Αν κάποιος από όσους διαβάζετε αυτές τις γραμμές φαλιρίσει, επειδή έκανε το τραγικό λάθος να πιστέψει κάποιον χρηματιστή που του έταζε λαγούς με πετραχήλια, με αποτέλεσμα να μείνει με κάποια χαρτιά στο χέρι (που δεν μπορούν, λόγω σκληρότητας, να χρησιμοποιηθούν ούτε μετά την… αποβολή των περιττών ουσιών από το σώμα μας στη λεκάνη της τουαλέτας), τότε σίγουρα μόνο ως ανέκδοτο θα ακούγατε την πιθανότητα να έρθει το κράτος να αγοράσει αυτά τα…κωλόχαρτα, για να σας βγάλει από τη δύσκολη θέση. Αν όμως είσαστε μια τράπεζα που την πάτησε για τον ίδιο ακριβώς λόγο με εσάς (με τη μόνη διαφορά ότι το χρήμα που θα τσέπωνε θα ήταν μερικές εκατοντάδες φορές πολλαπλάσιο απ’ αυτό που θα κερδίζατε εσείς, αν τα πράγματα πήγαιναν «καλά»), τότε τα πράγματα σίγουρα είναι διαφορετικά. Τότε η αποφυγή του φαλιρίσματος θα ήταν «εθνική ανάγκη», προκειμένου να αποφευχθεί η παραπέρα όξυνση της κρίσης. Τότε το κράτος θα σας έδινε «μια ακόμα ευκαιρία» να τη γλιτώσετε, βάζοντας πλάτη για να σας απαλύνει από το… σταυρό του μαρτυρίου που κουβαλάτε στους ώμους σας. Ετσι ακριβώς έκανε και η αμερικάνικη κυβέρνηση σχετικά με το νέο σχέδιο αγοράς των «τοξικών χρεών» των τραπεζών. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Τι είναι τα «τοξικά χρέη»;
Τα «τοξικά χρέη» των τραπεζών, που τώρα σπεύδει να αγοράσει το αμερικάνικο Δημόσιο (σε συνεργασία με ιδιώτες επενδυτές, όπως θα δούμε παρακάτω) δεν είναι τίποτε άλλο παρά «χαρτιά» που ξέμειναν και δε μπορούν ν’ αγοραστούν από κανέναν, γιατί κανένας δεν είναι τόσο… ηλίθιος να τ’ αγοράσει. Κι αυτό γιατί μετά από την έκρηξη της φούσκας των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ, αυτά τα χαρτιά (που υπόσχονταν υψηλά κέρδη στις «καλές εποχές») τώρα δεν έχουν καμιά αξία (ή έχουν αξία πολλές φορές μικρότερη από την ονομαστική τους αξία). Τι χαρτιά είναι αυτά;
Οπως έχουμε αναλυτικά περιγράψει απ’ τις στήλες της «Κ»[1], η ραγδαία αύξηση στον τομέα της πώλησης κατοικιών στις ΗΠΑ, τα τελευταία χρόνια πριν το ξέσπασμα της παρούσας κρίσης, βασίστηκε εν μέρει στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια «χαμηλής εξασφάλισης» (subprime mortgage loans). Τότε που οι τράπεζες δάνειζαν απλόχερα ακόμα και σε ανθρώπους με «χαμηλή πιστωτική φερεγγυότητα» (δηλαδή σε αυτούς που δεν ήταν καθόλου σίγουρο ότι θα μπορούσαν να ξεπληρώσουν τα χρέη τους) για να αγοράσουν σπίτι (περίπου 6 εκατομμύρια Αμερικανοί). Προκειμένου να απαλλαγούν από το ρίσκο της πτώχευσης των ανθρώπων αυτών, οι τράπεζες-δανειστές έσπευσαν να εκδώσουν ομόλογα, τα αποκαλούμενα Mortgage-backed Securities (MBS), και να τα πουλήσουν στην αγορά «σπάζοντάς» τα σε διάφορους τίτλους που τους ονόμασαν «Εγγυημένες Δανειακές Υποχρεώσεις» (Collateralized Dept Obligations ή CDO σε σύντμηση). Δηλαδή, οι τράπεζες που δάνειζαν τους Αμερικάνους να αγοράσουν σπίτι πήραν με τη σειρά τους δάνειο από άλλες τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα (ακόμα και ασφαλιστικά ταμεία), είτε αμερικάνικα είτε του εξωτερικού, πουλώντας τους τα CDO.
Τα ομόλογα αυτά (τα CDO) τα είχαν χωρίσει σε τρεις τύπους (υψηλού, μέσου και χαμηλού ρίσκου). Ο κάθε τύπος ομολόγου έδινε επιτόκιο αντιστρόφως ανάλογο του ρίσκο που είχε. Ετσι, τα ομόλογα υψηλού ρίσκου είχαν τη μεγαλύτερη απόδοση και υπόσχονταν τρελά κέρδη, με το ρίσκο όμως αυτός που θα τα αγοράσει να χάσει ακόμα και το σύνολο του επενδεδυμένου σ’ αυτά κεφαλαίου, αν «στράβωνε» το πράγμα (όπως κι έγινε, όταν οι Αμερικάνοι δανειολήπτες ξέμειναν από λεφτά και δε μπορούσαν πλέον να πληρώνουν τις δόσεις και τους υπέρογκους τόκους από τους οποίους κέρδιζαν μέχρι τότε τα λεφτά τους οι τράπεζες και οι κάτοχοι των ομολόγων-CDO). Τότε, τα ομόλογα αυτά θα μετατρέπονταν σε «τοξικά χρέη», γιατί θα ήταν απλά «χαρτιά» χωρίς αξία. Αυτά τα χαρτιά σπεύδει τώρα να αγοράσει το αμερικάνικο δημόσιο, για να «δώσει πνοή στην αγορά».
Κρατικός…. σοσιαλισμός
Πριν από λίγες βδομάδες, το αμερικάνικο περιοδικό «Newsweek» κυκλοφορούσε με τίτλο «Τώρα, είμαστε όλοι σοσιαλιστές». Πολύ… πετυχημένος τίτλος αλήθεια, αλλά μόνο κατά το ήμισυ. Γιατί σοσιαλισμός σημαίνει κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, δηλαδή πέρασμά τους στα χέρια του κράτους, του οποίου τον έλεγχο θα έχουν όχι οι καπιταλιστές αλλά οι εργάτες (το πώς είναι μια άλλη ιστορία), μέχρι το κράτος αυτό να «απονεκρωθεί» βαθμιαία και να καταργηθεί τελικά, δίνοντας τη θέση του σε μια κοινωνία χωρίς εκμεταλλευτές κι εκμεταλλευόμενους, μία κομμουνιστική κοινωνία των «ελεύθερων συνεταιρισμένων παραγωγών». Αυτό ήταν και το όραμα των θεωρητικών του κομμουνισμού που αποτέλεσε (και αποτελεί ακόμα, άσχετα αν κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο καπιταλισμός είναι το τέλος της Ιστορίας) τον μεγαλύτερο φόβο και εχθρό του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Ο «σοσιαλισμός» που μόνο ανεκδοτολογικά υποστηρίζουν οι θιασώτες της κρατικής παρέμβασης στην καπιταλιστική κρίση δεν έχει καμία σχέση με τα όσα επιγραμματικά αναφέραμε παραπάνω. Αυτοί όταν μιλούν για «σοσιαλισμό» εννοούν την κοινωνικοποίηση των… χρεών, δηλαδή τη μεταφορά τους στις πλάτες της εργαζόμενης κοινωνίας. Το πως θα γίνει αυτό, είναι εύκολο να το καταλάβει κανείς.
Το σχέδιο Γκάιτνερ
Σύμφωνα με το «Δημόσιο-Ιδιωτικό Επενδυτικό Πρόγραμμα», που φέρεται να έχει ως εμπνευστή τον υπουργό Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ, τις λεπτομέρειες του οποίου έδωσε στη δημοσιότητα το αμερικάνικο υπουργείο Οικονομικών[2] την περασμένη Δευτέρα, «χρησιμοποιώντας 75 έως 100 δισ. δολάρια από το κεφάλαιο του TARP (σ.σ. Troubled Asset Relief Program – «Πρόγραμμα Ανακούφισης Προβληματικών Χρεογράφων», δηλαδή το πακέτο των 700 δισ. δολαρίων του υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Μπους, Χένρι Πόλσον) και κεφάλαιο από ιδιώτες επενδυτές, το Δημόσιο-Ιδιωτικό Επενδυτικό Πρόγραμμα θα δημιουργήσει μια αγοραστική δύναμη 500 δισ. δολαρίων για να αγοράσει κληροδοτημένα χρεόγραφα – με τη δυνατότητα να επεκταθεί στο 1 τρισ. δολάρια με την πάροδο του χρόνου. Με αυτά τα λεφτά θα αγοραστούν τα «τοξικά χρέη» (τα «κληροδοτημένα χρεόγραφα», όπως αναφέρονται πιο… κόσμια παραπάνω), προκειμένου οι τράπεζες να μπορέσουν να συνεχίσουν να δανείζουν όπως πριν.
Το πώς θα γίνει αυτό το πράγμα, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ το περιγράφει με δύο προγράμματα. Το ένα αφορά την αγορά «τοξικών δανείων» (legacy loans program) και το δεύτερο την αγορά «τοξικών χρεογράφων» (legacy security program). Σύμφωνα με το πρώτο πρόγραμμα, αν μία τράπεζα θέλει να πουλήσει υποθήκες ονομαστικής αξίας 100 δολαρίων, θα προσεγγίσει την FDIC (Federal Deposit Insurance Corporation – Ομοσπονδιακή Ασφαλιστική Εταιρία Καταθέσεων), η οποία θα βγάλει σε πλειστηριασμό τις υποθήκες. Εστω ότι η μεγαλύτερη προσφορά για τις υποθήκες ονομαστικής αξίας 100 δολαρίων είναι 84 δολάρια. Τότε η FDIC θα δανείσει τα 72 στον επενδυτή που κέρδισε και το υπουργείο Οικονομικών θα βάλει άλλα 6. Ο επενδυτής θα βάλει μόνο τα 6 δολάρια. Στη συνέχεια, ο επενδυτής θα προσπαθήσει να πουλήσει αυτές τις υποθήκες σε καλύτερη τιμή. Αν βγάλει κέρδος, έχει καλώς. Διαφορετικά θα μείνει κι αυτός με τα… χαρτιά στο χέρι.
Σύμφωνα με το δεύτερο πρόγραμμα, θα δοθεί δυνατότητα σε ένα μεγάλο επενδυτικό ίδρυμα να αγοράσει «τοξικά ομόλογα» από κοινού με το Δημόσιο. Θα δημιουργηθεί έτσι ένα Επενδυτικό Ιδρυμα με σύμπραξη Ιδιώτη-Δημοσίου, τα κεφάλαια του οποίου θα κατανέμονται ως εξής: 100 δολάρια από τον ιδιώτη, 100 από το υπουργείο Οικονομικών και 100 ή 200 δανεικά από το τελευταίο. Ετσι, το επενδυτικό ίδρυμα που θα δημιουργηθεί με σύμπραξη Ιδιώτη-Δημόσιου θα έχει στα χέρια του 300 ή 400 δολάρια για να αγοράσει «τοξικά ομόλογα». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δίνεται η δυνατότητα σε ιδιώτες καπιταλιστές να αγοράσουν «τοξικά ομόλογα» σε πολύ χαμηλές τιμές και να τα πουλήσουν ακριβότερα στο μέλλον και να τσεπώσουν τη διαφορά.
Αυτή όμως η δυνατότητα δεν εξασφαλίζεται από κανέναν όσο εντείνεται η κρίση. Γιατί η απρόσμενη άνοδος (κατά 4.7%) στις πωλήσεις νέων κατοικιών που σημειώθηκε το Φλεβάρη (σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα το υπουργείο Εμπορίου την περασμένη Τετάρτη) δεν αίρει την τραγική κατάσταση που εξακολουθεί να υπάρχει στον τομέα αυτό (οι πωλήσεις εξακολουθούν να παραμένουν στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1963)[4]. Γι’ αυτό και το πρόγραμμα αυτό χαρακτηρίστηκε «απογοητευτικό» ακόμα και από αμερικάνους οικονομολόγους που στήριξαν τον Ομπάμα, όπως ο Πολ Κρούγκμαν, ενώ άλλοι, όπως ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, υποστήριξαν ότι ισοδυναμεί με ληστεία του αμερικάνικου λαού[3]. Μια ληστεία όπως αυτή που πήρε σάρκα και οστά στην περίπτωση της AIG (American International Group), του ασφαλιστικού κολοσσού που τόσος ντόρος έγινε για τα μπόνους των στελεχών του, αφήνοντας στο απυρόβλητο το μέγα σκάνδαλο χρηματοδότησής του από το αμερικάνικο κράτος. Γι’ αυτό όμως θα μιλήσουμε στο επόμενο φύλλο.
Κώστας Βάρλας
Παραπομπές:
1. «Πίσω από την γυαλιστερή βιτρίνα των ενυπόθηκων δανείων», «Κόντρα», αρ. φύλλου 528, 18/10/08.
2. Public-Private Investment Program Fact Sheet (https://www.treas.gov/press/releases/reports/ppip_fact_sheet.pdf, 23/3/09).
[3] «Το Βήμα», 25/3/09.
[4] CBS, 25/3/09.