Είναι όλοι ικανοί να σπουδάσουν; Ή, για να το πούμε αλλιώς, πρέπει το δικαίωμα στη μόρφωση να παρέχεται σε όλους, να είναι αδιαπραγμάτευτο;
Το ερώτημα αφορά ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Το κοινωνικοοικονομικό σύστημα, που σήμερα, δυστυχώς επικρατεί καταθλιπτικά στην ανθρωπότητα, τον καπιταλισμό.
Για τους διαχειριστές του καπιταλιστικού συστήματος τα πράγματα είναι απλά. Ο Μητσοτάκης το είπε ξεκάθαρα: «Δεν μπορούν και δεν πρέπει να πάνε όλοι στο πανεπιστήμιο». Σωστά, γιατί οι αστοί επιθυμούν ο ταξικός διαχωρισμός της κοινωνίας να παραμένει σταθερός, ενώ η παρέμβαση της εκπαίδευσης, της μόρφωσης υπό μια γενική έννοια, μπορεί να επηρεάσει τα δεδομένα, αφού διαμορφώνει την προσωπικότητα. Γιατί τρέμουν το αβέβαιο μέλλον, στην περίπτωση που η εργατική τάξη, η αγροτιά, τα φτωχολαϊκά στρώματα κινηθούν απελευθερωτικά, με όπλα τη μόρφωση όταν αυτή συνδυαστεί με την απόκτηση ταξικής συνείδησης.
Υπάρχουν, όμως, και αυτοί που έχουν ασπαστεί διαδεδομένες σκόπιμα ψευδο-θεωρίες, όπως τι θα γίνει τελικά με όσους μπαίνουν στο πανεπιστήμιο με 2 και 3, ή θεωρούν δεδομένο ότι οι μαθητές με χαμηλές βαθμολογίες καλύτερα είναι να πηγαίνουν απευθείας μετά το 9χρονο σχολείο στη λεγόμενη επαγγελματική εκπαίδευση-κατάρτιση.
Καταρχάς, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι όλοι οι νέοι ως την ηλικία των 18 ετών (ενηλικίωση), ως την ηλικία δηλαδή που ολοκληρώνεται η διαμόρφωση της προσωπικότητας, πρέπει να είναι αποδέκτες μιας γενικής και ολόπλευρης μόρφωσης (με όλους τους περιορισμούς στο περιεχόμενο που έχουν οι έννοιες αυτές στον καπιταλισμό). Και αυτή δεν είναι δυνατή μέσω της πρόωρης ειδίκευσης, αλλά μέσω της επέκτασης της υποχρεωτικότητας της φοίτησης έως και το Λύκειο (Γενικό Λύκειο για όλους), μέσω του ενιαίου δημόσιου δεκατετράχρονου σχολείου (μαζί με το διετές νηπιαγωγείο).
Επειτα, η απάντηση στο ερώτημα που τέθηκε αρχικά, εμπεριέχει αναπόφευκτα την εξέταση συγκεκριμένων παραμέτρων:
- Ποιος έχει στα χέρια του τα αναλυτικά προγράμματα, τα σχολικά εγχειρίδια, ποιος καθορίζει τον τρόπο διδασκαλίας, ποιος ρυθμίζει τα γνωστικά αντικείμενα και το ωρολόγιο πρόγραμμα, δηλαδή την κατανομή των ωρών διδασκαλίας ανάμεσα στα γνωστικά αντικείμενα; Ποιος χορηγεί τις πλούσιες πιστώσεις για την αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, σύμφωνα με τα δεδομένα της επιστήμης και της τεχνικής;
Ποιος τελικά ορίζει το περιεχόμενο, τις κατευθύνσεις και τους στόχους της εκπαίδευσης; Ασφαλώς αυτοί που έχουν αναλάβει, για λογαριασμό του κεφαλαίου, να διαχειριστούν το σύστημα. Και αφού όρος επιβίωσης και διαιώνισης του καπιταλισμού είναι οι εκμεταλλευτικές σχέσεις, χρέος του αστικού σχολείου είναι η αναπαραγωγή αυτών των σχέσεων. Το σχολείο, λοιπόν, αναλαμβάνει να διαμορφώσει ανθρώπους-μερικά εργαλεία με περιορισμένες γνώσεις και δεξιότητες, χωρίς κρίση, ιδεολογικά αλλοτριωμένους, που θα υπηρετήσουν μεθαύριο υποτακτικά τον καταμερισμό της εργασίας.
Αυτή είναι η γενική αρχή, στην οποία παρεμβαίνει ο ταξικός διαχωρισμός της κοινωνίας. Τα παιδιά των εύρωστων οικονομικά στρωμάτων, των μορφωμένων, των πολιτιστικά καλλιεργημένων, έχουν άλλες δυνατότητες και προϋποθέσεις να εκμεταλλευτούν τα όπλα που τους δίνει το εκπαιδευτικό σύστημα. Να αφομοιώσουν ταχύτερα και καλύτερα τις γνώσεις που προσφέρονται, να τις ενισχύσουν με φροντιστήρια και υποστήριξη από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, να καλλιεργήσουν προσδοκίες και να βάλουν στόχους υψηλούς, όσον αφορά τη φοίτηση σε ανώτατες βαθμίδες και την επαγγελματική αποκατάσταση, και να πετύχουν τελικά αυτούς τους στόχους, σε αντίθεση με τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
- Οι «ίσες ευκαιρίες» για όλους είναι τελικά μια ψευδαίσθηση, μια απάτη. Το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα φροντίζει να τις καταστήσει με σκληρό τρόπο άνισες, επιβάλλοντας επιπλέον πολύμορφες και ατέλειωτες αξιολογικές κρίσεις (βαθμολογία, τεστ, εξεταστικός μαραθώνιος). Οι οποίες δεν έχουν, όπως υποκριτικά λέγεται, τον έλεγχο της κατάκτησης των γνώσεων και τη βελτίωση, αλλά την κατηγοριοποίηση των μαθητών, λειτουργώντας καθαρά ανασχετικά, αποκαρδιώνοντας τα «παιδιά του κατώτερου θεού», βάζοντάς τους από νωρίς τη στάμπα του «αποτυχημένου».
Ο άνθρωπος, και μάλιστα στην περίοδο που διαμορφώνεται ως προσωπικότητα, δεν είναι αυτό που φαίνεται, σύμφωνα με τα στάνταρ του αστικού εκπαιδευτικού συστήματος. Εχει ψυχικές και νοητικές δυνάμεις που μπορεί να απελευθερωθούν, όταν του δοθεί η δυνατότητα και του ανοίξουν οι πόρτες της μόρφωσης.
Πόσες φορές δεν έχουμε δει νέους, που θεωρούνται «κακοί μαθητές» ή «αποτυχόντες» στις πανελλαδικές εξετάσεις να ξεχωρίζουν στη ζωή ως προσωπικότητες ή να πετυχαίνουν επαγγελματικά; Ή μήπως ξεχνούμε ότι τα παιδιά των εχόντων και κατεχόντων τελικά σπουδάζουν, ακόμη και αν δεν επιτύχουν στις εδώ εξετάσεις, σε πανεπιστήμια του εξωτερικού;
- Τέλος, ας αναρωτηθούμε γιατί οι κήνσορες της «αριστείας», των πανελλαδικών εξετάσεων, των κάθε λογής αξιολογικών κρίσεων-ταξικών φραγμών, είναι αυτοί που αφήνουν τους εμπόρους της γνώσης, τους ιδιοκτήτες κολλεγίων κυριολεκτικά να αλωνίζουν; Στα οποία κολλέγια δεν απαιτείται για την εγγραφή κανενός είδους αξιολογικό κριτήριο πέρα από τη δυνατότητα της «τσέπης» των νοικοκυριών;
Χωρίς, λοιπόν, καμιά υπεκφυγή, εμείς λέμε ότι σχολείο έξω από την πολιτική είναι ψέμα και υποκρισία. Και πως το δικαίωμα στη μόρφωση πρέπει να είναι αδιαπραγμάτευτο για όλους και απεριόριστο, γιατί μετρούμε τις ανάγκες από τη σκοπιά των ταξικών συμφερόντων του προλεταριάτου και όχι από τη στενή σκοπιά των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Θεωρούμε πως τα «διλήμματα», όπως π.χ. τι θα γίνει με όλους αυτούς που θέλουν να σπουδάσουν γιατροί ή μηχανικοί ή πού θα βρεθούν τόσα λεφτά για να στηριχτούν τα πανεπιστήμια ή τι θα γίνει με το πλήθος τόσων απόφοιτων που θα ψάχνουν για δουλειά κ.λπ., είναι κατ’ ουσίαν κίβδηλα. Γιατί η κατάργηση των εξετάσεων, των αξιολογικών κρίσεων, δεν συνιστά και κατάργηση του ταξικού διαχωρισμού, που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την προσωπικότητα του παιδιού, το μορφωτικό του επίπεδο, τις δυνατότητές του και την εξέλιξή του στο πλαίσιο της μαθησιακής διαδικασίας, παρά την ακύρωση μόνο ενός ταξικού φραγμού. Γιατί, τέλος, για την ανεργία δεν φταίει ο μεγάλος αριθμός πτυχιούχων, αλλά το καπιταλιστικό σύστημα που κινείται με γνώμονα το μέγιστο κέρδος (απόδειξη ότι και τώρα χιλιάδες πτυχιούχοι σταλίζουν στις λίστες μακροχρόνιας ανεργίας).
Είμαστε υπέρ της ελεύθερης πρόσβασης, επειδή αυτή είναι ένα απελευθερωτικό αίτημα. Ανοίγει πραγματικούς ορίζοντες στην πάλη της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας. Γιατί καλλιεργεί αισθήματα αλληλεγγύης, στήνοντας στον τοίχο τον ανταγωνισμό και την αγριανθρωπική συμπεριφορά για την επικράτηση δήθεν των «πιο άξιων». Γιατί προωθεί τη συνείδηση ότι όλοι οι εργαζόμενοι και τα παιδιά τους είμαστε ένα απέναντι στ’ αφεντικά, που μας θέλουν αμόρφωτους, ώστε να μας διαχειρίζονται καλύτερα και να μας λιώνουν στα κάτεργα της μισθωτής σκλαβιάς.
Τέλος, γιατί στην πάλη για την πραγμάτωσή του, ξεσκεπάζει ολόκληρο το εκμεταλλευτικό σύστημα, αποδεικνύει με τρόπο παραστατικό ότι το δικαίωμα για μόρφωση και δουλειά, το δικαίωμα της πολύπλευρης ανάπτυξης της προσωπικότητας, το δικαίωμα στη χαρά της ζωής, το δικαίωμα στη γνώση και τη συμμετοχή στον πολιτισμό δεν παίρνουν σάρκα και οστά χωρίς να γκρεμιστεί ο καπιταλισμός.
Γιούλα Γκεσούλη