Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι τέσσερις μεγάλοι του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου συντονίζουν τις κινήσεις τους προκειμένου να βρεθεί λύση στο διαφαινόμενο αδιέξοδο των τηλεοπτικών δικαιωμάτων του πρωταθλήματος της Super League. Εχει ήδη γίνει επαφή με τηλεοπτικό πάροχο από το εξωτερικό, ο οποίος εξειδικεύεται στην προβολή αθλητικών δραστηριοτήτων, ενώ στο εσωτερικό γίνονται συζητήσεις με την ΟΤΕ TV, οι οποίες -σύμφωνα με τις «διαρροές»- βρίσκονται σε καλό επίπεδο. Αν κάποιος διαβάσει προσεχτικά τα σχετικά δημοσιεύματα, θα διαπιστώσει ότι οι «4», εκτός από τη στάση τους απέναντι στο συνδρομητικό κανάλι, φέρονται να συζητούν για «μακροχρόνιους και όχι βραχυχρόνιους στόχους» και να συμφωνούν ότι απαιτείται «μια αναβάθμιση στο προϊόν και χάραξη από κοινού ενός στρατηγικού σχεδίου με πολυετή ορίζοντα» και «μια αλλαγή συμπεριφοράς που θα πρέπει να υπάρξει από το νέο πρωτάθλημα», προκειμένου να αναβαθμιστεί το προϊόν. Στόχος τους είναι φυσικά να το «πουλήσουν» σε καλύτερη τιμή, γιατί σύμφωνα με τις πάντα καλά ενημερωμένες πηγές, η φθίνουσα πορεία του πρωταθλήματος συνεχίζεται και η διαπραγματευτική του τιμή είναι κάτω από τα 15.000.000 ευρώ.
Ακούγοντας τα παραπάνω όσοι διαθέτουν στοιχειώδη κριτική ικανότητα καταλαβαίνουν ότι η σύμπραξη των «4» έχει επικοινωνιακή και μόνο αξία και ότι ο στόχος τους είναι να ασκήσουν πίεση προς τη NOVA, αλλά και προς τις μικρομεσαίες ομάδες του πρωταθλήματος, και όταν βρεθεί κάποια λύση στα τηλεοπτικά όλα τα παραπάνω θα αποτελέσουν παρελθόν. Η πίεση προς το συνδρομητικό κανάλι μεταφράζεται: «δώσε κάτι παραπάνω και εμείς εδώ είμαστε». Και προς τους μικρούς: «δείξτε μας εμπιστοσύνη και δε θα χάσετε».
Ενας επιπλέον λόγος που ενισχύει το επιχείρημα της ευκαιριακής «συμμαχίας» είναι ότι την ίδια στιγμή που οι «4» εμφανίζονται στα αθλητικά Μέσα ενωμένοι, να ομονοούν και να συζητούν σε καλό κλίμα για τα τηλεοπτικά δικαιώματα και τις πρωτοβουλίες που πρέπει να πάρουν για να αναβαθμιστεί το πρωτάθλημα, στις πολιτικές εφημερίδες και στη συντριπτική πλειοψηφία των διαδικτυακών Μέσων το βασικό θέμα της επικαιρότητας είναι ο επιχειρηματικός πόλεμος που μαίνεται ανάμεσά τους, ο οποίος δείχνει να έχει πάρει σοβαρές διαστάσεις, με πολλά χτυπήματα κάτω από τη μέση. Μπορεί οι «αναλυτές» στις αθλητικές φυλλάδες, επειδή απευθύνονται σε οπαδούς, να θεωρούν ότι μπορούν να τους πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες και να παρουσιάζουν την ευκαιριακή συμμαχία των μεγάλων ομάδων σαν μια νέα αρχή για το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όμως στο συνδρομητικό κανάλι γνωρίζουν καλά την πραγματικότητα και αξιολογούν τις εξελίξεις στην πραγματική τους διάσταση.
Στη NOVA είναι γνωστές οι σημαντικές επιχειρηματικές διαμάχες ανάμεσα στους καπιταλιστές ιδιοκτήτες των μεγάλων ομάδων (άλλωστε και οι ίδιοι είναι καπιταλιστές και γνωρίζουν από πρώτο χέρι πώς παίζεται το παιχνίδι) και ξέρουν ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να παραμείνουν για πολύ καιρό ενωμένοι. Εχοντας αυτό το δεδομένο, οι κινήσεις του συνδρομητικού καναλιού είναι πολύ προσεκτικές. Προσπαθούν να κρατούν ανοιχτό το θέμα, στοχεύοντας να αξιοποιήσουν την αδυναμία της Λίγκας να βρει άλλο χορηγό, αλλά και τις εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στους «4» μεγάλους και τις υπόλοιπες ομάδες.
Ηδη έχουμε μια πρώτη κίνηση από πλευράς NOVA, με την οποία αύξησε την προσφορά της και δέχεται να επιστρέψει το 50% από τις ρήτρες που είχε ενεργοποιήσει στις αρχές της σεζόν εξαιτίας της αναβολής έναρξης του πρωταθλήματος (θα επιστρέψει στις ομάδες 1.200.000 ευρώ από τα 2.400.000 ευρώ που είχε δεσμεύσει). Προϋπόθεση για τη συνέχιση της χορηγίας είναι η μείωση των ομάδων της Λίγκας από 16 σε 12 ή 14 και η ανάδειξη του πρωταθλητή μέσω πλέι οφ. Στο κανάλι πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα ενισχυθεί η αγωνιστική εικόνα των ομάδων και το θέαμα που θα προσφέρουν, συνεπώς θα γίνει περισσότερο ελκυστικό το πρωτάθλημα, θα αυξηθούν τα φράγκα που θα τζιράρονται γύρω από αυτό, άρα θα αυξηθούν και τα φράγκα που θα μπουν στο ταμείο κάθε ομάδας.
Η νέα προσφορά της NOVA δείχνει να πετυχαίνει το σκοπό της, αφού αναζωπύρωσε τις αντιθέσεις των ομάδων της Super League. Οι μεγάλοι δείχνουν διατεθειμένοι να υποστηρίξουν τα αιτήματα του συνδρομητικού καναλιού προκειμένου να αυξηθούν τα φράγκα που θα μοιραστούν, όμως οι μικρομεσαίοι δε δείχνουν διατεθειμένοι να βάλουν το κεφάλι τους στο ντορβά και να ρισκάρουν την παραμονή τους στη μεγάλη κατηγορία. Βεβαίως, επειδή για τους καπιταλιστές τα φράγκα είναι πάνω απ’ όλα, ήδη κάποιοι από τους μικρομεσαίους έχουν αρχίσει τις αντιπροτάσεις και δέχονται να συμφωνήσουν με τα αιτήματα του καναλιού, με την προϋπόθεση ότι οι μεγάλοι θα αποδεχτούν να «απορροφήσουν» τη μείωση και να επωμιστούν τις οικονομικές απώλειες που θα προκύψουν.
Ολα δείχνουν ότι η λύση θα βρεθεί λίγο πριν από την έναρξη του πρωταθλήματος και ότι μέχρι τότε θα έχουμε πολλά επεισόδια στο σίριαλ.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
Αρχισαν τα όργανα στην κυβέρνηση, μετά τα δημοσιεύματα που αναφέρονταν στην κατάργηση του «νόμου Κοντονή» μετά από πιέσεις της ΟΥΕΦΑ και της ΦΙΦΑ. Οι εκπρόσωποι των διεθνών ομοσπονδιών, στην πρόσφατη περιοδεία τους στην Αθήνα, απαίτησαν από τον υφυπουργό Αθλητισμού Γιώργο Βασιλειάδη να τροποποιήσει άμεσα ορισμένα σημεία της νομοθεσίας και ιδιαίτερα αυτά που αναφέρονται στις κυρώσεις των ομάδων σε περιπτώσεις εμπλοκής τους σε παραπτώματα που αφορούν περιστατικά αθλητικής βίας.
Οι αξιωματούχοι της ΟΥΕΦΑ θεωρούν τη δυνατότητα του υφυπουργού να αναβάλει τους αγώνες «καταχρηστική» και προτείνουν ελαφρύτερες ποινές, όπως απαγόρευση μετακίνησης οπαδών, κλείσιμο της θύρας των φανατικών οπαδών, διεξαγωγή των αγώνων κεκλεισμένων των θυρών, οι οποίες δε θα διαταράσσουν τον προγραμματισμό διεξαγωγής των πρωταθλημάτων ή των άλλων αθλητικών διοργανώσεων. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ΦΙΦΑ και ΟΥΕΦΑ δε διαπραγματεύονται στο ελάχιστο το δικαίωμά τους να αποφασίζουν αυτές και μόνον αυτές για όσα διαδραματίζονται στο χώρο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου.
Ενα επιπλέον σημείο που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι στις προτεινόμενες ποινές δεν υπάρχει πρόβλεψη για πρόστιμα, προκειμένου να μη χρειαστεί να βάλουν το χέρι στην τσέπη οι καπιταλιστές ιδιοκτήτες των ομάδων. Για να κρατήσουν τα προσχήματα και για να μη φανεί ότι αδιαφορούν για τα περιστατικά βίας που σχετίζονται με το ποδόσφαιρο, δήλωσαν ότι το μέτρο της αναβολής των αγώνων θα πρέπει να λαμβάνεται μόνο σε ακραίες περιπτώσεις και εφόσον δεν έχει αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με τα «ελαφρύτερα» μέτρα.
Αν και ο Βασιλειάδης δήλωσε σύμφωνος με τις απόψεις της ΟΥΕΦΑ και της ΦΙΦΑ και στις δηλώσεις του άφησε να εννοηθεί ότι θα φέρει σύντομα στη Βουλή σχετική νομοθετική ρύθμιση, ο Κοντονής, σύμφωνα με «διαρροές», εξέφρασε την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε αλλαγή της νομοθεσίας και ζήτησε να μην υπάρξουν άμεσες νομοθετικές παρεμβάσεις. Και επειδή τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ο Κοντονής βάζει πλάτη στον Τσίπρα για να «μαζευτούν» οι λαμακίες του Καμμένου, όλα δείχνουν ότι η κυβερνητική επιλογή είναι να μην τον «αδειάσουν», να μην καταργηθεί ο νόμος του και να επιδιωχθεί συνεννόηση με την ΟΥΕΦΑ.
Η κυβέρνηση θα προτείνει να μην αλλάξει η κείμενη νομοθεσία για να ικανοποιηθεί ο Κοντονής και ταυτόχρονα θα δεσμευτεί ότι ο Βασιλειάδης δε θα ασκήσει το δικαίωμα που του δίνει ο νόμος, ενώ θα γίνουν οι αναγκαίες παρεμβάσεις προς την αθλητική δικαιοσύνη ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι ποινές που θα αποφασίζει θα είναι συμβατές με τις οδηγίες της ΟΥΕΦΑ.
Ανεξάρτητα από την έκβαση της υπόθεσης, είτε νομοθετήσει την κατάργηση του νόμου Κοντονή είτε δεσμευτεί για τη μη εφαρμογή του, η κυβέρνηση κατάφερε για μια ακόμη φορά να γελοιοποιηθεί και να αποδείξει ότι είναι ένα τσούρμο ανδρείκελων που δεν έχουν τη δυνατότητα να αποφασίσουν μόνα τους ούτε τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν τα περιστατικά αθλητικής βίας.
Στον επαγγελματικό αθλητισμό, προβάλλεται από τα ΜΜΕ, τις αθλητικές ομοσπονδίες, τις διοικήσεις των ομάδων και το σταρ-σίστεμ η άποψη «κοίτα τη δουλειά σου και μην ανακατεύεσαι με τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα» και αποτρέπει τους αθλητές να συμμετέχουν και να σχολιάζουν το κοινωνικό γίγνεσθαι. Οι 44 υπογραφές αλληλεγγύης προς την Ηριάννα από τον χώρο του αθλητισμού, αν και καλοδεχούμενες, είναι ελάχιστες και δείχνουν ότι το δόγμα του No Politica κερδίζει συνεχώς έδαφος. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα στην περίπτωση του Περικλή για τον οποίο οι φωνές αλληλεγγύης είναι ελάχιστες.