Συνάντηση με την ΑΔΕΔΥ, στις 30 Γενάρη, είχε ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Γ. Κατρούγκαλος, αλλά μέχρι αυτή τη στιγμή (3 Φλεβάρη) καμιά επίσημη ενημέρωση δεν υπάρχει από τους αστογραφειοκράτες για το τι συζητήθηκε. Οι εργατοπατέρες έχουν συμφέρον να κρατούν στο σκοτάδι τους εργαζόμενους στο δημόσιο, ακριβώς γιατί αντιλαμβάνονται ότι η πολιτική της νέας συγκυβέρνησης στο δημόσιο δεν απέχει παρασάγγας από την πολιτική της προκατόχου της.
Ο Κατρούγκαλος, όμως, φρόντισε έκτοτε να δώσει πολλές συνεντεύξεις για να περιγράψει την πολιτική που θα ακολουθηθεί και έτσι έχουμε, πλέον, στα χέρια μας αρκετό διαφωτιστικό υλικό για να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας.
«Δε θα υπάρξει καμιά αποκατάσταση μισθολογικών και εργασιακών απωλειών. Δεν υπάρχουν λεφτά. Σας το λέω ξεκάθαρα, τη φτώχεια θα διαχειριστούμε. Αλλαγές στο μισθολόγιο μπορούμε να συζητήσουμε από το 2016 και μετά», δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός στην ΑΔΕΔΥ.
«Θέλουμε να κάνουμε ένα πιο δίκαιο μισθολόγιο. Δεν είναι όμως αυτή τη στιγμή στις δικές μου άμεσες προτεραιότητες. Είναι κάτι που θα συζητήσουμε με την ΑΔΕΔΥ. Θα προγραμματιστεί σε έναν σχετικά δεύτερο χρόνο»: δήλωση στην Εφημ. Συντακτών. «Αντιλαμβάνομαι τι μου λέει και η ΑΔΕΔΥ. Φαντάσου τώρα να πάει μια δασκάλα σ’ ένα χωριό με 600 ευρώ, τι θα πάει να κάνει;… αλλά εντάξει, υπάρχουν και το 1,5 εκατ. άνεργοι του ιδιωτικού τομέα. Δεν μπορεί να δώσεις αυτή τη στιγμή χρήματα στους δημόσιους υπάλληλους, μολονότι ότι αντιλαμβάνομαι ότι και αυτοί είναι από τα μεγάλα θύματα της πολιτικής των μνημονίων…»: δήλωση στο Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Τι μήνυμα στέλνει, λοιπόν, με όλους τους τρόπους στους εργαζόμενους στο δημόσιο ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης; Οχι μόνο να μην ελπίζουν στην παραμικρή αύξηση, αλλά να ξεχάσουν και ό,τι μέχρι τώρα τους άρπαξαν από τους μισθούς και τις συντάξεις. Να ξεχάσουν ακόμη και την πιθανότητα να ξεπαγώσει η βαθμολογική τους εξέλιξη και να αρκεστούν στις μπόλικες δηλώσεις συμπάθειας που κάνει γι’ αυτούς. Χρησιμοποιεί, μάλιστα, όπως και πολλοί της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, το ίδιο σαθρό επιχείρημα για να δικαιολογήσει τη στρατηγική επιλογή της συγκυβέρνησης να μη συγκρουστεί με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου, που ευθύνονται και καθορίζουν το βάθος της κινεζοποίησης: την καταβαράθρωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, την απόλυτη ασυδοσία των καπιταλιστών. Ποιο είναι το συμπέρασμα; Το μη χείρον βέλτιστον και καθίστε στ’ αυγά σας.
Ακόμη και για τον αριθμό και το χρόνο των προσλήψεων (αν θα γίνουν τελικά, γιατί οι συριζαίοι γράφουν και ξεγράφουν) στο δημόσιο, ο Κατρούγκαλος δε δεσμεύτηκε, παρότι δήλωσε ότι γνωρίζει τις μεγάλες ανάγκες που έχουν κοινωνικοί τομείς, όπως η Υγεία, η Παιδεία, η Πρόνοια. «Αυτό είναι ζήτημα συνολικό της κυβέρνησης» είπε. Πάντως οι όποιες προσλήψεις-λέμε τώρα- γίνουν θα εντάσσονται στον αριθμό των 15.000 προσλήψεων που είχε εγγράψει στον προϋπολογισμό η προηγούμενη συγκυβέρνηση και θα εξαρτηθούν από το πόσοι δημόσιοι υπάλληλοι που είχαν απολυθεί θα επιστρέψουν στο δημόσιο.
Αν πάρουμε τοις μετρητοίς τις δεσμεύσεις των συριζαίων και δε δούμε νέες κωλοτούμπες, θα καταργηθεί ο νόμος 4250 του Μητσοτάκη για την αξιολόγηση στο δημόσιο. Αλλωστε, ακόμη και αυτός ο φανατικός κυνηγός των δημόσιων υπάλληλων δεν είχε κατορθώσει να τον εφαρμόσει, επειδή συνάντησε γενική κατακραυγή και αντίσταση και ήταν έτοιμος στο παρά πέντε να τον τροποποιήσει. Ο αναπληρωτής υπουργός Κατρούγκαλος δήλωσε ότι θα φέρει νέο νόμο και γι’ αυτό θέλει τη συνεργασία των εργατοπατέρων της ΑΔΕΔΥ. Εδωσε, μάλιστα στη συνέντευξη στο Αθηναϊκό Πρακτορείο και στοιχεία αυτής της νέας αξιολόγησης.
Δεν θα έχει, είπε «τιμωρητικό» χαρακτήρα, δηλαδή δεν θα αποτελεί μοχλό για την απόλυση. Ομως, θα καθορίζει τη βαθμολογική, άρα και μισθολογική εξέλιξη του υπάλληλου: «…Να οργανώσουμε τη διοίκηση ώστε κανείς να μην αισθάνεται ότι απειλείται, κανείς να μην έχει την αίσθηση ότι η αξιολόγηση που θα κάνουμε θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά πράγματι απ’ την αξιολόγηση αυτοί που δίνουν παραπάνω από τον εαυτό τους στη δουλειά τους να μπορούν να έχουν μια πιο γρήγορη εξέλιξη, να μπορούν να επιλέγονται πιο δικαιοκρατικά στις θέσεις των προϊσταμένων».
Τι απεκάλυψε εδώ ο Κατρούγκαλος; Οτι στόχος είναι η σύνδεση μισθού, βαθμού με την «παραγωγικότητα», κάτι που χρόνια πολεμούσε το εργατικό κίνημα και που πάντα ήταν διακαής πόθος των καπιταλιστών και των αστικών κυβερνήσεων, που ήθελαν με τον τρόπο αυτό να ενσωματώσουν στη στρατηγική και τακτική που χάραζαν για τον δημόσιο και ιδιωτικό καπιταλιστικό τομέα τους εργαζόμενους και να πατάξουν και να θάψουν τις όποιες αντιστάσεις.
Ο Κατρούγκαλος είπε στην ίδια συνέντευξη ότι υπάρχει και άλλος τρόπος να οδηγηθούν στην απόλυση αυτοί που έβαλαν το χέρι στο… μέλι και αυτοί που μπήκαν στο δημόσιο για να κάνουν δίπλα και μια άλλη δουλειά (σ’ αυτή τη φάση αυτούς επέλεξε να ονοματίσει για να γίνει αποδεκτή η πρότασή του από την εργαζόμενη κοινωνία, ενώ στην ουσία θα μπουν στο στόχαστρο όσοι θα αντισταθούν έμπρακτα στη συνέχιση της κινεζοποίησης με ιλουστρασιόν περιτύλιγμα). «Ηδη το πειθαρχικό πλαίσιο προβλέπει ότι ο ανεπαρκής υπάλληλος θα απολύεται» δήλωσε και γι’ αυτό δε χρειάζεται να υπάρχει αντίστοιχη προκλητική ρύθμιση στο νόμο για την αξιολόγηση, προσθέτουμε εμείς. Αλλωστε, όπως είπε, αυτό το δρόμο του έχει υποδείξει και η ΑΔΕΔΥ. Για να γίνει δε πιο εύπεπτη αυτή η πρόταση, φρόντισε να επιστρέψει στους γραφειοκράτες συνδικαλιστές ένα δώρο που τους άρπαξαν οι προηγούμενοι κυβερνώντες. Να συμμετέχουν στα πειθαρχικά όργανα οι «εκπρόσωποι» των δημόσιων υπάλληλων, καλλιεργώντας ταυτόχρονα ψευδαισθήσεις στους εργαζόμενους ότι μπορούν να επηρεάσουν τις αποφάσεις προς όφελός τους!
Για επιδόρπιο, ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης δήλωσε ότι θα διατηρήσει στο υπουργείο του την Τask Force του Ράιχενμπαχ, «ως σύμβουλο όμως και όχι αφεντικό», για να του προσφέρει «τεχνικές συμβουλές» στην πολιτική που θα χαράζει ο ίδιος και η συγκυβέρνηση. Κίνηση με συμβολισμό προς τα αφεντικά θα υπογραμμίσουμε εμείς, παρά τους φραστικούς λεονταρισμούς για υποβιβασμό του ρόλου της ως ελεγκτή του κυβερνητικού έργου. Αλλά και κίνηση ουσίας, αν αναλογιστούμε ότι η Τask Force είναι ο εμπνευστής μιας σειράς μεγάλων αντιλαϊκών και αντεργατικών ανατροπών κατά τα «μνημονιακά» χρόνια.