Η κατάληψη της Μοσούλης και η θεαματική προέλαση των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους (IS) στο Ιράκ, από τη μια, και οι επιτυχίες του συριακού στρατού γύρω από το Χαλέπι το τελευταίο διάστημα, από την άλλη, φαίνεται να αλλάζουν το συσχετισμό δυνάμεων στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Χρησιμοποιώντας τα τανκς και το πυροβολικό που κατέλαβαν στο Ιράκ, οι μαχητές του IS κατέλαβαν τις τελευταίες μέρες το μισό τμήμα της πόλης Deir Ezzor, που ελέγχονταν από το Μέτωπο al Nusra και την Ταξιαρχία Liwa al Dawhid (το άλλο μισό ελέγχεται από το συριακό στρατό), το μεγαλύτερο μέρος της πλούσιας σε πετρέλαιο επαρχίας Deir Ezzor, ενώ συνεχίζουν να πολεμούν για να κάμψουν την αντίσταση των Κούρδων και να καταλάβουν τον κουρδικό θύλακα Ayn al Arab (Kobani στα κουρδικά), όπου είναι συγκεντρωμένοι 500.000 Κούρδοι, πολλοί από τους οποίους είναι πρόσφυγες από άλλες περιοχές της βόρειας Συρίας.
Ομως η μεγάλη αναμέτρηση θα γίνει στο Χαλέπι, προς το οποίο αναμένεται να κινηθούν σύντομα για να ανακαταλάβουν τις περιοχές από τις οποίες αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν όταν ξεκίνησε ο εμφύλιος ανάμεσα στις ένοπλες ομάδες της αντιπολίτευσης στις αρχές της χρονιάς, με 7.000 νεκρούς αντάρτες. Οποιος καταφέρει να καταλάβει το Χαλέπι είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είναι ο τελικός νικητής στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Το καθεστώς Ασαντ και η αντιπολίτευση το γνωρίζουν καλά, όπως και το IS, το οποίο σχεδιάζει να περιλάβει και το Χαλέπι στο νέο Χαλιφάτο για να το ενισχύσει με μεγάλα πληθυσμιακά κέντρα.
Στην περιοχή αυτή έχει πετύχει μέσα στον Ιούλιο σημαντικά κέρδη και ο συριακός στρατός καταλαμβάνοντας τη στρατηγικής σημασίας βιομηχανική ζώνη Sheikh Najjar στα βορειοανατολικά και επόμενο στόχο την κατάληψη της Σχολής Πεζικού και του στρατοπέδου Handarat. Ελέγχοντας όλη αυτή την περιοχή, ο κυβερνητικός στρατός θα καταφέρει να περικυκλώσει και να πολιορκήσει τα τμήματα του Χαλέπι που ελέγχονται από τους αντάρτες και να τους αποκόψει από τους βασικούς δρόμους ανεφοδιασμού τους. Αυτή η στρατηγική εφαρμόστηκε με επιτυχία από το καθεστώς Ασαντ στη Χομς και στη Δαμασκό και είχε σαν αποτέλεσμα τη σύναψη τοπικών συμφωνιών κατάπαυσης του πυρός και άλλων διευθετήσεων. Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ του «Reuters» (11/7/14), «αυτή τη στιγμή, φαίνεται ότι αν δεν υπάρξει κάποια δραματική αλλαγή στα δεδομένα, το καθεστώς Ασαντ θα καταφέρει να ολοκληρώσει αυτό το κατόρθωμα και οι αντάρτες είναι αδύναμοι και αβοήθητοι να το σταματήσουν»,
Οι δύο μεγαλύτερες ομάδες ανταρτών που έχουν μείνει στο Χαλέπι και φέρουν το κύριο βάρος της άμυνας στα διάφορα μέτωπα στην πόλη και στην επαρχία του Χαλέπι είναι το Μέτωπο al – Nusra και οι Ταξιαρχίες Liwa al – Tawhid. Οι αντάρτες αυτοί δεν έχουν μόνο να αντιμετωπίσουν τον κυβερνητικό στρατό. Οι απώλειες και οι αποτυχίες στο πεδίο της μάχης, ιδιαίτερα στον εμφύλιο μεταξύ των ανταρτών, έχουν σοβαρό αντίκτυπο στο ηθικό και στη συνοχή τους. Η κατάσταση γίνεται δυσκολότερη καθώς μεγαλώνει και πλησιάζει η απειλή του IS. Ο ανεφοδιασμός τους με όπλα γίνεται όλο και πιο δύσκολος από τους όλο και πιο απρόθυμους προμηθευτές τους, που φοβούνται ότι τα όπλα θα καταλήξουν στα χέρια του IS. To ίδιο και η ενίσχυσή τους με μαχητές, καθώς άλλες μικρότερες ομάδες ανταρτών επιλέγουν να συνταχθούν με το ισχυρότερο IS, ενώ έχουν αποσκιρτήσει και ενταχθεί στο IS ολόκληρες ομάδες από το Nusra και το Liwa al – Tawhid.
Αν οι μέχρι πρότινος ισχυρές ισλαμικές ομάδες, όπως το Nusra, που πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή και ήταν η κυρίαρχη δύναμη στην ένοπλη αντιπολίτευση, βρίσκονται σήμερα με την πλάτη στον τοίχο, ο αποκαλούμενος μετριοπαθής Ελεύθερος Συριακός Στρατός, που είχε τη στήριξη του Λευκού Οίκου και των εταίρων του, δεν ακούγεται καν, πρέπει να είναι υπό διάλυση. Στις συνθήκες αυτές, ο Μπασάρ Ασαντ και η παραμονή του στην εξουσία πρέπει να θεωρείται από τους πολέμιούς του ως το μικρότερο κακό.