Οταν ο Αβραμόπουλος βγαίνει δημόσια και ζεσταίνει τη σούπα του «μεγάλου συνασπισμού» (ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ) κινείται ασφαλώς από τις προσωπικές του φιλοδοξίες. Θέλει να γίνει ο επόμενος Τζαννετάκης (πρωθυπουργός σε ένα συμμαχικό κυβερνητικό σχήμα) ή έστω ο επόμενος Παπούλιας (τώρα που έχει πάρει και το κολάι με τις παρελάσεις). Ομως ο Αβραμόπουλος δε φτιάχνει κάποιο σενάριο. Απλά, σολάρει πάνω σε ένα ρεαλιστικό σενάριο, το οποίο κυοφορείται από την ίδια την πολιτική πραγματικότητα: δυο μεσαίου μεγέθους κόμματα, που κανένα δεν έχει επαρκείς κυβερνητικούς συμμάχους και αναγκαστικά πρέπει να συμμαχήσουν μεταξύ τους.
Συνεντευξιαζόμενος στη «Realnews», ο Αβραμόπουλος είπε πως «εφόσον ο λαός δεν θα έδινε αυτοδυναμία σε ένα κόμμα όλες οι επιλογές είναι θεμιτές, κάτω από όρους ειλικρινούς συνεργασίας και κατανόησης με κοινό παρονομαστή το συμφέρον της Ελλάδας». Κατά τον «αιώνια δεύτερο» της ΝΔ, «κανείς δεν περισσεύει σε μια τέτοια προσπάθεια όταν τοποθετείται εντός συνταγματικού τόξου». Αφού τα είπε, όντας σίγουρος ότι θα προκαλέσουν «θέμα», έβαλε και συνεργάτες του να συμπληρώσουν (ανώνυμα, όπως συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις), πως ο Αβραμόπουλος καθ’ όλη την πολιτική του διαδρομή ήταν υπέρ των συνεργασιών, ενώ αντιτάχθηκε στη θεωρία των δύο άκρων, με την οποία επιχειρήθηκε να απομονωθεί πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι αφού απόλαυσε ολόκληρη την Κυριακή το θόρυβο γύρω από τις δηλώσεις του, βγήκε –ως γνήσιος… Αβραμόπουλος– τη Δευτέρα να τα μαζέψει, χωρίς να πάρει τίποτα πίσω. «Η απάντησή μου –δήλωσε στο ΑΠΕ– αφορούσε στο απώτερο μέλλον. Με τα σημερινά δεδομένα, η Βουλή μπορεί και πρέπει να εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας (…) Στο ενδεχόμενο, όπως μου τέθηκε, δηλαδή τι θα συμβεί στην περίπτωση που δεν εκλεγεί Πρόεδρος, προσφύγουμε σε εκλογές και δεν προκύψει αυτοδυναμία, απάντησα το αυτονόητο. Οτι θα πρέπει να επιδιωχθεί συναίνεση από όλα τα πολιτικά κόμματα του συνταγματικού τόξου, προκειμένου να εκλεγεί Πρόεδρος».
Ακαιρο
Ο Σαμαράς, όπως αναμενόταν, αντέδρασε με ανώνυμες δηλώσεις συνεργατών του, που υποστήριξαν ότι οι δηλώσεις Αβραμόπουλου ενισχύουν την εκλογολογία που ο πρωθυπουργός θέλει να σταματήσει, μπορεί να προκαλέσουν σπασμωδικές αντιδράσεις από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ που θα θεωρήσει ότι ο σημερινός κυβερνητικός του σύμμαχος πάει να το αφήσει εκτός κυβερνητικού νυμφώνος και ανατρέπουν το σχεδιασμό της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. «Σε τι είδους αντιπαράθεση θα προχωρήσουμε με τον ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές, εάν έχουμε στήσει ένα σκηνικό συγκυβέρνησης;» ήταν το ρητορικό ερώτημα που έθεταν οι συνεργάτες του Σαμαρά. Μια προσεκτική ανάγνωση των αντιδράσεων του Μαξίμου δείχνει πως δεν απορρίπτουν το ενδεχόμενο του «μεγάλου συνασπισμού», θεωρούν όμως κάθε τέτοια συζήτηση άκαιρη και πολιτικά άστοχη. Μιλώντας με τα λόγια του Καραμανλή του πρεσβύτερου, θα λέγαμε ότι αυτή η προοπτική ανήκει στην κατηγορία όσων «γίνονται και δε λέγονται».
Χλιαρά
Ανάλογη ήταν η αντίδραση και από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο φύλλο της «Realnews», ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Τσίπρα Νίκος Παππάς δήλωσε με νόημα: «Αν δεν είμαστε αυτοδύναμοι θα οδηγηθούμε σε αναγκαστικές κεντροαριστερές συμμαχίες και οδυνηρές "δεξιές στροφές" και υποχωρήσεις. Από την αρχή σχεδόν της εφαρμογής του Μνημονίου, η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ είναι η συγκρότηση ενός νέου συνασπισμού εξουσίας και η συμπαράταξη των δυνάμεων από τα αριστερά της Αριστεράς έως τα Αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας».
Εκείνο που ασφαλώς εντυπωσιάζει τον προσεκτικό αναγνώστη είναι πως ο Παππάς δεν απορρίπτει για λόγους αρχών την προοπτική του «μεγάλου συνασπισμού», αλλά τη μετατρέπει σε μπαμπούλα, δημιουργώντας ένα ψηφοθηρικό ψευτοδίλημμα: ή μας δίνετε αυτοδυναμία ή αλλιώς θ’ αναγκαστούμε να κάνουμε οδυνηρές δεξιές στροφές και υποχωρήσεις. Ο τρόπος με τον οποίο τοποθετεί το θέμα είναι αποκαλυπτικός: «αν δεν είμαστε αυτοδύναμοι, θα οδηγηθούμε σε αναγκαστικές δεξιές στροφές και υποχωρήσεις». Γιατί θα οδηγηθείτε αναγκαστικά; Πρέπει σώνει και καλά να είστε στην κυβέρνηση; Ακόμα κι αν είστε πρώτοι, άμα δεν μπορείτε να σχηματίσετε αριστερή (λέμε τώρα) κυβέρνηση, μπορείτε να καταθέσετε την εντολή, άμα δε θέλετε να κάνετε «οδυνηρές δεξιές στροφές και υποχωρήσεις». Μπορείτε ν’ αφήσετε τους άλλους να σχηματίσουν κυβέρνηση κι εσείς να μείνετε στην αντιπολίτευση.
Αρα, το θέμα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει οπωσδήποτε να είναι στην επόμενη κυβέρνηση (το λέει και ο Παπαδημούλης, δες το σχόλιο στη βάση αυτής της σελίδας) και επομένως θα συνεργαστεί με όποιον χρειάζεται, προκειμένου να είναι στην κυβέρνηση. Επειδή, όμως, δε θέλουν να συνεργαστούν με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ –όπως λένε– γι’ αυτό ζητούν αυτοδυναμία. Ζητούν, δηλαδή, να συσπειρωθούν όλοι οι μικρότεροι σχηματισμοί γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ, για να πάρουν άνετη πρωτιά με αυτοδυναμία. Επειδή, όμως, αυτό δεν πρόκειται να γίνει, ο ψηφοθηρικός εκβιασμός απευθύνεται στους ψηφοφόρους αυτών των μικρότερων σχηματισμών, έχοντας τη μορφή μιας παραλλαγής της θεωρίας της χαμένης ψήφου: ψηφίστε ΣΥΡΙΖΑ για να βγει αυτοδύναμος, αν θέλετε να δείτε άσπρη μέρα. Αλλιώς, θα συνεργαστούμε με άλλους και αναγκαστικά θα κάνουμε κωλοτούμπες!
Αριθμητική
Είναι φανερό ότι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχουν στο μυαλό τους την προοπτική του «μεγάλου συνασπισμού». Δεν είναι τυχαίο ότι η ΝΔ έχει εγκαταλείψει μετά τις εκλογές τη θεωρία των δύο άκρων, ούτε είναι τυχαίο ότι οι μεγαλοεκδότες έχουν αλλάξει τον προσανατολισμό της κριτικής τους στον ΣΥΡΙΖΑ, αντικαθιστώντας τις λυσσαλέες και προβοκατόρικες επιθέσεις με συμβουλές για σταθεροποίηση της «στροφής στο ρεαλισμό» και για ενίσχυση του αρχηγικού ρόλου του Τσίπρα έναντι της εσωτερικής αντιπολίτευσης.
Η αριθμητική του κοινοβουλευτικού συστήματος είναι σήμερα εξαιρετικά απλή: αυτοδυναμία δεν φαίνεται στον ορίζοντα, ούτε για τη ΝΔ ούτε για τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν φαίνονται, μάλιστα, και δυνατότητες για συμμαχικές κυβερνήσεις του ενός ή του άλλου κόμματος με τα μικρότερα, δεδομένου ότι ο Περισσός αρνείται να πάρει μέρος σε κυβέρνηση, ενώ ΔΗΜΑΡ και ΑΝΕΛ δε θα είναι στην επόμενη Βουλή. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτος, θα πάρει τις 50 έδρες οπότε οι άλλοι δε θα μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση. Ισως είναι βιώσιμο ένα σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-Ποτάμι, αλλά γιατί ο Βενιζέλος να κάνει τέτοια χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ; Οπότε, η μόνη βιώσιμη λύση είναι ο «μεγάλος συνασπισμός».