Δηλαδή, ο Μαρινάκης δικαιούται ν’ αλλάζει σαν τα πουκάμισα τους προπονητές στον Ολυμπιακό και ο Τσίπρας δεν δικαιούται ν’ αλλάζει τους προέδρους στον ΣΥΡΙΖΑ; Περί του δικαιώματος καμιά αντίρρηση, αλλά η διαφορά είναι πως ο Μαρινάκης έχει τις μετοχές του μαγαζιού και κάνει ό,τι γουστάρει, ενώ ο Τσίπρας δεν έχει όλες τις μετοχές και πρέπει να πείσει τη γενική συνέλευση των μετόχων, η οποία δέχεται επιρροές και από άλλες κατευθύνσεις και κυρίως είναι τόσο απελπισμένη και παραζαλισμένη που συμπεριφέρεται σαν υπό χρεοκοπία μπρόκερ της Γουόλ Στριτ: «γυρίζει» το κεφάλαιο από μετοχή σε μετοχή μπας και ρεφάρει, αλλά μετά από κάθε γύρισμα χάνει κι άλλο.
Είπαμε να μην ασχοληθούμε με τα καραγκιοζιλίκια των συριζαίων, αλλά δεν μας αφήνουν ν’ αγιάσουμε. Εκεί που διαφαινόταν ότι ο ΣτέΚας με τους πολιτικογραμματείς έκλεισαν μια ανακωχή μέχρι τις εκλογές, βγήκε ο Τσίπρας και τίναξε το συμβιβασμό στον αέρα και τώρα πάνε ξανά για προεδρικές εκλογές, πέντε μήνες μετά τις προηγούμενες.
Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, ο Τσίπρας ήταν αναγκασμένος να το κάνει, γιατί ο Κασσελάκης φρόντισε να τινάξει στον αέρα το συμβιβασμό. Μια μέρα μετά την περιβόητη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας, έκανε διαρροή, σύμφωνα με την οποία μόνο ένας διαφώνησε μαζί του (sic!) και πως όλοι συμφώνησαν ότι θα κριθεί στις επόμενες εθνικές εκλογές, όχι στις ευρωεκλογές.
Αντίθετα, όλοι οι «αντιφρονούντες» δήλωναν πως δεν έδωσαν στον Κασσελάκη τη λευκή επιταγή τριετίας που ζητούσε, αλλά συμφώνησαν να πάνε «ενωμένοι» μέχρι τις ευρωεκλογές και τότε να κάνουν ταμείο. Οπότε, θα υπήρχε ένα κόμμα που θα πήγαινε στις ευρωεκλογές με τον πρόεδρό του να λέει πως δε θα φύγει ακόμα κι αν χάσει με 20 μονάδες και με τα υπόλοιπα ηγετικά στελέχη να λένε πως οι ευρωεκλογές θα είναι το κριτήριο για τον εξ Αμερικής πρόεδρο.
Ο Τσίπρας με την παρέα του τα έβαλαν κάτω και αποφάσισαν πως τώρα είναι η ευκαιρία να ξεφορτωθούν το «παλτό». Αν μπορέσουν, φυσικά. Κι επειδή αυτό δεν μπορούσαν να το σηκώσουν η Γεροβασίλη ή ο… Μπάρκας, ούτε καν ο Νίκος Παππάς (όχι ο μπασκετμπολίστας, αυτός ήταν τσιπρικός, έγινε κασσελακικός, τώρα ξαναψάχνεται και σίγουρα δεν διαθέτει πολιτικό ανάστημα), έπρεπε να το σηκώσει ο ίδιος ο Τσίπρας.
Η ανάρτηση του Τσίπρα στο facebook, με την οποία κήρυξε τη λήξη του συνέδριου του ΣΥΡΙΖΑ λίγες ώρες προτού αυτό ξεκινήσει και άφησε τον ΣτέΚας με το δραπανοκατσάβιδο στο χέρι, ήταν προσεγμένη λέξη προς λέξη. Τα έχωσε σε όλους (εκτός από τον εαυτό του, φυσικά), για να δείξει υπεράνω. Στην πραγματικότητα, τα έχωσε κυρίως στον Κασσελάκη, θέτοντας το κρίσιμο ζήτημα: όχι λευκή επιταγή τριετίας και εγκατάλειψη των ευρωεκλογών, αλλά προεδρικές εκλογές τώρα, για να αναδειχτεί αυτός που θα οδηγήσει το κόμμα στις ευρωεκλογές. Το σχεδιασμό του Κασσελάκη τίναξε στον αέρα, όχι των υπόλοιπων (που δεν είχαν κάποιο σχεδιασμό, αλλά πήγαιναν με το «βλέποντας και κάνοντας»).
Και μην ακούτε κάποια παπαγαλάκια που λένε ότι ο Τσίπρας ξεκαθάρισε ότι δε θέλει να γίνει ξανά πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Παρακάτω δημοσιεύουμε ολόκληρη τη δήλωσή του, στην οποία δε γράφει τέτοιο πράγμα. Το μόνο που γράφει είναι ότι «η μόνη μου φιλοδοξία σήμερα είναι να αγωνίζομαι στο πεδίο των ιδεών, για να ξαναγίνει η προοδευτική παράταξη ελπίδα για το λαό και την κοινωνία». Τίποτα δεν αποκλείει, εφόσον χρειαστεί «για να ξαναγίνει η προοδευτική παράταξη ελπίδα για το λαό και την κοινωνία».
Φυσικά, δεν πρόκειται να τεθεί σήμερα αντίπαλος του Κασσελάκη, δεν είναι βλάκας. Είναι πολύ νωρίς γι’ αυτόν. Εκείνο που επιδιώκει είναι να ελέγξει τον ΣΥΡΙΖΑ μέσω κάποιου δικού του προσώπου και ενός πυρήνα στελεχών πιστών σ’ αυτόν.
Ο Κασσελάκης δεν είχε άλλη επιλογή, παρά να σηκώσει το γάντι που του πέταξε ο Τσίπρας. Σε μια κλοουνίστικη ομιλία, φορώντας ασύρματη «ψείρα» για να μπορεί να αλωνίζει ναρκισσιστικά στην εξέδρα, με «αόρατο» σύστημα ανάγνωσης της ομιλίας του (σαν αυτά που χρησιμοποιούν οι αμερικανοί πολιτικοί), κορδωμένος σαν αρσενικό παγώνι, κατέληξε με την… καουμπόικη ατάκα «βρείτε μου αντίπαλο και πάμε»!
Τα πράγματα είναι καθαρά: ή θα ξανακερδίσει ο ΣτέΚας και οι άλλοι θα το βουλώσουν (περιμένοντας τις ήττες για να τον ροκανίσουν) ή θα χάσει και θα πάρει τον Τάιλερ και τη Φρόξι και θα γυρίσει στο Αμέρικα. Αν θέλετε πρόβλεψη, απευθυνθείτε στους μπούκηδες. Εμείς απλά θα καταγράψουμε τις συνθήκες.
Ο ΣτέΚας δεν είναι πια ο άγνωστος διαφημιστής οδοντόκρεμας που έπεσε σαν αλεξιπτωτιστής στην εγχώρια πολιτική αρένα και κέρδισε το «ματσάκι», επειδή οι συριζαίοι έψαχναν απεγνωσμένα κάποιον που θα τους οδηγούσε ξανά στο δρόμο προς την κυβερνητική κουτάλα. Είναι πολλοί πλέον αυτοί που βλέπουν ότι το πεπόνι είναι μάπα.
Από την άλλη, αυτοί που ήταν οι αντίπαλοί του στις προηγούμενες εκλογές (Αχτσιόγλου-Τσακαλώτος) έφυγαν. Αυτοί που τους ψήφισαν θα πάνε να ξαναψηφίσουν αντι-κασσελακικά;
Ο Πολάκης, βασικός υποστηρικτής του ΣτέΚας, τώρα είναι απέναντί του. Ο Παππάς αποτελεί ερωτηματικό και οι υπόλοιποι πολιτικογραμματείς τον κατηγορούν ότι τους πούλησε την τελευταία στιγμή στην κρίσιμη συνεδρίαση και διέσωσε τον Κασσελάκη, με αποτέλεσμα να χρειαστεί η παρέμβαση του Τσίπρα. Αλλά και με τον Κασσελάκη να πήγαινε ο Παππάς, η επιρροή του είναι στον κομματικό μηχανισμό και όχι στον isyriza που θα ψηφίσει χωρίς να έχει καμιά σχέση με το μηχανισμό.
Πάντως, μόνο με τη Θοδώρα, τον ναυαρχούκο και τον Πέτρο Παππά δε φτιάχνεις ηγετική ομάδα κόμματος αλλά «παρατράγουδα». Και ποιος νοιάζεται; Ο Κασσελάκης έχει καπιταλιστικούς ομίλους που τον στηρίζουν και επομένως θα έχει χρήμα για την καμπάνια του. Αρκεί αυτό; Θα δείξει.
Αυτά και τέλος, γιατί υπάρχουν πιο σοβαρά θέματα ν’ ασχοληθούμε. Θα επαναλάβουμε μόνο αυτά που γράψαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας για τα συριζαίικα καραγκιοζιλίκια:
Το μόνο ουσιαστικό που έχουμε να καταθέσουμε είναι πως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για εξελίξεις στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος της αστικής εξουσίας. Είτε διασωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ είτε διασπαστεί ξανά και τα κομμάτια των διασπάσεων ενωθούν, απ’ αυτόν θα προκύψουν αστικά κόμματα που θα επιδιώκουν κάποια στιγμή να διαχειριστούν την αστική εξουσία, όπως έκαναν από τον Γενάρη του 2015 μέχρι τον Ιούλη του 2019.
Για την εργατική τάξη και τα υπόλοιπα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα το μέτωπο πρέπει να είναι με το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος. Οχι μόνο με το κόμμα που διαχειρίζεται κυβερνητικά την αστική εξουσία. Η μετατροπή των λαϊκών μαζών σε ουρά των αστικών κομμάτων, με τη λογική να πέσει η κυβέρνηση – να κυβερνήσει η αντιπολίτευση, η οποία -δυστυχώς- εξακολουθεί να κυριαρχεί, επιτρέπει την απρόσκοπτη συνέχιση της αστικής εξουσίας, μέσω της εναλλαγής κομμάτων-διαχειριστών, και αποτελεί τη μεγαλύτερη τροχοπέδη στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Αυτή είναι η βάση του κοινοβουλευτικού κρετινισμού.
Ολόκληρη η ανάρτηση Τσίπρα
«Στις 29 Ιούνη, μετά την εκλογική ήττα, πήρα μια δύσκολη αλλά επιβεβλημένη απόφαση. Αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει ένα νέο κύμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Ηθελα με τη στάση μου να προκαλέσω ένα ηλεκτροσόκ ανάταξης στον κλονισμένο οργανισμό του κόμματος, που βρέθηκε μπροστά σε μια απρόσμενη σε εύρος ήττα, ώστε να συνέλθει σύντομα. Να ανανεωθεί, να αναστηλωθεί, να ανακάμψει και να οδηγηθεί ξανά και γρήγορα σε τροχιά αξιόπιστης και αποτελεσματικής αντιπολίτευσης και κυβερνητικής διεκδίκησης.
Πολλοί προσπάθησαν τότε να με μεταπείσουν, αλλά επέμεινα. Και δεν μετανιώνω ούτε στιγμή για την επιλογή μου. Επραξα το ορθό και το ηθικά αλλά και πολιτικά επιβεβλημένο. Με οδηγό πάντα τις ιδέες και τις αξίες που με παρακίνησαν από τα νεανικά μου χρόνια να ενταχθώ στην Αριστερά. Και με γνώμονα το καλό της παράταξης στην οποία αφιέρωσα ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου.
Ολο αυτό το διάστημα, των σχεδόν οκτώ μηνών, τήρησα με ευλάβεια την επιλογή μου να παραμερίσω. Δεν ήταν στάση σκοπιμότητας, ήταν στάση ευθύνης. Ανέλαβα στο ακέραιο την ευθύνη της ήττας. Ανέλαβα και την ευθύνη της αποχώρησης από τις κομματικές διεργασίες. Την ευθύνη επίσης, να μην υποκύψω στις πιέσεις όλων όσοι μου ζητούσαν κατά καιρούς να παρέμβω, για «να σώσω το κόμμα», πολλοί γιατί το πίστευαν και ορισμένοι γιατί ήθελαν έτσι να εξυπηρετήσουν προσωπικές στρατηγικές.
Σήμερα μπροστά στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αναλαμβάνω μια ακόμη ευθύνη. Οχι της ανέξοδης κριτικής. Ούτε της εμπλοκής μου σε παίγνια εξουσίας. Αλλά την ευθύνη να προειδοποιήσω για αυτό που βλέπω να έρχεται και πρέπει να αποτραπεί. Την ευθύνη να πω την αλήθεια, όπως τη βλέπω και την αισθάνομαι. Και να προτείνω λύση.
Το κόμμα μας βρίσκεται εδώ και καιρό σε παρατεταμένη και βαθιά κρίση. Σε λιγότερο από τέσσερις μήνες, όμως, η χώρα οδεύει σε ευρωπαϊκές εκλογές. Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να βλέπει τις πρώτες ρωγμές της πολιτικής της ηγεμονίας. Σε συνθήκες καθεστωτικού αυταρχισμού και υπονόμευσης του κράτους δικαίου. Σε συνθήκες συρρίκνωσης του πραγματικού εισοδήματος, αλλά και εκτίναξης των κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Σε συνθήκες δραματικής διεύρυνσης των ανισοτήτων, αλλά και κοινωνικών διεργασιών με τους αγρότες και τους φοιτητές στους δρόμους. Θα υπάρξει, λοιπόν, σε αυτές τις συνθήκες, προοδευτική απάντηση στην κάλπη; Θα διεκδικήσει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τον ρόλο της αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης στη φθίνουσα ηγεμονία μιας αλαζονικής, αυταρχικής και διεφθαρμένης κυβέρνησης; Με επιμονή, ρεαλισμό, σοβαρότητα και αξιοπιστία; Θα τελειώσει την Κυριακή των ευρωεκλογών η αλαζονεία του 41%; Θα ξεπροβάλει μια αχτίδα ελπίδας; Ή θα ξεπροβάλει η απειλή ενός μαύρου ορίζοντα -αυτού της ακροδεξιάς ;
Αυτά είναι τα κρίσιμα ερωτήματα, που θα έπρεπε όλους να μας απασχολούν. Από τον πρόεδρο έως και κάθε μέλος και φίλο του κόμματος. Ομως η εικόνα δεν είναι ότι μας απασχολούν αυτά. Είναι σαν να έχουμε γυρίσει την πλάτη στην κοινωνία, αν και μιλάμε συνεχώς για την ανάγκη της ενίσχυσης των δεσμών μας με αυτή. Αυτό που φαίνεται είναι μια εσωτερική διαπάλη που αφορά περισσότερο προσωπικές σκοπιμότητες και λιγότερο την κοινωνία. Φαινόμενα ιδιοτέλειας, ναρκισσισμού, παραβίασης των αρχών της συλλογικότητας και της συντροφικότητας, έχουν παραλύσει τον κομματικό οργανισμό. Με αποτέλεσμα η εικόνα που εκπέμπεται να είναι πως αδιαφορούμε για την κοινωνία και για το αποτέλεσμα της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης. Αδιαφορούμε αν η κρίση στο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί συνθήκες απουσίας αντιπολίτευσης, ανεξέλεγκτης διακυβέρνησης και άρα εν τέλει και κρίση δημοκρατίας. Και η αδιαφορία αυτή δεν αφορά έναν, αφορά πολλούς. Οι ηττημένοι των εσωκομματικών εκλογών έφυγαν ήδη από το κόμμα, επειδή έχασαν την μάχη για την ηγεσία του. Αδιαφορώντας αν με τον πολυκερματισμό αυτός που κερδίζει είναι ο πολιτικός μας αντίπαλος. Ο νικητής, φέρεται να ζητά λευκή επιταγή τριετίας, ανεξαρτήτως αποτελέσματος στις ευρωεκλογές. Προεξοφλώντας έτσι την εκλογική αποτυχία και αδιαφορώντας και αυτός για τις συνέπειές της. Ενώ άλλοι διαφωνούν στο παρασκήνιο, αλλά σιωπηλά περιμένουν να έρθει η εκλογική αποτυχία, ώστε να του τη χρεώσουν. Αδιαφορώντας για το τί αυτό θα σημαίνει για την παράταξη και τη χώρα.
Αν τα πράγματα είναι έτσι, δεν μπορώ ούτε να παραμείνω σιωπηλός, ούτε όμως και να παραβρεθώ σε ένα συνέδριο που έχει δρομολογηθεί ώστε να αγνοήσει τα κρίσιμα προβλήματα εν ονόματι μιας επίπλαστης αισιοδοξίας. Ενα συνέδριο, όπου θα υποκριθούμε όλοι μαζί πόσο αγαπημένοι είμαστε και το κοινό θα μας χειροκροτήσει. Οχι. Προσωπικά εμένα δεν μου λείπει ούτε το βήμα, ούτε το χειροκρότημα. Δεν είναι ώρα για χειροκροτήματα, αλλά για να ειπωθεί η αλήθεια. Αν συνεχίσουμε έτσι, οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στο κενό. Και πρέπει να σοβαρευτούμε, να αλλάξουμε ρότα και να σκεφτούμε έξω από τα κλειστά όρια της εσωκομματικής διαπάλης, ποιος είναι και πρέπει να είναι ο ρόλος μας στην ελληνική κοινωνία. Και πώς μπορούμε να ανταποκριθούμε σ’ αυτόν.
Τα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα προσέλθουν σήμερα στο συνέδριο με κύριο συναίσθημα την αγωνία για το κόμμα, την προοπτική της προοδευτικής παράταξης, το σήμερα και το αύριο της χώρας. Με ιδιαίτερο σεβασμό σε αυτή την αγωνία, αλλά και με στόχο να την κάνουμε προωθητική δύναμη, η μόνη λύση είναι η απόλυτη πολιτική ειλικρίνεια. Από όλους και για όλα. Ο Πρόεδρος, έθεσε προχθές καθαρά θέμα εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του, στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας. Και πιστεύω ορθώς το έπραξε. Εκλέχτηκε χωρίς να προλάβει να διατυπώσει αναλυτικά τις θέσεις και το σχέδιό του. Για να οδηγήσει το κόμμα στην επερχόμενη εκλογική μάχη πρέπει να είναι σαφές ότι διαθέτει, αυτήν την κρίσιμη στιγμή, την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας. Μόνο που την ψήφο εμπιστοσύνης, οφείλει να τη ζητήσει από αυτούς που τον εξέλεξαν Πρόεδρο και όχι από την Πολιτική Γραμματεία. Αντί να σερνόμαστε σε μια παρατεταμένη κρίση που οδηγεί με ακρίβεια σε νέα εκλογική συρρίκνωση, η μόνη διέξοδος είναι να δώσουμε εκ νέου το λόγο σε αυτούς που κρατήσανε και συνεχίζουν να κρατάνε όρθιο το κόμμα και τη παράταξή μας: Στα μέλη μας.
Ετσι, ο Στέφανος Κασσελάκης θα έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει την εμπιστοσύνη στο πρόσωπο, στην ως τώρα θητεία και στο πολιτικό του σχέδιο. Οχι θέτοντας ερωτήματα, αλλά δίνοντας τις δικές του απαντήσεις. Και όσοι έχουν άλλο σχέδιο, θα έχουν τη δυνατότητα να καταθέσουν τις απόψεις και τις υποψηφιότητές τους. Τώρα ανοιχτά και δημοκρατικά. Πριν μια νέα εκλογική αποτυχία μετατραπεί σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία και καταστεί αναπόφευκτη. Αυτή φρονώ ότι είναι η μόνη καθαρή, έντιμη και δημοκρατική λύση στο γόρδιο δεσμό που έχουμε μπροστά μας. Γιατί οι πρωτοβουλίες που έχουμε τώρα ανάγκη, είναι αυτές που θα δημιουργήσουν λύτρωση στο εσωτερικό, αλλά και τις προϋποθέσεις για μια ισχυρή πολιτική αντεπίθεση απέναντι στην συντηρητική παράταξη. Δεν έχουμε το χρόνο με το μέρος μας. Δεν έχουμε, συνεπώς, την πολυτέλεια να κρυφτούμε, την πολυτέλεια να μην πάρουμε άμεσες αποφάσεις.
Τέλος, σε ό,τι με αφορά, θέλω να καταστήσω για άλλη μια φορά σαφές: Η ιστορία, ο λαός και η προοδευτική παράταξη με τίμησαν και με το παραπάνω. Η μόνη μου φιλοδοξία σήμερα είναι να αγωνίζομαι στο πεδίο των ιδεών, για να ξαναγίνει η προοδευτική παράταξη ελπίδα για το λαό και την κοινωνία. Και να αναλαμβάνω πάντα την ευθύνη να λέω με τόλμη αυτά που πιστεύω».
Η πίκρα σήμερα δεν έχει σύνορα…
Στον Τσίπρα απάντησε (με ανάρτηση στο facebook κι αυτός) ο –εξαφανισμένος εδώ και καιρό- Τσακαλώτος, βγάζοντας όλη την πίκρα του Oxford boy που παριστάνει τον αριστερό και ας τον αγάπησαν σφοδρά η Μέρκελ και ο Σόιμπλε:
«Οχι Αλέξη μου δεν φύγαμε γιατί χάσαμε. Φύγαμε γιατί βλέπαμε την εξαέρωση του κόμματος μας και ποιος μπορεί να υποστηρίξει με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν δικαιωθήκαμε με αυτή την επιλογή. Και αυτό δεν άρχισε με τον Κασσελάκη, που σε αυτό τουλάχιστον, έχει δίκιο όταν λέει ότι αν είχαμε ένα στιβαρό κόμμα δεν θα είχε κερδίσει. Αρχισε το βράδυ των εκλογών του 2019, όπου ανακοίνωσες στο κόμμα μας ότι θα τα αλλάξεις όλα, τη στιγμή που πήραμε 31,5%, ένα εντυπωσιακό ποσοστό μετά από εφαρμογή μνημονίου.
Αρχισε όταν αρνήθηκες να φτιάξουμε ένα πολιτικό σχέδιο για να αντιμετωπίσουμε το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και το έλλειμμα αξιοπιστίας που έδειχναν όλες οι δημοσκοπήσεις μετά το 2017. Αρχισε όταν ήθελες να φτάσεις τον Μητσοτάκη και τον Ανδρουλάκη με πάνω από 100.000 ψήφους στις εσωκομματικές εκλογές και επέβαλες να ψηφίζουν μέλη με δύο ευρώ την ίδια μέρα. Αρχισε με την ανοχή σου στις θεωρία περί εσωτερικών εχθρών, και από ότι βλέπουμε οι εσωτερικοί εχθροί όλο και πολλαπλασιάζονται εντός ΣΥΡΙΖΑ.
Αρχισε όταν πρώτα εσύ ήθελες τη αδιαμεσολάβητη σχέση με τη βάση, δηλαδή χωρίς καμία λογοδοσία στα όργανα, δημιουργώντας ένα κόμμα που δεν συζητά πολιτικά και ιδεολογικά. Αρα πριν μας «αναλύσεις» τους λόγους που φύγαμε κάποιοι, μήπως να αρχίσεις εσύ με μια στοιχειώδη αυτοκριτική; Θα ήταν μια καλή αρχή!».