Σε alter ego του Γαβρόγλου αναδεικνύεται η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ). Στην ετήσια έκθεσή της για το 2015-16, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, η Αρχή έχει μεταμορφωθεί σε άκακο αρνάκι, που αναμασά το κουτόχορτο με το οποίο ο υπουργός Παιδείας θέλει να ταΐσει τους εκπαιδευτικούς, προκειμένου να περάσει με επιτυχία αυτή τη φορά την αξιολόγηση.
Η Αρχή ανασκεύασε τη φιλοσοφία του εγχειρήματος της αξιολόγησης, και τις προτάσεις της, προκειμένου να προσαρμοστεί στο λουστραρισμένο «αφήγημα» των συριζαίων περί αυτοαξιολόγησης-αξιολόγησης, (είναι και αυτό απαραίτητο στοιχείο της «αναβάθμισής» της), πετώντας στην άκρη όλα αυτά που πρέσβευε πριν από καιρό, όταν αποτελούσε το think tank και τον μηχανισμό υλοποίησης της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών ενός άλλου υπουργού Παιδείας (του Αρβανιτόπουλου).
Και η Αρχή, όπως και ο Γαβρόγλου, προσπαθεί να κρύψει κάτω από το χαλί τις πραγματικές επιδιώξεις της αυτοαξιολόγησης: Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αποκτήσουν «κουλτούρα αξιολόγησης» και όταν πλέον θα είναι «έτοιμοι», με χαλαρωμένες αντιστάσεις, τότε θα γίνει και το επόμενο βήμα, που δεν ομολογείται από τώρα.
Το βήμα αυτό είναι η αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών, που σε κάθε περίπτωση θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα (αυτό προκύπτει τόσο από τη φύση και το ρόλο του σχολείου στον καπιταλισμό όσο και από το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο) και θα αποθεώσει τον ανταγωνισμό των σχολικών μονάδων και την κατηγοριοποίησή τους.
Το Μνημόνιο-3, που υπέγραψε η συγκυβέρνηση δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολιών. Σύμφωνα με αυτό «Οι αρχές, σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, θα επικαιροποιήσουν, έως τον Απρίλιο του 2016, την αξιολόγηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος που εκπόνησε ο ΟΟΣΑ το 2011». «Η επανεξέταση θα προτείνει συστάσεις σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ» και θα καλύπτει τις εξής κατευθύνσεις:
• την υλοποίηση της μεταρρύθμισης του «Νέου Σχολείου»·
• τα περιθώρια για περαιτέρω εξορθολογισμό (τάξεων, σχολείων και πανεπιστημίων)·
• τη λειτουργία και τη διακυβέρνηση των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης·
• την αποδοτικότητα και την αυτονομία των δημόσιων εκπαιδευτικών μονάδων·
• τους δεσμούς μεταξύ έρευνας και εκπαίδευσης, καθώς και τη συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων, ερευνητικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων με σκοπό την ενίσχυση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας·
• την αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών, καθώς και τη διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα.
Σαν να διαβάζουμε, λοιπόν, τα λεγόμενα του Γαβρόγλου είναι η έκθεση της ΑΔΙΠΠΔΕ. Αναπαράγονται ακόμη και οι εκφράσεις και η νέα εύηχη ορολογία που έχει υιοθετήσει ο υπουργός Παιδείας.
Προτάσεις της Αρχής
Η έκθεση αναφέρει ότι οι προτάσεις της Αρχής «σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το ‘’Τριετές Σχέδιο για την Παιδεία’’ του Υπουργείου Παιδείας».
Τα μέλη της Αρχής «ανακάλυψαν» ότι πρέπει να υπάρξει τροποποίηση άρθρων του ιδρυτικού νόμου (4142/2013) της ΑΔΙΠΠΔΕ, αφού σε αυτόν υπάρχουν «πρακτικές που αντίκεινται στο πνεύμα της διαμορφωτικής λειτουργίας που πρέπει να διέπει την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας».
Οι πρακτικές αυτές αποκαλύπτουν το πραγματικό πρόσωπο της αυτοαξιολόγησης-αξιολόγησης, και χαλούν τη «σούπα» των συριζαίων, γι’ αυτό και πρέπει να απαλειφθούν, αλλιώς και αυτό το σχέδιο θα καταρρεύσει πριν ακόμη γίνει απόπειρα να εφαρμοστεί.
Γι’ αυτό, η Αρχή προτείνει την τροποποίηση των διατάξεων:
♦ Αναφορικά με τη δημοσιοποίηση των αξιολογικών εκθέσεων. Οι εκθέσεις δεν πρέπει να δημοσιοποιούνται «αλλά να αξιοποιούνται από τις Σχολικές Μονάδες και τις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης για ενημέρωση και ανατροφοδότηση». Αλλιώς, με τη δημοσιοποίηση «από κεντρικό φορέα είναι εύκολο να διολισθήσει η διαδικασία σε συγκρίσεις και κατηγοριοποιήσεις, οι οποίες αναιρούν την ουσία της εσωτερικής συλλογικής διαδικασίας, όπως είναι η αυτοαξιολόγηση».
♦ Αναφορικά «με τον επαναπροσδιορισμό των γενικών κριτηρίων αξιολόγησης των σχολικών μονάδων».
α) Προτείνεται η διαγραφή της διάταξης που θεωρεί τα «μαθησιακά αποτελέσματα» ως κριτήριο αξιολόγησης εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων. Τα μέλη της Αρχής, ενέσκηψαν ξαφνικά με ενδιαφέρον πάνω στις κοινωνικοοικονομικές αιτίες της διαμόρφωσης των μαθησιακών αποτελεσμάτων, ανακαλύπτοντας ότι αυτά «προκύπτουν ως πολυπαραγοντικό αποτέλεσμα της σύμπραξης, μεταξύ άλλων, του οικογενειακού και του ευρύτερου κοινωνικο-πολιτισμικού περιβάλλοντος με τις παραμέτρους του εκπαιδευτικού συστήματος». Γι’ αυτό και η χρήση τους ως κριτηρίου αξιολόγησης «παραποιεί την εκπαιδευτική πραγματικότητα, ενοχοποιεί αδίκως εκπαιδευτικούς και σχολικές μονάδες και αποκρύπτει τις ευθύνες των εκπαιδευτικών δομών και υποδομών».
β) Προτείνεται η διαγραφή της πρόβλεψης να γίνεται αξιολόγηση της ποιότητας και αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού έργου από τους μαθητές και τους γονείς.
γ) προτείνεται τροποποίηση της διάταξης που αφορούσε την «καταλληλότητα των προσόντων του διδακτικού προσωπικού».
Συριζαίοι και Αρχή έχουν επινοήσει έναν νέο εύηχο όρο για να καλύψουν το ρόλο του αστικού σχολείου. «Κοινότητα μάθησης» είναι πλέον το σχολείο στον καπιταλισμό, που αναπαράγει τις κοινωνικές αντιθέσεις, που οξύνει τον ανταγωνισμό και τον ατομισμό μέσα από τις ποικίλες αξιολογικές κρίσεις, που φρενάρει την ανάπτυξη της προσωπικότητας με την υιοθέτηση όλο και πιο έντονα της αντίληψης ότι το σχολείο πρέπει να υπηρετεί την αγορά γι’ αυτό και οφείλει να προωθεί τις δεξιότητες που κάθε φορά απαιτεί η αγορά εργασίας, που προετοιμάζει τους νέους να γίνουν μεθαύριο πειθήνια όργανα των καπιταλιστών, που φράζει το δρόμο προς τα Πανεπιστήμια για τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων με χίλιους δυο ταξικούς φραγμούς, που έχει τους εκπαιδευτικούς στην πείνα, με ξεχαρβαλωμένες εργασιακές σχέσεις, που, που…
Το καμουφλάζ, λοιπόν, του σχολείου-«κοινότητα μάθησης», απαιτεί να κρίνεται η «καταλληλότητα των προσόντων» του εκπαιδευτικού προσωπικού με το κατά πόσο αυτό, το προσωπικό, έχει «ενεργό συμμετοχή» σε όλο αυτό το παραπλανητικό παιχνίδι, της αυτοαξιολόγησης μη εξαιρουμένης. Τούτο ονομάζεται «επαγγελματική μάθηση».
Η «κοινότητα μάθησης» και η εμπλοκή των εκπαιδευτικών σε αυτήν είναι βασική προϋπόθεση για την «επιτυχία του όλου εγχειρήματος της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας».
Καμουφλαρισμένη αξιολόγηση εκπαιδευτικών
Η Αρχή και ο Γαβρόγλου αναφέρονται επίσης στην ύπαρξη ενός «κριτικού φίλου» που θα στηρίζει εξωτερικά τις «κοινότητες μάθησης». Πρόκειται για τη νέα ονομασία του Σχολικού Συμβούλου. Οπως το ΠΑΣΟΚ βάφτισε τον πρώην επιθεωρητή, Σχολικό Σύμβουλο για να κάμψει τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών που είχαν υποφέρει τα πάνδεινα από αυτούς τους δυνάστες-τοποτηρητές της πολιτικής του υπουργείου Παιδείας, διώκτες κάθε ταξικά συνειδητοποιημένου εκπαιδευτικού και να τους ενσωματώσει (με τις ευλογίες των ρεβιζιονιστικών κομμάτων της «αριστεράς» θυμίζουμε) στη νέα αστική πολιτική τάξη πραγμάτων, έτσι και οι συριζαίοι βαφτίζουν τον Σχολικό Σύμβουλο «κριτικό φίλο».
Ο οποίος, Σχολικός Σύμβουλος, μπορεί να έχασε κάποιες εξόφθαλμες τιμωρητικές αρμοδιότητες που είχε ως επιθεωρητής, πλην, όμως, πάντοτε είχε το ρόλο να υποδεικνύει στον εκπαιδευτικό την προσήλωσή του στα εκπαιδευτικά προγράμματα και τις μεθόδους που χρησιμοποιούσε το υπουργείο Παιδείας προκειμένου να υλοποιήσει κάθε φορά την πολιτική του.
Ετσι, τώρα, ο «κριτικός φίλος» «δεν θα καθορίζει επιλογές, αλλά θα βοηθά τα μέλη της επαγγελματικής ‘’κοινότητας μάθησης’’ να προβούν σε συνειδητές και επεξεργασμένες επιλογές και δράσεις». Η παρουσία του «αυξάνει την εγκυρότητα και την αξιοπιστία δράσεων και αποτιμήσεων».
Η έκθεση της ΑΔΙΠΠΔΕ αποκαλύπτει, αν και προσπαθεί να το υποβαθμίσει, και το άλλο πρόσωπο της αξιολόγησης. Ομολογεί ότι θα υπάρχει και «εξωτερική αξιολόγηση» (οι «ράμπο»-αξιολογητές, ή «εμπειρογνώμονες», κλπ, τώρα θα ονομαστούν αλλιώς).
Η χαρακτηριστική αναφορά είναι η εξής: «Τέλος, η Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε. , αρμόδια κατά νόμο τόσο για την εσωτερική αξιολόγηση (αυτοαξιολόγηση), όσο και για την εξωτερική αξιολόγηση της Σχολικής Μονάδας, θεωρεί ότι η αυτοαξιολόγηση είναι σημαντικότερη της εξωτερικής αξιολόγησης και επισημαίνει ότι η πρώτη πρέπει να προηγηθεί και να στηριχθεί πολύτροπα. Καθώς οι δύο αυτές μορφές αξιολόγησης επιτελούν διαφορετικό ρόλο, μπορεί στο μέλλον και, αφού έχει εμπεδωθεί κουλτούρα αξιολόγησης, να συνδυαστούν οι εν λόγω μορφές, με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν θα έχουν τιμωρητικό χαρακτήρα για τις Σχολικές Μονάδες και τους εκπαιδευτικούς. Βεβαίως, δεν πρόκειται για εύκολο αλλά για χρήσιμο και αναγκαίο συνδυασμό ισορροπίας εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης».
Αξιολόγηση νεοδιόριστων
Η έκθεση περιλαμβάνει και προτάσεις για τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς και τις διαδικασίες μονιμοποίησής τους. Η νεκρανάσταση του «μέντορα» εκπαιδευτικού του νόμου Διαμαντοπούλου για το «νέο Σχολείο» και στη συνέχεια των νομοθετημάτων Αρβανιτόπουλου είναι γεγονός. Τα δυσάρεστα αποτελέσματα μιας «ατελέσφορης» διαδικασίας στην περίπτωση που κριθούν «μη επαρκείς» «οι δόκιμοι εκπαιδευτικοί» αποσιωπώνται. Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται για προφανείς λόγους. Αλλωστε, δεν αποτελούν ευθύνη της Αρχής, αλλά της κυβέρνησης και του νομικού οπλοστασίου που ήδη υπάρχει και αυτού που θα φτιαχτεί (φασιστικός δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας, νόμος 1566/85, αξιολόγηση δημόσιων υπαλλήλων, κλπ).
Η έκθεση αναφέρει χαρακτηριστικά: «Από την εκπαιδευτική εμπειρία, αλλά και από σχετικές εκθέσεις και έρευνες, προκύπτει ότι η παρεχόμενη στήριξη και ανατροφοδότηση στους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς είναι, τουλάχιστον, ανεπαρκής και ότι η μονιμοποίηση των δόκιμων εκπαιδευτικών, για δεκαετίες, έχει μετατραπεί σε γραφειοκρατική διαδικασία και σε μερικές περιπτώσεις, ελλείψει ακόμη και αυτής, η μονιμοποίηση γίνεται αυτομάτως μετά την παρέλευση συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Για να αποκτήσει η περίοδος της θητείας ως δοκίμου το περιεχόμενο που δηλώνει η νομοθέτησή της, πρέπει να αναδιατυπωθούν, να ουσιαστικοποιηθούν και να εφαρμόζονται οι τρεις φάσεις επιμόρφωσης που μέχρι πρόσφατα παρείχαν, συχνά ανεπαρκώς, τα ΠΕΚ» (σ.σ. η έκθεση προτείνει ανασυγκρότηση των ΠΕΚ με νέα επιμορφωτικά προγράμματα).
Πριν τη συμπλήρωση της διετίας, κατά την οποία ο νέος εκπαιδευτικός είναι «δόκιμος», ο Σχολικός Σύμβουλος-«κριτικός φίλος» συντάσσει «θετική ή αρνητική αξιολογική έκθεση μονιμοποίησης». Ανάλογη έκθεση συντάσσει και ο Διευθυντής της Σχολικής Μονάδας για ζητήματα που άπτονται των εξωδιδακτικών καθηκόντων του δόκιμου εκπαιδευτικού. Η έκθεση προβλέπει ότι «σε περίπτωση που από τη συνεκτίμηση των δύο εκθέσεων διαπιστώνονται σοβαρές δυσκολίες, προτείνεται η παράταση της περιόδου δοκίμου μέχρι και δύο έτη και επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία».
Τι ακολουθεί μετά, αν και αυτή η διαδικασία δεν αποδώσει τα αναμενόμενα; Η Αρχή τηρεί σιγήν ιχθύος.
Αξιολόγηση-κατηγοριοποίηση
Η Αρχή έχει επινοήσει και έναν άλλο τρόπο να κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς, ανάλογα με την προθυμότητά τους να συμβάλλουν στην αυταπάτη του σχολείου-«κοινότητα μάθησης», δομικό στοιχείο του οποίου είναι η αυτοαξιολόγηση. Ο τρόπος συμμετοχής μοριοδοτείται και παίζει ρόλο στην «ενδο-σχολική υπηρεσιακή ανέλιξη των εκπαιδευτικών».
Οι «νέοι ρόλοι» είναι αυτοί: (α) του μέντορα, (β) του συντονιστή ειδικότητας και (γ) του υπεύθυνου τμήματος. Η πίστωση της μοριοδότησης θα γίνεται μετά από εισηγήσεις του Σχολικού Συμβούλου και του Διευθυντή της Σχολικής Μονάδας. Είναι αυτό καραμπινάτη αξιολόγηση του εκπαιδευτικού ναι ή όχι;
Επιμόρφωση / αξιολόγηση
Η αυτοαξιολόγηση, που τάχα θα έχει «ανατροφοδοτικό» χαρακτήρα συνοδεύεται από προγράμματα επιμόρφωσης (εξ ου και η ανασυγκρότηση των ΠΕΚ).
Τα προγράμματα υπάγονται στις παρακάτω περιπτώσεις: Α. Εισαγωγική Επιμόρφωση για τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς. Β. Περιοδική Επιμόρφωση σε κύκλους συνολικής διάρκειας 40 έως 100 ωρών για μόνιμους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Γ. Ειδικά Επιμορφωτικά Προγράμματα βραχείας διάρκειας από 15 ώρες έως 30 ωρών για όλους τους υπηρετούντες εκπαιδευτικούς με οποιαδήποτε σχέση εργασίας.
Σε όσους ολοκληρώνουν τη φοίτησή τους σε προγράμματα επιμόρφωσης, χορηγείται αντίστοιχο πιστοποιητικό. Αντίστοιχο πιστοποιητικό χορηγείται και σε στελέχη, μέντορες και εκπαιδευτικούς τάξης που προσφέρουν επιμορφωτικό έργο. Για τα παραπάνω πιστοποιητικά προβλέπεται και συγκεκριμένη μοριοδότηση.
Αυτονομία σχολικής μονάδας
Τέλος, η Αρχή δεν μπορούσε να μην κάνει σημαία της και την περίφημη «αυτονομία της σχολικής μονάδας», τη νέα καραμέλα του υπουργείου Παιδείας, όλων των πορισμάτων του «εθνικού διαλόγου» για την Παιδεία, των υποδείξεων του ΟΟΣΑ και των «καλών πρακτικών» των χωρών της ΕΕ.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι: «Τις τελευταίες δεκαετίες η σχολική αυτονομία αναδεικνύεται σε διαδεδομένη πολιτική στους κόλπους της Ευρώπης» και «Τα ερευνητικά ευρήματα, όπως προκύπτουν από την επεξεργασία του OΟΣΑ, δείχνουν ότι οι επιδόσεις των μαθητών τείνουν να είναι καλύτερες στις χώρες όπου οι σχολικές μονάδες έχουν μεγαλύτερη αυτονομία στον καθορισμό των Π.Σ. και της διδακτέας ύλης, στον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών και στον τρόπο κατανομής πόρων, υπό την προϋπόθεση ότι λογοδοτούν για τα αποτελέσματά τους (τα κοινοποιούν δημοσίως)».
Τι σημαίνει «αυτονομία», στο πλαίσιο του καπιταλισμού και μάλιστα στη χειρότερη περίοδό του, της παρατεταμένης και σκληρής οικονομικής κρίσης και της αποσάθρωσης κάθε «κοινωνικού δικαιώματος», το έχουμε πολλές φορές πει από τις στήλες της Κόντρας: απαλλαγή του αστικού κράτους από την υποχρέωσή του να χρηματοδοτεί με επάρκεια το δημόσιο σχολείο, εισδοχή των επιχειρήσεων στη δημόσια εκπαίδευση, ιδιωτικοποίηση πλευρών της λειτουργίας της, ανταγωνισμός σχολικών μονάδων και κατηγοριοποίησή τους.
Η «αυτονομία» πάει πακέτο με την αυτοαξιολόγηση-αξιολόγηση-λογοδοσία.
Τα ευχολόγια ότι «οι Σχολικές Μονάδες δεν θα χρησιμοποιήσουν την αυξημένη αυτονομία, για να μπουν σε έναν κύκλο ανταγωνισμού», ότι «οι Σχολικές Μονάδες δεν θα χρησιμοποιήσουν την αυξημένη αυτονομία, για να μπουν σε έναν κύκλο ομαδοποιήσεων των μαθητών σε ιεραρχικά επίπεδα με βάση τις ακαδημαϊκές τους επιδόσεις» και τα ρέστα, τα ακούμε βερεσέ.
Γιούλα Γκεσούλη