Μια εισαγγελέας καταγγέλλει τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης ότι της άσκησε πιέσεις για να επιστρέψει το φάκελο μιας υπόθεσης που αφορά μεγαλοκαπιταλιστή σε άλλη συνάδελφό της, η οποία θα ασκούσε δίωξη κατά του μεγαλοκαπιταλιστή. Ο αναπληρωτής υπουργός, πρώην εισαγγελέας κι αυτός, βρίσκεται κατηγορούμενος από την αντιπολίτευση και κατά την απολογία του αραδιάζει ονόματα δικαστικών που διορίστηκαν «από εμάς» ή «από τους άλλους». Η εισαγγελέας που κατήγγειλε τον αναπληρωτή υπουργό βρίσκεται κατηγορούμενη από την πρόεδρο του Αρείου Πάγου, η οποία έχει κάνει μήνυση σε έναν πανεπιστημιακό που της άσκησε κριτική, ενώ για να υπερασπιστεί τον εαυτό της απέστειλε επιστολή σε αρχηγό κόμματος της αντιπολίτευσης.
Το μόνο βέβαιο είναι πως η πολιτική σύγκρουση για τα ζητήματα της Δικαιοσύνης, που φαίνεται να πέρασε σε ύφεση μετά τη διήμερη συζήτηση του «θέματος Παπαγγελόπουλου» στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, θα ξαναφουντώσει. Το θέμα δεν είναι απ' αυτά που διευθετούνται εύκολα, ενώ η «περίεργη» σύνθεση της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου και το πολιτικό πρόβλημα που αυτή αντιμετωπίζει, λίγους μήνες μετά την επανεκλογή της, επιτρέπει στην αντιπολίτευση να εγείρει τέτοια ζητήματα και να εμφανίζεται ως υπέρμαχος της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Οταν το πρωθυπουργικό επιτελείο έχει επιλέξει έναν καραμπινάτο δεξιό, πρώην άνθρωπο των μυστικών υπηρεσιών, για να ασκήσει έλεγχο στο δικαστικό μηχανισμό και να στήσει το δικό του πυλώνα εκεί, επειδή ο «κανονικός» υπουργός Δικαιοσύνης δεν μπορεί να κάνει αυτή τη δουλειά, όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός αγνοεί αυτά που «γίνονται αλλά δε λέγονται» και δηλώνει στη Βουλή ότι καλά έκανε ο υπουργός του και είπε στην εισαγγελέα πώς να χειριστεί την υπόθεση, πώς να μην πάρει την πάσα η αντιπολίτευση, που διαθέτει δικούς της πυλώνες στο δικαστικό μηχανισμό, οι οποίοι αισθάνονται ότι κινδυνεύουν να παραγκωνιστούν;
Τα περί διάκρισης των εξουσιών και ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης είναι ένα ωραίο αστικό ιδεολόγημα, που έρχεται από την εποχή του Διαφωτισμού. Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν υπήρξε και ούτε πρόκειται να υπάρξει, ούτε με την ευρεία ούτε με τη στενή έννοια του όρου. Με την ευρεία έννοια του όρου, σε ένα ταξικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξουν κρατικοί θεσμοί ανεξάρτητοι. Ο ταξικός χαρακτήρας του κράτους (κάθε κράτους) καθορίζει και την εξάρτηση των θεσμών του απ' αυτό το χαρακτήρα. Το Δίκαιο είναι θεσμός ταξικός και αντανακλά τον ταξικό χαρακτήρα της εξουσίας που υπηρετεί και τις σχέσεις της άρχουσας τάξης με τις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις και στρώματα. Επομένως, ο μηχανισμός επιβολής αυτού του Δικαίου δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητος, όσο κι αν προσπαθεί να μασκαρευτεί ως τέτοιος. Γι' αυτό και όταν χρειάζεται να κατασταλεί ο εσωτερικός εχθρός, ο μηχανισμός επιβολής του Δικαίου της αστικής τάξης εμφανίζεται ανελέητος. Συχνά πιο ανελέητος από τα αστικά πολιτικά κόμματα. Γιατί τα κόμματα ελέγχονται από τους οπαδούς τους και μπορεί να τους χάσουν στις κάλπες, ενώ ο δικαστικός μηχανισμός είναι ανεξέλεγκτος. Αυτός ο ίδιος μηχανισμός αναλαμβάνει δράση όταν το σύστημα αναγκάζεται να εκτραπεί από τον κανονικό κοινοβουλευτισμό και να περάσει σε απολυταρχικές μορφές κρατικού ελέγχου (η νεοελληνική ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα, μέχρι το 1974).
Υπό τη στενή έννοια, ο δικαστικός μηχανισμός δεν είναι ανεξάρτητος από ομάδες συμφερόντων της αστικής τάξης και από τα πολιτικά κόμματα εξουσίας. Οι διαφορές ανάμεσα στους καπιταλιστές δε λύνονται μόνο στην «αγορά», με τον «υγιή ανταγωνισμό», συχνά λύνονται στα δικαστήρια, τα οποία καλούνται να αποφασίσουν κυρίαρχα. Επομένως, υπάρχει εξ ορισμού μια τεράστια βάση διαπλοκής ανάμεσα στο δικαστικό μηχανισμό και τους καπιταλιστές, ως διαχειριστές επιχειρήσεων και ως κατόχους μεγάλων ιδιωτικών περιουσιών. Και βέβαια, αυτή η διαπλοκή δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς συμμετοχή και της αστικής πολιτικής. Γι' αυτό το κάθε κόμμα δημιουργεί θύλακες μέσα στα ανώτατα κλιμάκια του δικαστικού μηχανισμού και χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να ενδυναμώσει αυτούς τους θύλακες και να αποδυναμώσει τους θύλακες που διατηρούν τα άλλα κόμματα. Πρέπει, λοιπόν, να θεωρούμε δεδομένο πως η κόντρα θα συνεχιστεί, με ή χωρίς συγκεκριμένη αφορμή. Η ζέση με την οποία ο Τσίπρας προσωπικά υπερασπίστηκε τον Παπαγγελόπουλο, σε αντίθεση με τον Παρασκευόπουλο που προσπάθησε να κρατήσει κάποιες αποστάσεις, δείχνει ότι «έχουν τραχανά απλωμένο». Και βέβαια, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ακόμα και το Ποτάμι, που έχει προλάβει ήδη να δημιουργήσει δεσμούς με τμήμα του δικαστικού μηχανισμού, θα προσπαθήσουν να καταστρέψουν τον «τραχανά των Τσιπραίων». Κι αν η σύγκρουση εκτραχυνθεί και κινδυνέψει να τεθεί εκτός ελέγχου, θα παρέμβουν οι «σοφοί» στην κατεύθυνση κάποιου συμβιβασμού.