Αν υπάρχει μια είδηση στην απόφαση της δίκης Τσοχατζόπουλου, αυτή δεν αφορά την καταδίκη του Ακη, της συζύγου και της κόρης του, του Σμπώκου και των υπόλοιπων, χωρίς την αναγνώριση ελαφρυντικού. Αυτή η απόφαση ήταν αναμενόμενη. Συνηθίζεται στον πρώτο βαθμό, όταν όλα τα φώτα της δημοσιότητας είναι συγκεντρωμένα πάνω στη δίκη, να εξαντλείται η αυστηρότητα των δικαστών, για να έρθει μετά ο δεύτερος βαθμός και να κουτσοβολέψει τους καταδικασθέντες.
Ο Τσοχατζόπουλος είναι ο πρώτος κορυφαίος πολιτικός που δικάστηκε για μίζες, χωρίς κανένας –πλην του ίδιου– να μιλήσει για πολιτική δίωξη. Δεν υπάρχουν αναλογίες ανάμεσα στη δίκη του και τις μεγάλες πολιτικές δίκες του 1990, όταν ολόκληρο το ΠΑΣΟΚ μιλούσε για πολιτικές διώξεις και σκευωρία σε βάροςτου κόμματος και του ηγέτη του. Δεν υπήρχε περίπτωση να μην του ρίξουν τη βαρύτερη δυνατή ποινή, χωρίς ελαφρυντικά και χωρίς ανασταλτικό χαρακτήρα της έφεσής του. Θα μπορούσαν να χειριστούν πιο ήπια τη γυναίκα και την κόρη του, όμως οι δικαστές προτίμησαν ν’ αφήσουν αυτό το έργο στους συναδέλφους τους του Πενταμελούς Αναστολών που μπορούν να δικάσουν μια αίτηση αποφυλάκισης με όρους χωρίς την πίεση της δημοσιότητας.
Αν υπάρχει είδηση αυτή βρίσκεται στη μεταχείριση του εξαδέλφου και «ταμία» του Τσοχατζόπουλου, Νίκου Ζήγρα, ο οποίος καταδικάστηκε στην όλως ελαφρά (σε σχέση με την κατηγορία) ποινή της φυλάκισης έξι ετών. Του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας, και η έκτιση της ποινής ανεστάλη μέχρι την έφεση και ο Ζήγρας αποφυλακίστηκε. Είναι ένα έμμεσο μήνυμα και προς τους χρυσαυγίτες: μόνο όσοι συνεργαστούν και «δώσουν», στηρίζοντας την κατηγορία, μπορούν να ελπίζουν σε επιεική μεταχείριση.
Ο πολιτικός κόσμος, αντιλαμβανόμενος ότι δεν μπορεί να πείσει κανέναν πως επήλθε κάθαρση, δεν έστησε κανένα τρελό πανηγύρι για την καταδίκη Τσοχατζόπουλου. Τα στελέχη των δυο κομμάτων εξουσίας γνωρίζουν πως ο ελληνικός λαός τους αντιμετωπίζει όλους όπως τον Τσοχατζόπουλο, άσχετα αν δεν υπάρχουν διώξεις σε βάρος τους.