Μία εικοσαετία περίπου είχε να ζήσει η Παραγουάη γεγονότα παρόμοια με αυτά που έγιναν την Παρασκευή 31 Μάρτη. Η κατάληψη της Βουλής επί τρίωρο από εξαγριωμένους διαδηλωτές, με αποτέλεσμα τη λεηλάτηση και τον εμπρησμό της, οφειλόταν στην οργή του λαού λόγω της απόφασης της Γερουσίας να δώσει τη δυνατότητα στον σημερινό δεξιό πρόεδρο, Οράσιο Καρτές, να βάλει ξανά υποψηφιότητα το 2018. Το θέμα φυσικά δεν είναι νομικίστικο (ότι παραβιάζεται το σύνταγμα, που από το 1992 απαγορεύει την επανεκλογή προέδρου) αλλά καθαρά πολιτικό, με τη λαϊκή οργή να εξωτερικεύει την απέχθεια που έχει ο λαός για τον σημερινό πρόεδρο. Ας μην ξεχνάμε ότι η Παραγουάη (με πληθυσμό μόλις 7 εκατομμυρίων) είναι από τις πιο φτωχές χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Η εν ψυχρώ δολοφονία του ηγέτη του αντιπολιτευτικού Φιλελεύθερου Κόμματος (είναι το δεύτερο μεγαλύτερο της χώρας), του 25χρονου Ροδρίγο Κουιντάνα, από σφαίρα μπάτσου κατά τη διάρκεια εισβολής στα γραφεία του κόμματος, πυροδότησε περισσότερο την κατάσταση. Ο Καρτές προσπάθησε να ηρεμήσει τα πνεύματα, απολύοντας τον αστυνομικό διοικητή και τον υπουργό Εσωτερικών της χώρας, ενώ δεν παρέλειψε να εκφράσει τον αποτροπιασμό του για την δολοφονία του Κουιντάνα, υποσχόμενος ότι θα διεξαχθεί έρευνα και θα τιμωρηθούν οι ένοχοι.
Το φάντασμα της εξέγερσης στοιχειώνει τον ύπνο του φιλόδοξου προέδρου, θυμίζοντάς του τις ταραγμένες εποχές του τέλους της περασμένης χιλιετίας, όταν ο τότε πρόεδρος, Ραούλ Κούμπας, που είχε κατηγορηθεί ότι κρυβόταν πίσω από τη δολοφονία του αντιπρόεδρου της χώρας, το έσκαγε για τη Βραζιλία εν μέσω αιματηρών συγκρούσεων.
Από τότε η «δημοκρατία» κατόρθωσε να σταθεροποιηθεί, σε αντίθεση με το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα, το οποίο σημαδεύτηκε από τη στυγνή στρατιωτική δικτατορία του Αλφρέδο Στρέσνερ, η οποία κράτησε για περίπου 35 χρόνια, διάστημα στο οποίο η χώρα γνώρισε μόνο δύο εκλογικές διαδικασίες. Παρολαυτά, η κοινωνική κατάσταση δεν άλλαξε τόσο ώστε να μην πυροδοτεί εξεγερτικά φαινόμενα σαν κι αυτό της περασμένης Παρασκευής. Το πόσο αυτά θα συνεχιστούν και θα βαθύνουν δεν μπορεί κανείς να το προβλέψει. Το σίγουρο είναι ότι όσο δεν υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη, οι λαοί που βυθίζονται στη φτώχεια και την εξαθλίωση θα εξεγείρονται. Αυτό αποτελεί νομοτέλεια που κανένας δεν μπορεί να εξαφανίσει.