια καταλήστευση της εργατικής δύναμης για να αποκομίσει μέγιστο κέρδος. Αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, ας αφήσουμε τις ανοησίες περί κρίσης χρέους κι ας δούμε κατάματα την πραγματικότητα.
Κρίση του συστήματος
Η κρίση είναι του καπιταλιστικού συστήματος και όχι του χρέους. Γιατί το δημόσιο χρέος πάντα υπήρχε, σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη, όπως σημείωνε ο Μαρξ πριν από ενάμιση αιώνα: «Το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου εθνικού πλούτου, που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού είναι το δημόσιο χρέος του. Γι’ αυτό είναι πέρα για πέρα συνεπής η σύγχρονη θεωρία που λέει ότι ένας λαός γίνεται τόσο πιο πλούσιος, όσο πιο βαθιά βουτιέται στα χρέη. Το δημόσιο χρέος γίνεται το credo (πιστεύω) του κεφαλαίου»[3].
Αυτό το «πιστεύω» γίνεται όλο και πιο ισχυρό όσο οξύνεται η κρίση. Γιατί τα κρατικά ομόλογα είναι τα «σίγουρα λεφτά» πάνω στα οποία τζογάρουν τα πλεονάζοντα κεφάλαιά τους τα κοράκια του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου, που α-κούνε στο όνομα «αγορές», προικίζοντας το μη παραγωγικό χρήμα με παραγωγική δύναμη και μετατρέποντάς το έτσι σε κεφάλαιο «χωρίς να ’ναι υποχρεωμένο να εκτεθεί στους κόπους και στους κινδύνους που είναι αχώριστοι από τη βιομηχανική μα ακόμα κι από την τοκογλυφική τοποθέτηση. Οι πιστωτές του δημοσίου στην πραγματικότητα δεν δίνουν τίποτα, γιατί το ποσό που δανείζουν μετατρέπεται σε κρατικά ευκολομεταβιβάσιμα χρεόγραφα, που στα χέρια τους εξακολουθούν να λειτουργούν, όπως θα λειτουργούσαν αν ήταν ισόποσο μετρητό χρήμα»[3].Τα κράτη, σε τελική ανάλυση, θα πληρώσουν, είτε κάποια στιγμή πτωχεύσουν είτε όχι, μέσω της άγριας φορολογίας στα λαϊκά εισοδήματα. Αυτό δεν είναι τωρινή ανακάλυψη. Το είχε επισημάνει και αυτό ο Μαρξ: «Επειδή το δημόσιο χρέος στηρίζεται στα κρατικά έσοδα, που οφείλουν να καλύψουν τις χρονιάτικες τοκοχρεωλυτικές κτλ. πληρωμές, το σύγχρονο φορολογικό σύστημα έγινε αναγκαίο συμπλήρωμα του συστήματος των εθνικών δανείων. Τα δάνεια δίνουν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση ν’ ανταπεξέρχεται σε έκτακτα έξοδα, χωρίς να γίνεται αυτό αμέσως αισθητό στον φορολογούμενο, μετά όμως απαι- τούν αυξημένους φόρους. Από την άλλη μεριά, η αύξηση των φόρων, που προκλήθηκε με τη συσσώρευση απανωτών δανείων, αναγκάζει την κυβέρνηση σε κάθε περίπτωση καινούργιων έκτακτων εξόδων να καταφεύγει διαρκώς σε καινούργια δάνεια. Ετσι, το σύγχρονο φορολογικό σύστημα, που άξονάς του είναι οι φόροι στα πιο αναγκαία μέσα συντήρησης (επομένως και το ακρίβαιμά τους), κρύβει μέσα του το σπέρμα της αυτόματης προοδευτικής αύξησης»[4].
Οι πρόσφατες εξελίξεις επιβεβαιώνουν τα παραπάνω τόσο δραματικά όσο δραματική είναι και η πτώση των κυβερνήσεων που τρεκλίζουν μπροστά και μόνο στη σκέψη μιας λαϊκής εξέγερσης. Αυτό είναι που θα επιχειρήσουμε ν’ αναδείξουμε στο αφιέρωμα που ξεκινάει από αυτό το φύλλο, βασιζόμενοι στα στατιστικά στοιχεία των ίδιων των κρατών, που ακόμα κι αν μαγειρεύονται για να «δικαιώσουν» τις εκάστοτε πολιτικές των κυβερνήσεών τους, δε μπορούν μακροπρόθεσμα να κρύψουν τις τάσεις της οικονομικής πορείας των χωρών.
Ιταλία: Οικονομία σε παρακμή
Αν η Ιταλία ακολουθούσε παράλληλη τροχιά με την Αργεντινή, θα έπρεπε να έχει χρεοκοπήσει από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας. Κι αυτό γιατί η κυβέρνηση της Αργεντινής κήρυξε στάση πληρωμών με το χρέος να μην ξεπερνά το 65% του ΑΕΠ (στα τέλη του 2001), ενώ η Ιταλία –όπως φαίνεται στον Πίνακα 1 που συντάξαμε βάσει των επίσημων στοιχείων– από τις αρχές ακόμη της περασμένης δεκαετίας είχε χρέος πάνω από 100% του ΑΕΠ της. Η αλήθεια είναι όμως ότι τότε το χρέος δεν ήταν τόσο μεγάλο πρόβλημα. Κι αυτό γιατί βλέποντας τα υπόλοιπα στοιχεία των πινάκων 1 και 2, διαπιστώνουμε ότι η πορεία της ιταλικής οικονομίας επιδεινώθηκε δραματικά μέσα στην τελευταία δεκαετία.

Οι εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών ανέρχονταν σε 322 δισ. ευρώ (σε σταθερές τιμές) το 2000, ενώ το 2010, παρά την αύξηση που σημείωσαν σε σχέση με το 2009, δεν μπόρεσαν να φτάσουν το επίπεδο του 2000! Οι δε καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών των μόνιμων κατοίκων το 2010 ήταν χαμηλότερες από το 2006! Για ποια «ανάπτυξη» επομένως μπορεί να γίνεται λόγος, όταν οι εξαγωγές και η ατομική κατανάλωση μέσα στη χώρα πέφτουν;
Ενας άλλος δείκτης, που αποτυπώνεται στον Πίνακα 2, είναι η «καθαρή διεθνής επενδυτική θέση». Αυτή αποτυπώνει τη διαφορά μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων των κατοίκων μιας χώρας στο εξωτερικό (άμεσες επενδύσεις, ομόλογα, συναλλαγματικά αποθέματα κτλ.) μείον τις δανειακές τους υποχρεώσεις στο εξωτερικό. Η διεθνής επενδυτική θέση, από θετική που ήταν το 2000 (δηλαδή η ιταλική καπιταλιστική οικονομία ήταν πιστωτής έναντι του υπόλοιπου κόσμου), έγινε αρνητική από το 2002 και μετά, και το 2011 έφτασε στο -26.6% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι η διεθνής θέση της Ιταλίας στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό κεφαλαίων επιδεινώθηκε, λειαίνοντας το έδαφος για τις κερδοσκοπικές επιθέσεις των κορακιών του χρηματιστικού κεφαλαίου στο δημόσιο χρέος.
Οχι μόνο του διεθνούς αλλά και του ιταλικού χρηματιστικού κεφαλαίου. Σύμφωνα με τον Economist, «οι Ιταλοί κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό του κυβερνητικού τους χρέους σε σχέση με τους κατοίκους οποιασδήποτε άλλης οικονομίας της Ευρωζώνης»[5]. Οταν, βέβαια, μι- λούν για «Ιταλούς», δεν εννοούν το… πόπολο, αλλά τους ντόπιους τραπεζίτες. Σύμφωνα με την Wall Street Journal[6], που επικαλείται ιταλό οικονομικό αναλυτή, οι πέντε μεγαλύτερες ιταλικές τράπεζες κατείχαν 145 δισ. ευρώ κρατικών ιταλικών ομολόγων τον περασμένο Ιούνη, ποσό ίσο με το 1.7 της αξίας του ενεργητικού τους! Δηλαδή, κατείχαν το μισό περίπου του δημόσιου χρέους της χώρας!
Η «ευρωπαϊκή λύση»
Η «λύση» στο πρόβλημα της κρίσης που μαστίζει την Ιταλία περιγράφεται εν συντομία στην τελευταία σύνοδο για το Ευρώ: «Η Ιταλία θα εφαρμόσει τώρα τις προτεινόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα με τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, την κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών στην παροχή επαγγελματικών υπηρεσιών και την περαιτέρω απελευθέρωση των τοπικών δημόσιων υπηρεσιών και επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας. Σημειώνουμε τη δέσμευση της Ιταλίας να προβεί σε αναθεώρηση της εργατικής νομοθεσίας και ειδικότερα των κανόνων και διαδικασιών περί απόλυσης και να επανεξετάσει το κατακερματισμένο σύστημα των επιδομάτων ανεργίας έως τα τέλη του 2011, λαμβάνοντας υπόψη τους δημοσιονομικούς περιορισμούς. Σημειώνουμε το σχέδιο αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης στα 67 έτη έως το 2026 και συνιστούμε τον έως το τέλος του έτους καθορισμό της διαδικασίας για επίτευξη του στόχου αυτού»[7].
Η λύση αυτή περιλαμβάνεται στο νέο οικονομικό νόμο που σχεδιάζεται να περάσει άμεσα από την ιταλική βουλή, πριν παραιτηθεί ο Μπερλουσκόνι μετά την απώλεια της πλειοψηφίας την περασμένη βδομάδα, κατά την ψήφιση του ισολογισμού του οικονομικού έτους του 2010, που ψηφίστηκε στη βουλή μόνο χάρη στην αποχή της αντιπολίτευσης, κάνοντας τα spreads των δεκαετών ομολόγων να εκτινα- χθούν σε επίπεδα άνω του 7%.
Kώστας Βάρλας
Παραπομπές:
1. Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – Βάση στατιστικών δεδομένων (https://sdw.ecb.europa.eu/reports.do?node=100000192).
2. «The Euro crisis: Finito?» (Η κρίση του Ευρώ – Το τέλος;), Economist, 9/11/11.
3. Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», Τόμος Πρώτος, κεφ.21ο, σελ.779.
4. Στο ίδιο, σελ. 780-781.
5. «Οι εκτεθειμένες ιταλικές τράπεζες», Economist, 12/7/2011.
6. «Οι ιταλικές τράπεζες παραμερίζουν την κρίση χρέους, όχι το αντίθετο», Wall Street Journal, 25/6/11.