Την προηγούμενη βδομάδα, τα κυρίαρχα γεγονότα, που επισκίασαν ακόμη και το Μουντιάλ, ήταν η απόφαση της FIFA για αποκλεισμό του ελληνικού ποδοσφαίρου από τις διεθνείς διοργανώσεις και η πρόταση του εισαγγελέα για υποβιβασμό των ομάδων που εμπλέκονται στο ποδοσφαιρικό σκάνδαλο στην Ιταλία. Αν συνδέσουμε τα δυο αυτά γεγονότα από την «οπτική» γωνία που βλέπουμε εμείς το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, εύκολα μπορούμε να αποδείξουμε ότι αποτελούν τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος και ας προσπαθούν κάποιοι να μας πείσουν για το αντίθετο.
Ας δούμε όμως το καθένα ξεχωριστά και στη συνέχεια ας βρούμε τη λεπτή κόκκινη γραμμή που τα συνδέει. Καλοκαίρι είναι, οι διακοπές και τα ταξίδια είναι στην ημερησία διάταξη, ας ταξιδέψουμε (νοερά) στην Ιταλία. Πριν τρεις βδομάδες (Κόντρα Νο 427) είχαμε γράψει στην στήλη ότι αυτό που γίνεται στην Ιταλία είναι κίνηση εντυπωσιασμού και προστασίας του επαγγελματικού ποδοσφαιρικού συστήματος, προκειμένου να μη καταρρεύσει και χαθούν τα τεράστια χρηματικά ποσά που «επενδύουν» οι καπιταλιστές σ’ αυτή την μπίζνα. Από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο δεν υπήρχε άλλη επιλογή από την τιμωρία των εμπλεκόμενων, για να μη χαθεί η «αξιοπιστία» του συστήματος και αυτό έγινε. Η τελική πρόταση του εισαγγελέα που έχει αναλάβει την υπόθεση είναι ο υποβιβασμός των τεσσάρων ομάδων (Γιουβέντους, Μίλαν, Φιορεντίνα, Λάτσιο) που εμπλέκονται στο σκάνδαλο και βαριές τιμωρίες για τα φυσικά πρόσωπα που έστησαν και λειτούργησαν το κύκλωμα και το μοναδικό ερωτηματικό που υπάρχει είναι για την αυστηρότητα της τελικής ποινής. Ο εισαγγελέας πρότεινε τον υποβιβασμό της Γιουβέντους στην τρίτη κατηγορία και των τριών ομάδων στη δεύτερη και πλέον το παζάρι γίνεται για να πέσει η Γιουβέντους στη δεύτερη κατηγορία και από τις άλλες να αφαιρεθούν βαθμοί στο πρωτάθλημα που θα ξεκινήσει.
Ενα γεγονός που θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα είναι η υπερασπιστική γραμμή της Γιουβέντους. Οι δικηγόροι της αποδέχτηκαν τις κατηγορίες και δίνουν τη μάχη για την αυστηρότητα της ποινής. Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι από τη στιγμή που έσκασε το σκάνδαλο κανένας, ούτε καν οι εμπλεκόμενοι, δεν προσπαθεί να το κουκουλώσει, αφού τα γενικότερα οικονομικά συμφέροντα είναι πολύ μεγαλύτερα από τα συλλογικά συμφέροντα των ομάδων. Στη γειτονική χώρα το ποδόσφαιρο πουλάει πολύ και οι καπιταλιστές που τζογάρουν σ’ αυτό προσπαθούν να στηρίξουν τη μπίζνα τους με «επενδυτική» λογική και όχι με τη λογική της αρπαχτής όπως γίνεται στη χώρα μας. Σε απλά ελληνικά, οι καπιταλιστές απαιτούν την τιμωρία των ομάδων και η ιταλική δικαιοσύνη, όπως συμβαίνει με την αστική δικαιοσύνη κάθε καπιταλιστικής χώρας, τους κάνει το χατίρι.
Ενα επιπλέον σημείο που θα πρέπει να τονιστεί είναι οι «παρενέργειες» που θα έχει η τιμωρία αυτή, ειδικά αν γίνει δεκτή η πρόταση του εισαγγελέα. Περισσότεροι από 20 πρωτοκλασάτοι ποδοσφαιριστές θα βρεθούν ξαφνικά χωρίς δουλειά στην ποδοσφαιρική πιάτσα, με αποτέλεσμα, λόγω της αυξημένης προσφοράς, να πέσουν οι τιμές. Δεν υπονοούμε ότι υπάρχει κάποια συνομωσία, απλά λέμε ότι σε μια εποχή που τα συμβόλαια των παιχτών και κατά συνέπεια και τα μπάτζετ των ομάδων ανέβαιναν συνεχώς, ένα τυχαίο γεγονός είναι πολύ πιθανόν να ανακόψει προσωρινά αυτή την τάση, προς όφελος και πάλι των καπιταλιστών που έχουν στην ιδιοκτησία τους ποδοσφαιρικές ομάδες.
Ας δούμε όμως και την ουσία στα τεκταινόμενα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο υφυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Ορφανός προσπάθησε να θέσει υπό των έλεγχό του την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (ΕΠΟ) και βρέθηκε αντιμέτωπος με τη FIFA, η οποία με συνοπτικές διαδικασίες απέκλεισε τις ελληνικές ομάδες από κάθε διεθνή διοργάνωση. Το αποτέλεσμα, όπως όλοι γνωρίζετε, ήταν μια θεαματική κωλοτούμπα του Ορφανού και της κυβέρνησης, εν μέσω γενικής κατακραυγής και χλευασμού, και η άνευ όρων παράδοσή τους στις απαιτήσεις του Μπλάτερ και της FIFA. Και γεννιέται το ερώτημα: είναι τελικά πιο δυνατός ο Γκαγκάτσης και οι 30-40 ανιδιοτελείς εργάτες που διοικούν το ελληνικό ποδόσφαιρο από μια κυβέρνηση; Η απάντηση είναι εύκολη και μονολεκτική. ΝΑΙ και εξηγούμε το γιατί για τους αδαείς με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Η FIFA είναι επί τους ουσίας μια ομάδα τεχνοκρατών, που με τις ευλογίες των προηγμένων ποδοσφαιρικά χωρών διαχειρίζονται το άθλημα. Είναι η διοίκηση ενός παγκόσμιας εμβέλειας μονοπωλίου, που «πουλάει» το προϊόν που λέγεται ποδόσφαιρο. Δε χρειάζεται να αναλύσουμε τη δυναμική που έχει το συγκεκριμένο άθλημα στους λαούς σε όλο τον πλανήτη και την πολιτική ισχύ που διαθέτουν αυτοί που το διαχειρίζονται, ούτε να μιλήσουμε για τα φράγκα που επενδύονται από τους καπιταλιστές στο ποδόσφαιρο, για να τονίσουμε τη μεγάλη οικονομική σημασία του. Αυτό σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι η FIFA έχει την ισχύ και τις δυνατότητες ενός τεράστιου μονοπωλίου, που μπορεί να καθορίζει τις εξελίξεις και τις διεργασίες στο προϊόν που πουλάει, αγνοώντας κυβερνήσεις όπως είναι η ελληνική. Ο Γκαγκάτσης και η ΕΠΟ είναι για τη FIFA ο αντιπρόσωπος της στην Ελλάδα και κατά συνέπεια όποιος προσπαθήσει να τα βάλει μαζί του έρχεται σε αντιπαράθεση με όλο το οικοδόμημα του παγκόσμιου επαγγελματικού ποδοσφαίρου.
Ο Ορφανός προσπάθησε να αλλάξει τον αντιπρόσωπο του μονοπωλίου στην Ελλάδα, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των καπιταλιστών που το διοικούν, και όπως είναι φυσικό έσπασε τα μούτρα του, όπως κάθε αστός πολιτικός που προσπαθεί να αυτονομηθεί από τα πραγματικά κέντρα εξουσίας. Ο υφυπουργός προσπάθησε να κάνει το κομμάτι του, όμως κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται και δεν είναι ανεκτό. Από πότε μπορεί ο υφυπουργός της κυβέρνησης μια χώρας όπως η Ελλάδα να πηγαίνει κόντρα στις απαιτήσεις και τις προσταγές ενός μονοπωλίου με τεράστια πολιτική και οικονομική ισχύ; Δεν υπονοούμε βέβαια ότι ο Μπλάτερ και η FIFA μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, γράφοντας στα παπάρια τους κυβερνήσεις και καπιταλιστές. Αυτό που έχει γίνει είναι ότι οι χώρες που έχουν ανεπτυγμένο ποδόσφαιρο και κάνουν κουμάντο στο οικονομικό νταλαβέρι έχουν συνεννοηθεί μεταξύ τους, έχουν καθορίσει τους όρους και τους κανόνες του παιχνιδιού και έχουν εξουσιοδοτήσει τον Μπλάτερ και την παρέα του να ελέγχουν για την τήρησή τους σε ολόκληρο τον κόσμο. Οποιος θέλει μπαίνει στην FIFA και στο ποδοσφαιρικό κύκλωμα που διαχειρίζεται υπακούοντας αδιαμαρτύρητα στις εντολές της, σε διαφορετική περίπτωση παίζει μόνος του στη χώρα του.
Συνοψίζοντας, ο Ορφανός προσπάθησε να λύσει τις προσωπικές του διαφορές με τον Γκαγκάτση, ξεχνώντας ότι ο αντίπαλός του είναι υπάλληλος και μάλιστα πειθήνιος ενός καπιταλιστικού μονοπωλίου με τεράστια δύναμη, δε φρόντισε να εξασφαλίσει από πριν τη συναίνεση της FIFA στην προσπάθειά του, με αποτέλεσμα ο Γκαγκάτσης, που είναι γάτα, να τον προλάβει στη στροφή και να ζητήσει την βοήθεια των αφεντικών του, παρουσιάζοντας τον Ορφανό σαν ένα φιλόδοξο πολιτικό πρόσωπο που θέλει να αμφισβητήσει την παντοκρατορία της FIFA. Οπως καταλαβαίνετε, ο υφυπουργός δεν είχε καμία τύχη και ευτυχώς γι’ αυτόν που ξελάσπωσε μόνο με μια κωλοτούμπα και μια ξεφτίλα. Χάρη θα πρέπει να χρωστάει στον Γκαγκάτση που δεν συνέχισε την κόντρα και δέχτηκε να μεσολαβήσει στα αφεντικά του και να τους πείσει ότι το ζήτημα θεωρείται λήξαν. Υπάρχει κάποιος που να αμφιβάλλει ότι αν η ΕΠΟ εξέφραζε αμφιβολίες για την τελική τροπολογία του Ορφανού, ο αποκλεισμός του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν θα είχε αρθεί;
Αυτό, συνεπώς, που θα πρέπει να κρατήσουμε από την υπόθεση αυτή είναι ότι, ανεξάρτητα από πρόσωπα και καταστάσεις, οι κυβερνήσεις υπακούουν στις διαταγές των καπιταλιστών. Μόνο τυχαίο δεν ήταν, άλλωστε, ότι Τζίγγερ και Κόκκαλης πήραν ξεκάθαρη θέση εναντίον του Ορφανού, παρά το γεγονός ότι αυτός μέχρι σήμερα δεν τους έχει χαλάσει κανένα χατίρι. Αλλωστε, και αυτοί δίνουν εξετάσεις στους καπιταλιστές που διαχειρίζονται το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, παζαρεύοντας τη συμμετοχή των ομάδων τους στα μεγάλα ευρωπαϊκά κλαμπ, συνεπώς δεν μπορούσαν παρά να πάρουν αποστάσεις από τον Ορφανό που ήταν persona non grata για το επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Ούνα ράτσα, ούνα φάτσα. Σε Ελλάδα και Ιταλία, κυβερνήσεις και Δικαιοσύνη λειτουργούν και αποφασίζουν με βάση τις απαιτήσεις και τις ανάγκες των καπιταλιστών, ανεξάρτητα από το περιτύλιγμα που χρησιμοποιούν για να κρύψουν την υποτέλειά τους, στις απαιτήσεις του κεφαλαίου.
Κος Πάπιας
ΥΓ: Συνολική εκτίμηση για το Μουντιάλ της Γερμανίας στο επόμενο φύλλο. Το φετινό καλοκαίρι ήταν «γεμάτο» από γεγονότα και ο χώρος που διαθέτει η στήλη δεν επαρκεί για να καλυφθούν όλα.