Στον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2017 προβλεπόταν ανάπτυξη (αύξηση του ΑΕΠ) κατά 2,7%. Η πρόβλεψη αυτή ήταν τότε (τέλη του 2016 και αρχές του 2017) το βαρύ πυροβολικό της κυβερνητικής προπαγάνδας. Παρά την αύξηση του τουρισμού, η υπεραισιόδοξη πρόβλεψη δεν επαληθεύτηκε. Το φθινόπωρο, με το προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού του 2018, η πρόβλεψη «προσγειώθηκε» στο 1,8%. Παρά ταύτα, οι συριζαίοι εξακολουθούσαν να σκορπούν αισιοδοξία. Ο Τσακαλώτος έβαζε στοίχημα ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πέσει κάτω από 1,8%, ενώ ο Τσίπρας διαβεβαίωνε ότι το τελικό ποσοστό θα έχει 2 μπροστά.
Εκλεισε η χρονιά, ήρθαν τα πρώτα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και το αποτέλεσμα «έκατσε» στο 1,4%. Λίγο πάνω από το μισό της αρχικής πρόβλεψης. Φυσικά, δε σχολιάστηκε. Δε βολεύουν τα σχόλια πάνω σε αφηγήματα που καταρρέουν και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Ούτε το 2018 ξεκίνησε τόσο αισιόδοξα. Στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ δεν υπάρχουν ακόμα, όμως η βιομηχανική παραγωγή αντί να εκτινάσσεται, όπως λέει το κυβερνητικό παραμύθι, ασθμαίνει. Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι ο Γενικός Δείκτης Βιομηχανικής Παραγωγής του μηνός Ιανουαρίου 2018 παρουσίασε μείωση της τάξης του 1,7%, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Ιανουαρίου 2017, έναντι αύξησης 7,1% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2017 με το 2016.
Παρά ταύτα, υπάρχει ανάπτυξη. Αυτό μας λέει η κυβερνητική προπαγάνδα. Μόνο που αυτή η ανάπτυξη -λέμε εμείς- είναι και θα εξακολουθήσει να είναι λυμφατική. Αδύναμη, αναιμική, με μικρές εξάρσεις και υφέσεις, χωρίς να αποκλείεται μια νέα περίοδος σχετικά μακράς ύφεσης, καθώς οι ευρωπαϊκές οικονομίες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, που επηρεάζουν καθοριστικά τον ελληνικό καπιταλισμό, κλείνουν σιγά-σιγά τον κύκλο της σχετικής ανάπτυξης και όλοι περιμένουν τον κύκλο της ύφεσης.
Ομως, η συγκυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων το έχει βρει το κόλπο. Δεν μιλά για το ΑΕΠ, μιλά για τα «πρωτογενή πλεονάσματα». Γι' αυτό το τεχνητό λογιστικό μέγεθος που έχει μετατραπεί σε λαιμητόμο που καρατομεί κοινωνικές δαπάνες και εργατικά δικαιώματα. Γι' αυτό το τεχνητό λογιστικό μέγεθος που δεν αποτυπώνει την πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας, αλλά τη δυνατότητα του κράτους -μέσω των δημόσιων οικονομικών- να εξασφαλίζει κάθε χρόνο ένα επιπλέον ποσό για την εξυπηρέτηση του χρέους-θηλιά. Και βέβαια, αυτή η εξασφάλιση δεν μπορεί να γίνει χωρίς χαράτσια, χωρίς πετσοκόμματα συντάξεων και μισθών, χωρίς υπερφορολόγηση ακόμα και των χαμηλότερων εισοδημάτων, χωρίς μετατροπή των κοινωνικών δαπανών σε ένα σύνολο φιλανθρωπικού τύπου επιδομάτων.
Η θεωρία είναι γνωστή από παλιά: «πρώτα πρέπει να μεγαλώσει η πίτα και μετά να δούμε πώς θα τη μοιράσουμε». Ο Τσίπρας την επαναλαμβάνει… με δικά του λόγια: «πρέπει να παράξουμε πλούτο κι εμείς εγγυόμαστε ότι θα τον μοιράσουμε με κοινωνικά δίκαιο τρόπο». Ετσι, οι εργατικοί μισθοί και οι συντάξεις μετατρέπονται σε εξαρτήματα της πορείας του ελληνικού καπιταλισμού. Μας λένε ότι δεν πρέπει να εξαρτώνται από την αξία της εργατικής δύναμης, δηλαδή των μέσων συντήρησης της εργατικής οικογένειας, αλλά από την εξέλιξη του ΑΕΠ. Τα δεδομένα που διαμόρφωσε η κινεζοποίηση θεωρούνται η «νόμιμη» και «κοινωνικά δίκαιη» βάση, η οποία μπορεί να γνωρίσει μικρές μεταβολές προς τα πάνω, εξαρτώμενες αποκλειστικά από την πορεία του ΑΕΠ.
Ετσι, με δεδομένο και τον αναιμικό χαρακτήρα που θα έχει η όποια ανάπτυξη, η εργατική τάξη είναι ήδη καταδικασμένη σε μόνιμη κοινωνική εξαθλίωση.