«Να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω λάδι να γειάνει». Τη λαϊκή παροιμία θυμίζει το περιβόητο «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα», την πιλοτική εφαρμογή του οποίου σε 13 Δήμους της χώρας ανήγγειλαν με μια αηδιαστική φιέστα στο Ζάππειο οι Σαμαράς-Βενιζέλος.
Παρουσίασαν την επιλεκτική χορήγηση ενός φιλανθρωπικού βοηθήματος σαν τη «μεγαλύτερη κοινωνική μεταρρύθμιση». Γέμισαν τον τόπο ανέργους, φτωχούς, εξαθλιωμένους και έρχονται με επιδεικτικό τρόπο να προσφέρουν 13,15 ευρώ τη μέρα σε ελάχιστους απ’ αυτούς, επιδεικνύοντάς το με τρόπο που θυμίζει τους κοτζαμπάσηδες που πετούσαν μερικές πεντάρες στους ζητιάνους έξω από τις εκκλησιές, για ν’ ακούσουν οι χωρικοί το «σπολλάτη αφέντη» από τα χείλη των αθλίων.
Εν προκειμένω δεν πρόκειται καν για φιλανθρωπία, αλλά για φιέστα φιλανθρωπίας. Με τη γνωστή ξεδιαντροπιά που χαρακτηρίζει τους α- στούς πολιτικούς, ο Σαμαράς δήλωσε ότι «με τα πλεονάσματα τα οποία βγάζει πλέον η χώρα μας, μπορεί να αντιμετωπίσει και τα προβλήματα με τους δικούς της πόρους. Οχι πια με δανεικά». Η αλήθεια, όμως, είναι πως ακόμη και γι’ αυτό το άθλιο φιλανθρωπικό βοήθημα δε θα βγει δεκάρα τσακιστή από τον κρατικό προϋπολογισμό ή από το περιβόητο «πρωτογενές πλεόνασμα». Απλά, ανακατανέμουν ένα κομμάτι των (ήδη πετσοκομμένων) κοινωνικών δαπανών. Το αναφέρει φαρδιά-πλατιά το Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού: «Για την καθολική εφαρμογή του προγράμματος σε εθνικό επίπεδο, οι πιστώσεις αναμένεται να καλυφθούν από πόρους που θα προέλθουν αποκλειστικά από τη συνολική αναμόρφωση του συστήματος Κοινωνικής Πρόνοιας στη χώρα».
Μόνο για φέτος έκοψαν 114 εκατ. ευρώ από το ΕΚΑΣ (το κατήργησαν για συνταξιούχους μεταξύ 60 και 64 ετών), 86 εκατ. από τα οικογενειακά επιδόματα, 82 εκατ. από τα οδοιπορικά των αναπήρων, 30 εκατ. από τα ειδικά επιδόματα ανεργίας. Και έπεται συνέχεια. Ενα τμήμα απ’ αυτές τις περικοπές θα διατεθεί για το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα», το οποίο είναι μια ευρωενωσίτικη κατεύθυνση για την αντιμετώπιση της «ακραίας φτώχειας». Ποια, όμως, είναι η «ακραία φτώχεια»; Κριτήριό της δεν είναι η στοιχειώδης ικανοποίηση των αναγκών μιας οικογένειας, αλλά ένας δείκτης ίσος με το 60% του διάμεσου συνολικού εισοδήματος των νοικοκυριών. Και για να μιλήσουμε με συγκεκριμένους αριθμούς, δικαιούχοι είναι για παράδειγμα τα ζευγάρια με δύο ανήλικα παιδιά, όταν έχουν ετήσιο εισόδημα κάτω από 4.800 ευρώ! Το κράτος αναλαμβάνει να συμπληρώσει το εισόδημά τους μέχρι αυτό το ποσό. Αν το εισόδημά τους είναι μηδενικό, θα τους δίνει ένα επίδομα 4.800 ευρώ το χρόνο. Αν όμως το εισόδημά τους είναι 2.000 ευρώ το χρόνο, θα τους δίνει επίδομα 2.800 ευρώ. Δηλαδή, ο Σαμαράς με τον Βενιζέλο θεωρούν ότι μια τετραμελής οικογένεια με δύο ανήλικα παιδιά μπορεί να ζήσει με 400 ευρώ το μήνα ή με 13,15 ευρώ την ημέρα!
Μη φανταστείτε, όμως, ότι αυτό το άθλιο εισόδημα θα το παίρνουν όλοι. Αν το ζευγάρι με τα δύο ανήλικα παιδιά έχει ακίνητη περιουσία 125.000 ευρώ, ένα σπίτι δηλαδή, δεν δικαιούται το επίδομα, ακόμη και αν έχει μηδενικό εισόδημα. Επιπλέον, η χορήγηση του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» συνδέεται με την προώθηση των δουλεμπορικών σχέσεων εργασίας. Αν ο δικαιούχος αρνηθεί να ενταχθεί π.χ. σ’ ένα πρόγραμμα «επαγγελματικής κατάρτισης» (κανονική δουλεία), που θα του προτείνει ο αρμόδιος φορέας, χάνει το επίδομα. Ο λόγος είναι απλός. Θέλουν να πετυχαίνουν μια συνεχή ανακύκλωση των πιο εξαθλιωμένων τμημάτων του λαού, που είναι οι άνεργοι, ώστε να περνούν από τα προγράμματα «κατάρτισης» στο «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» και πάλι από την αρχή.
«Αλλάζουμε σελίδα. Οργανώνουμε την Ελλάδα μετά την κρίση, μετά το μνημόνιο, την Ελλάδα χωρίς τρόικα (…) Ο πιο σημαντικός είναι ο πυλώνας της κοινωνικής ευαισθησίας. Η προστασία των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων, των πιο αδύνατων μελών της κοινωνίας», είπε με το γνωστό του ύφος ο Βενιζέλος. Αυτό είναι το πρότυπό τους: να είναι ευχαριστημένη μια εργατική οικογένεια με 13,15 ευρώ την ημέρα. Να περάσουν στην εργατική τάξη τη λογική της εξαθλίωσης και της μιζέριας, της πιο χαμηλής απαιτητικότητας, έτσι που αυτοί που είναι άνεργοι ν’ ασκούν πίεση σ’ αυτούς που εργάζονται και οι μισθοί και τα μεροκάματα να πέφτουν ολοένα και πιο χαμηλά, να μην υπάρχουν ειδικότητες και επαγγέλματα που κάποτε πληρώνονταν με κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αλλά να λειτουργεί για όλους, ειδικευμένους και ανειδίκευτους, με ή χωρίς προϋπηρεσία, παντρεμένους και ανύπαντρους, ο κοινός παρονομαστής του άθλιου κατώτατου μεροκάματου της ΕΓΣΣΕ.
Σημειώνουμε την αμήχανη (και γι’ αυτό αποκαλυπτική προθέσεων) αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, που όχι μόνο δεν κατήγγειλε αυτό το αίσχος, αλλά μέσω του Π. Κουρουπλή απηύθυνε στην κυβέρνηση οχτώ ερωτήματα, λες και ασκούσε ένα συνηθισμένο κοινοβουλευτικό έλεγχο. Ερωτήσεις του τύπου: γιατί αναθέσατε τη μελέτη του προγράμματος στην Παγκόσμια Τράπεζα και όχι σε κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο ή ερευνητικό ίδρυμα; μεριμνήσατε για τυχόν αρνητικές συνέπειες για τους λήπτες του επιδόματος (π.χ. κοινωνικό στίγμα); Τι θα γίνει μετά τον Μάρτιο, που λήγει το πιλοτικό πρόγραμμα; Είναι προφανές ότι τα ίδια σκοπεύει να κάνει και ο ΣΥΡΙΖΑ.