Την πρώτη σοβαρή υποχώρηση αναγκάστηκε να κάνει η κυβέρνηση Μακρόν για να σώσει την αντιασφαλιστική της μεταρρύθμιση. Το περασμένο Σάββατο, ο πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ δήλωσε ότι δεν πρόκειται να αυξηθεί το όριο ηλικίας για πλήρη σύνταξη (με 40 χρόνια προϋπηρεσίας) από τα 62 στα 64 έτη. Ελπίζει ότι με την υποχώρηση αυτή οι εργαζόμενοι θα «τσιμπήσουν» και θα αποδεχτούν την κατάργηση των 42 διαφορετικών ασφαλιστικών ταμείων και τη συγχώνευσή τους σε ένα, με σταδιακή μετατροπή του ασφαλιστικού συστήματος σε «ανταποδοτικό» (όσα πληρώνεις παίρνεις), χωρίς ίχνος κοινωνικού χαρακτήρα.
Το λεγόμενο ανταποδοτικό σύστημα μπορεί να φαντάζει «δίκαιο», όμως είναι πέρα για πέρα άδικο. Γιατί οι εργαζόμενοι είναι οι μοναδικοί παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου και υποζύγια της πιο άγριας φορολογίας, γι’ αυτό και δικαιούνται σύνταξη όχι με βάση το πόσο άντεχε η τσέπη τους για να πληρώσουν τις ασφαλιστικές εισφορές ή το πόσο πλήρωναν οι καπιταλιστές εργοδότες τους ή το πόσο αναγκάστηκαν να ζήσουν στην ανεργία, αλλά με βάση το δικαίωμά τους να ζουν στοιχειωδώς ανθρώπινα όταν ολοκληρώσουν τον εργασιακό τους βίο.
Είναι βέβαιο ότι η υποχώρηση αυτή έγινε κάτω από την πίεση του κινήματος και των απεργιών στα μέσα μαζικής μεταφοράς, που συνεχίστηκαν μετά τις γιορτές, μετατρέποντας το Παρίσι σε… παραλυμένη πόλη. Ομως, η υποχώρηση αυτή δεν κρίθηκε αρκετή, γι’ αυτό και αρκετά συνδικάτα (CGT, Force Ouvrière και SUD) δεν την αποδέχτηκαν και κάλεσαν σε συνέχιση των κινητοποιήσεων. Αντίθετα, τα πιο ρεφορμιστικά συνδικάτα (η CFDT που πρόσκειται στο σοσιαλιστικό κομμα και η ακομμάτιστη UNSA) βρήκαν τη δικαιολογία για να σαλπίσουν υποχώρηση. Ας ελπίσουμε ότι το γαλλικό προλεταριάτο δε θα τους κάνει τη χάρη και θα συνεχίσει στο δρόμο που χάραξε, μέχρι την τελική νίκη. Αλλος δρόμος δεν υπάρχει.