Στην Ευρωσύνοδο της περασμένης Κυριακής έγινε ολοφάνερο πως ο Τσίπρας μετατράπηκε σε σάκο του μποξ ανάμεσα στη Μέρκελ και τον Ολάντ, ο οποίος συνεπικουρούνταν από τον Ρέντσι. Δεν στεκόμαστε στις γαργαλιστικές περιγραφές που δημοσίευσαν ευρωπαϊκά ΜΜΕ, γιατί δεν μπορούμε να ελέγξουμε την αλήθεια τους, ούτε μπορούμε να ξέρουμε τι ήταν πραγματικό και τι θεατρικό. Στεκόμαστε στην ουσία η οποία για πρώτη φορά εκτέθηκε τόσο καθαρά. Οχι πως κινδύνεψε ο γερμανογαλλικός άξονας, όμως φάνηκαν οι ξεχωριστές επιδιώξεις που έχει ο καθένας από τους πόλους αυτού του άξονα.
Και βέβαια, αυτοί που ψάλλουν ύμνους στον Ολάντ πρέπει να μας πουν αν αυτός αγωνίστηκε για να μην περάσει έστω ένα (αριθμός 1) από τα αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα που περιλαμβάνει η νέα συμφωνία. Είτε τα προκαταρκτικά μέτρα είτε αυτά που σχεδιάζονται για την τριετία, με την υπαγόρευση της τρόικας που επανέρχεται πιο δυνατή. Πρέπει να μας πουν αν στο διάστημα του πενταμήνου που προηγήθηκε, από γαλλικής πλευράς, από τον Ολάντ, τον Σαπέν, τον Βαλς, τον Μοσκοβισί ακούστηκε μία φορά λόγος συμβατός έστω και λίγο προς αυτά που (υποτίθεται ότι) ζητούσε η κυβέρνηση Τσίπρα. Δεν πέρασε και τόσος πολύς καιρός για να μη θυμόμαστε ότι σε ό,τι αφορά τα μνημονιακά μέτρα ακούγονταν και από πλευράς γάλλων παραγόντων τα ίδια πράγματα με τους Γερμανούς. Οτι η Ελλάδα πρέπει να υποβάλει πραγματικές προτάσεις, ότι δεν έχει επέλθει πρόοδος, ότι οι Ελληνες πρέπει ν’ αποφασίσουν να κάνουν μεταρρυθμίσεις και όχι να ζητούν μόνο αλληλεγγύη κτλ.
Μέχρι και την εβδομάδα του δημοψηφίσματος, ο Ολάντ, ο Σαπέν και ο Μοσκοβισί βρίσκονταν σε πλήρη ευθυγράμμιση με τη Μέρκελ, τον Σόιμπλε και τον Γκάμπριελ. Μέχρι τότε, το διακύβευμα ήταν το περιεχόμενο του Μνημόνιου-3. Ολο αυτό το διάστημα, οι εκπρόσωποι του γαλλικού ιμπεριαλισμού συμφωνούσαν απόλυτα μ’ αυτούς του γερμανικού: η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να κάνει προτάσεις ρεαλιστικές. Αυτό ήταν το μότο τους. Οταν αυτό εξασφαλίστηκε, όταν δηλαδή η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου υποχώρησε κατά κράτος και δέχτηκε την «πρόταση Γιούνκερ», το διακύβευμα άλλαξε και έγινε «συμφωνία ή Grexit». Προηγουμένως, βέβαια, οι εκπρόσωποι της Γαλλίας ευθυγραμμίστηκαν πλήρως μ’ αυτούς της Γερμανίας στην αντιμετώπιση του δημοψηφίσματος.
Με την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων μετά το δημοψήφισμα, είχαμε δύο δεδομένα. Ο Τσίπρας είχε αποδεχτεί πλήρως το σχέδιο της τρόικας (οι πέντε διορθώσεις που πρότεινε ήταν καθαρά για τα μάτια) και είχε ο ίδιος προκαλέσει τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία του έδωσε εντολή να γυρίσει με συμφωνία «πάση θυσία». Επεδίωκε πράγματι η Γερμανία μια ελεγχόμενη έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ ή αυτό ήταν ένα σκληρό διαπραγματευτικό επιχείρημα των Γερμανών, ώστε να πολωθεί γύρω απ’ αυτό το ζήτημα η όλη διαπραγμάτευση και οι Γερμανοί και τον ηγεμονικό τους ρόλο να κατοχυρώσουν και την πιο σκληρή αποικιοκρατική συμφωνία να περάσουν;
Βέβαιη απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα δεν μπορεί να δοθεί. Και άλλες φορές η Γερμανία έχει ακολουθήσει παρόμοια διαπραγματευτική τακτική στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Δηλαδή, να βάζει το μάξιμουμ, να επιμένει μέχρι την τελευταία στιγμή και τότε να παίρνει αυτά που από την αρχή είχε σχεδιάσει να πάρει. Το έκανε και το 2010-11, όταν η Γαλλία ζητούσε επιμόνως την έκδοση ευρωομολόγων, το έκανε το 2013, όταν αποφασίστηκαν οι ρυθμίσεις για τις τράπεζες και το bail in (πώς θα οργανώνονται οι χρεοκοπίες, μετά τη σκληρή «τιμωρία» της Κύπρου), το έκανε το 2014, καταφέρνοντας να φέρει το «πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ στα δικά της μέτρα. Από την άλλη, για πρώτη φορά σε σύνοδο του Eurogroup κατατέθηκε ως εναλλακτική πρόταση το ελεγχόμενο Grexit και με επιμονή του Σόιμπλε περιλήφθηκε (εντός αγκυλών) στο κείμενο που στάλθηκε στη σύνοδο κορυφής της Ευρωζώνης που θα έπαιρνε την τελική απόφαση.
Ακόμη και αν δεν ήταν ειλημμένη απόφαση της Γερμανίας να προωθήσει ένα Grexit, όταν ξεκίνησε η σύνοδος κορυφής η Μέρκελ βρέθηκε με ένα μεγάλο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, το οποίο προετοίμασε ο Σόιμπλε. Το κείμενο του Eurogroup δεν έδινε ως εναλλακτικά σενάρια διάφορα πακέτα μέτρων, αλλά περιλάμβανε ως ένα από τα εναλλακτικά σενάρια το Grexit. Αρα, σε κάθε περίπτωση, η Μέρκελ θα έπρεπε να πάρει πολλά για να εγκαταλείψει το Grexit. Διαπραγματευτικά ξεκινούσε από την καλύτερη θέση.
Τι λόγο είχαν ο Ολάντ με τον Ρέντσι να πάνε κόντρα στη Μέρκελ; Γιατί δεν συντάχτηκαν μαζί της, υποχρεώνοντας τον Τσίπρα να τα υπογράψει όλα από την πρώτη στιγμή και να μην ταλαιπωρούνται 17 ώρες; Τα λυρικά που γράφτηκαν για την πολιτιστική και πολιτική σημασία της Ελλάδας είναι για αφελείς. Ολάντ και Ρέντσι, εκπρόσωποι δυο ιμπεριαλιστικών χωρών με ιδιαίτερα υψηλό χρέος και με ελλείμματα πάνω από το επιτρεπόμενο στην Ευρωζώνη, δεν υπερασπίστηκαν τον Τσίπρα και το ελληνικό κράτος, αλλά χρησιμοποίησαν τον Τσίπρα ως ασπίδα για να μην γίνουν σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση μιας «γερμανικής Ευρώπης». Δεν κατάφεραν και σπουδαία πράγματα, αν αναλογιστούμε ότι μπορεί το Grexit να ήταν μόνο ένα σκληρό διαπραγματευτικό κόλπο των Γερμανών, οπότε η αποσόβησή του δεν κόστισε τίποτα στη Γερμανία. Εστειλαν, όμως, ένα μήνυμα στη Γερμανία, ότι δε θα αποδεχτούν το ψαλίδισμα της Ευρωένωσης, που θα έχει ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί και πολιτικά η Γερμανία σε βάρος της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Ποιο ήταν το πρακτικό όφελος για τον ελληνικό λαό απ’ αυτή την άτυπη συμμαχία της τελευταίας βδομάδας με τη Γαλλία (και δευτερευόντως με την Ιταλία); Γλιτώσαμε το Grexit λένε ο Τσίπρας και όσοι κινούνται στην ίδια γραμμή (ΝΔ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, ΑΝΕΛ). Και γιατί δε γλιτώσαμε τίποτα σε επίπεδο Μνημόνιου; Το Μνημόνιο-3 σε μορφή σχεδίου (προαπαιτούμενα και βασικές κατευθύνσεις) το έγραψαν άρθρο-άρθρο οι τεχνοκράτες του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών, που ο Ολάντ έστειλε για να «βοηθήσουν» την ελληνική διαπραγματευτική ομάδα. Το εξευτελιστικό προσύμφωνο που ψήφισε η ελληνική Βουλή το ζήτησε ο Ολάντ. Οταν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση στο Eurogroup και στη συνέχεια στη σύνοδο κορυφής, δεν υπήρχε τίποτα να διαπραγματευθούν σε επίπεδο Μνημονίου, όπως όλες οι πλευρές παραδέχτηκαν. Τα είχαν κανονίσει όλα οι γάλλοι τεχνοκράτες σε συνεργασία με την τρόικα. Το μόνο ζήτημα στο οποίο σκάλωναν ήταν η «εμπιστοσύνη», όπως την κωδικοποίησαν.
Η Γερμανία και οι κολαούζοι της υποστήριζαν ότι οι Ελληνες είναι απατεώνες, άλλα λένε κι άλλα κάνουν, οπότε καλύτερα να βγουν από την Ευρωζώνη, να τους βοηθήσουμε να νοικοκυρευτούν και μετά εδώ είμαστε να τους ξαναβάλουμε. Πώς αντάλλαξε αυτό το επιχείρημα η Γερμανία; Mε την επιβολή των πιο σκληρών αποικιοκρατικών όρων στη συμφωνία, οι οποίοι αφορούν ένα προκαταρκτικό πακέτο που πρέπει να ψηφιστεί σε καθορισμένες ημερομηνίες πριν να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για το Μνημόνιο-3 και εξίσου αποικιοκρατικές διαδικασίες, με την τρόικα να έχει βέτο ακόμη και σε κάθε κυβερνητικό νομοσχέδιο. Οχι μόνο δεν άλλαξε τίποτε απ’ αυτά, αλλά οι «μεγάλοι μας φίλοι» πίεσαν τον Τσίπρα να τα αποδεχτεί όλα.
Εβαλαν κάποιο φραγμό στη Γερμανία ο Ολάντ με τον Ρέντσι; Η δική μας απάντηση είναι αρνητική. Οποιος όμως δίνει θετική απάντηση, δεν μπορεί να μην παραδεχτεί ότι αυτός ο φραγμός δεν αφορούσε σε τίποτα τον ελληνικό λαό, αλλά μόνο τις εσωτερικές ισορροπίες ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρωζώνης. Για τον ελληνικό λαό υπάρχει ένα ακόμη πιο σκληρό Μνημόνιο (που έρχεται να προστεθεί στα προηγούμενα), ενώ για τις ελληνικές αστικές κυβερνήσεις υπάρχει μια επιτροπεία καθαρά αποικιοκρατικού τύπου. Για μια ακόμη φορά επιβεβαιώθηκε η παροιμιώδης φράση πως όταν τσακώνονται τα βουβάλια στο βράχο, την πληρώνουν τα βατράχια.