ως πότε, σύντροφοι, με τα σκατά;
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι σαν σήμερα πριν από 92 χρόνια γεννιόταν στη Χίο ο Μίκης Θεοδωράκης.
«Ολες οι πτυχές της ζωής τους τώρα μιλούσαν για απώλεια, πόνο και ασπλαχνία: διεφθαρμένες διοικήσεις πανεπιστημίων, τρελές κυβερνήσεις χαυνωμένες από την εξουσία και τον θάνατο που εκπορεύεται από αυτή, ένας κόσμος κυριευμένος από το μίσος, τις ανόητες προκαταλήψεις, τη μολυσματική απληστία και τη λιμοκτονία εκατομμυρίων. Οι πλούσιοι τρύπωναν στους αηδιαστικούς σωρούς των κακόγουστων, φανταχτερών, άχρηστων κοσμημάτων τους. Οι μορφωμένοι κρύβονταν ανάμεσα στις ελιτίστικες και ακατανόητες ειδικότητές τους. Και οι δυο έβριζαν τους αδύναμους, τους φτωχούς, τους ανίσχυρους, και έτρεφαν τις φοβερές, βρυχώμενες φωτιές του μίσους και της οργής με την εύφλεκτη βενζίνη των ψεμάτων και της περιφρόνησης» (Hilbert Schenck).
Τι έχουν και οργίζονται τόσο πολύ οι ραγιάδες;
Τέτοια ξευτίλα δεν χωρά σ' ολάκερη την πλάση
να είναι έξω οι λαγοί και μέσα οι γερακίνες
έτσι πως θέλει η τυφλή που όμως καλοβλέπει
και τα ζυγιάζει όλα καλά, κατά πώς τη βολεύει
τσιμπώντας τους ξιπόλητους όπως το μαύρο φίδι
χορτάτη, διαπλεκόμενη, στυγνά προνομιούχα.
Δηλαδή τι μπορεί να περιμένει κανείς από αυτούς που προσκυνάνε κάστανα στον 21ο αιώνα; Τι δικαιολογίες να σκαρφιστεί ή έστω τι να ανασύρει για… να βρει δικαιολογίες;
«Οσοι δουλεύουν, φοβούνται μη χάσουν τη δουλειά τους. Οσοι δεν δουλεύουν, φοβούνται μη δεν βρουν ποτέ δουλειά. Οποιος δεν φοβάται την πείνα, φοβάται το φαγητό. Οι οδηγοί αυτοκινήτων φοβούνται να περπατήσουν και οι πεζοί φοβούνται μην τους πατήσουν τα αυτοκίνητα. Η δημοκρατία φοβάται να θυμηθεί και η γλώσσα φοβάται να τα πει. Οι πολίτες φοβούνται τους στρατιωτικούς, οι στρατιωτικοί φοβούνται την έλλειψη όπλων, τα όπλα φοβούνται την έλλειψη πολέμων. Ζούμε στα χρόνια του φόβου. Φοβάται η γυναίκα τη βία του άντρα και ο άντρας την άφοβη γυναίκα. Φόβος των κλεφτών, φόβος της αστυνομίας. Φόβος της πόρτας χωρίς κλειδαριά, του χρόνου χωρίς ρολόγια, του παιδιού χωρίς τηλεόραση, φόβος της νύχτας χωρίς υπνωτικά χάπια και φόβος της ημέρας χωρίς διεγερτικά χάπια. Φόβος του πλήθους, φόβος της μοναξιάς, φόβος απ’ όσα έγιναν και για όσα θα γίνουν, φόβος του θανάτου, φόβος της ζωής» (Eduardo Galeano).
Οι εκδηλώσεις «λατρείας» προς το πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης δεν είναι –φυσικά- ελληνικό φαινόμενο. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα με τους καφέδες και τα νερά σε Φίλη και Ξυδάκη επισκιάζεται από όσα συνέβησαν στη Βραζιλία και μάλιστα σε γάμο πολιτικού. Ο γάμος της 25χρονης Μαρία Βικτόρια Μπάρος, βραζιλιάνας πολιτικού, μέλους της πολιτειακής συνέλευσης του Παρανά και κόρης του υπουργού Υγείας Ρικάρντο Μπάρος, μετατράπηκε σε διαδήλωση κατά της κυβέρνησης όταν εκατοντάδες συγκεντρωμένοι πέταξαν αυγά και μπουκάλια και στο τέλος χρειάστηκε η παρέμβαση της αστυνομίας. Στην πολυτελή τελετή ήταν παρούσα η πολιτική ελίτ της χώρας, καθώς παρευρέθηκαν τουλάχιστον τριάντα μέλη του Κογκρέσου. Ομως δεν υπολόγισαν τις αντιδράσεις του κόσμου, που συγκεντρώθηκε με πλακάτ που είχαν μηνύματα κατά της κυβέρνησης, ενώ φώναζαν συνθήματα κατά της νύφης, την οποία αποκαλούσαν συνωμότρια. Ανδρες της ασφάλειάς της άνοιξαν ομπρέλες για να προστατέψουν το ζευγάρι από τα αντικείμενα που πετούσε ο κόσμος, ενώ τελικά χρειάστηκε η παρέμβαση της αστυνομίας για να προστατευθούν οι νεόνυμφοι και οι καλεσμένοι τους. Η Μπάρος δήλωσε ότι η διαδήλωση συνδέεται με την πρόσφατη απόφαση της μητέρας της να είναι υποψήφια για κυβερνήτης και υποστήριξε ότι η κινητοποίηση χρηματοδοτήθηκε από αριστερά κόμματα και σωματεία…
«Είμαστε ο πόλεμος ο εμφύλιος του δούλου ενάντια στον αφέντη, η βία ενάντια στη βία. Οχτρός δεν είναι ο αλλόγλωσσος, ο αλλόθρησκος, ο ξένος. Ο οχτρός μας είναι μες στο σπίτι μας, το κράτος είναι ο οχτρός μας, το κράτος είναι ο ξένος. Το χέρι ετούτο δεν θα σηκωθεί ενάντια στους αδερφούς, το ατσαλωμένο χέρι μας θα σηκωθεί στους τύραννους ενάντια» (Κώστας Βάρναλης).
Κοκκινοσκουφίτσα