Τον βούρδουλα σείει ο Αρβανιτόπουλος, μιμούμενος την προκάτοχό του φράου Αννα. Με συνεχείς απειλές απαιτεί από τις πανεπιστημιακές διοικήσεις των 8 Πανεπιστημίων, των οποίων το διοικητικό προσωπικό έχει προγραφεί, να παραδώσουν τους καταλόγους με τις λίστες του Σίντλερ (διαθεσιμότητα), ορίζοντας ως καταληκτική ημερομηνία την Τετάρτη 9 Οκτωβρίου. Διαφορετικά, λέει, «θα υπάρξει παρέμβαση» και ο νοών νοείτω.
Και ενώ ο εισαγγελέας καραδοκεί (ο Αρβανιτόπουλος, κατέθεσε «έγγραφο αίτημα» -δηλαδή μηνυτήρια αναφορά- στον Αρειο Πάγο ζητώντας να διερευνηθεί εάν τελούνται αξιόποινες πράξεις από τη μη λειτουργία των Πανεπιστημίων), οι διοικητικοί υπάλληλοι των 8 πανεπιστημιακών ιδρυμάτων συνέχισαν για πέμπτη εβδομάδα την απεργία τους. Δηλώνουν δε αποφασισμένοι να αποκλείσουν τις αρμόδιες διευθύνσεις μόλις εμφανιστεί ο εισαγγελέας ώστε να παρεμποδιστεί η παράδοση των στοιχείων.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει το ίδιο το διευρυμένο συντονιστικό όργανο της Συνόδου των πρυτάνεων, η απεργία στα περισσότερα από αυτά τα Πανεπιστήμια είναι σχεδόν καθολική, ενώ κύμα συμπαράστασης έχει εκφραστεί και από το εκπαιδευτικό προσωπικό.
Και ενώ οι εργαζόμενοι δίνουν εδώ μια τιτάνια μάχη, χωρίς την ενεργητική συμπαράσταση, οφείλουμε να ομολογήσουμε, του φοιτητικού κινήματος και της εργαζόμενης κοινωνίας, για το δικαίωμά τους στη δουλειά, η Σύγκλητος του Πανεπιστήμιου Αθηνών (ΕΚΠΑ) τους έμπηξε πισώπλατα μια μαχαιριά, την ίδια στιγμή που από τη νικηφόρα έκβαση αυτού του αγώνα θα βγει ωφελημένο και το ίδιο το Πανεπιστήμιο.
Το οποίο, κατά τα λεγόμενα της ίδιας της διοίκησής του, κινδυνεύει να νεκρώσει αν αποψιλωθεί περαιτέρω από διοικητικό προσωπικό, καθόσον δε διαθέτει «πλεονάζοντες».
Το υψηλόβαθμο καθηγητικό κατεστημένο βοήθησε για μια ακόμη φορά το σύστημα στην προσπάθειά του να επιβάλλει το νόμο του κνούτου, ποδοπατώντας το περίφημο «αυτοδιοίκητο» των ιδρυμάτων, για το οποίο διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους άπαντες, πανεπιστημιακοί και υπουργείο Παιδείας. Προχώρησε σε μια απεργοσπαστική ενέργεια, επιτρέποντας τη λειτουργία του Πανεπιστήμιου με προσωπικό ασφαλείας για «επείγοντος χαρακτήρα ζητήματα».
Οι διοικητικοί υπάλληλοι του ΕΚΠΑ κατήγγειλαν την ενέργεια της Συγκλήτου ως «απεργοσπαστική μεθόδευση» και παράλληλα απευθύνθηκαν στους φυσικούς τους συμμάχους, τους φοιτητές, ζητώντας την έμπρακτη αλληλεγγύη τους, με τη μαζική συμμετοχή τους στον αγώνα.
Στο κάλεσμά τους προς τους φοιτητικούς συλλόγους του ΕΚΠΑ σημειώνουν: «…Στη διάρκεια αυτού του αγώνα μας συμπαραστέκεται ένας μεγάλος αριθμός φοιτητών καθημερινά. Αυτός ο αριθμός όμως πρέπει να ενισχυθεί, εάν σκεφτεί κανείς το μέλλον που επιφυλάσσει στην φοιτητική κοινότητα η μνημονιακή πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, ξεκινώντας από τους Νόμους Αρβανιτόπουλου, Διαμαντοπούλου, έχοντας να αντιμετωπίσουμε και την εφαρμογή της Β φάσης του σχεδίου Αθηνά, που θα προωθήσει ακόμη μεγαλύτερες καταργήσεις-συγχωνεύσεις ΑΕΙ-ΤΕΙ ή και σχολών-τμημάτων τους.
Το σχέδιο της κυβέρνησης είναι σαφές: αποδόμηση των κοινωνικών υπηρεσιών που παρέχονται από το κράτος, ιδιωτικοποίησή τους και μετακύλιση του κόστους στους εργαζόμενους που τις χρησιμοποιούν –στην περίπτωση των ΑΕΙ/ΤΕΙ στους φοιτητές και τις οικογένειές τους. Στόχος είναι η αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου σε βάρος των εργαζόμενων αφού η εκπαίδευση, η υγεία και ευρύτερα οι δωρεάν κοινωνικές υπηρεσίες είναι κομμάτι του έμμεσου μισθού όλων μας.
Καλούμε όλους τους φοιτητές να πάρουν θέση στη λεηλασία της εργασίας και της ζωής μας, συμμετέχοντας μαζικά στις Γενικές Συνελεύσεις που συγκαλούν οι σύλλογοί τους, και να συμπορευθούν με τις αποφάσεις των υπόλοιπων συμφοιτητών-αγωνιστών, που στάθηκαν στο πλάι μας από την αρχή του αγώνα μας δείχνοντας την έμπρακτη αλληλεγγύη τους συμμετέχοντας μαζικά στις απεργιακές μας κινητοποιήσεις».
Από την πλευρά τους τώρα οι κεφαλές των πανεπιστημιακών διοικήσεων συνεχίζουν τον ίδιο βρόμικο χαβά, προσπαθώντας να είναι και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ. Στην ομόφωνη απόφασή του (7/10/2013) το διευρυμένο συντονιστικό της Συνόδου των πρυτάνεων δηλώνει «Το έγγραφο αυτό (το έγγραφο του υπουργού Παιδείας προς τις εισαγγελικές αρχές), εκτός από ξένο προς τα ακαδημαϊκά ήθη, είναι και εντελώς αναίτιο, καθώς ουδέποτε μέχρι σήμερα έχει συμβεί διοίκηση Πανεπιστημίου να μην έχει εκπληρώσει τις νόμιμες υποχρεώσεις της», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με το υπουργείο Παιδείας. Και την ίδια στιγμή εγκαλεί το υπουργείο γιατί δεν έχει ως σήμερα κοινοποιήσει στα Πανεπιστήμια «τόσο το σκεπτικό με βάση το οποίο απορρίφθηκαν τα σχέδια αξιολόγησης που κατάρτισαν και απέστειλαν εμπρόθεσμα προς το Υπουργείο, όπως τους ζητήθηκε και όπου διαπιστώνονταν οι ελλείψεις σε διοικητικό προσωπικό, όσο και η τεκμηρίωση, βάσει της οποίας αποφασίστηκε η κατάργηση των 1349 θέσεων διοικητικών υπαλλήλων».
Στο ίδιο, ωστόσο, κείμενο επισημαίνονται τα τεράστια λειτουργικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα Πανεπιστήμια, τα οποία οφείλονται:
«1. Στις μεγάλες ελλείψεις διδακτικού προσωπικού. Χαρακτηριστική είναι η κωλυσιεργία του Υπουργείου Παιδείας να προχωρήσει σε έκδοση ΦΕΚ διορισμού, ανά Πανεπιστήμιο, των 402 ήδη προ πολλού εκλεγμένων μελών ΔΕΠ, η καθυστέρηση στην έκδοση της ΚΥΑ, όπως προβλέπεται από το νόμο 4186, για τη δυνατότητα πρόσληψης έκτακτου εκπαιδευτικού προσωπικού, καθώς και ο σχεδόν μηδενισμός των πιστώσεων για την πρόσληψη συμβασιούχων διδασκόντων του Π.Δ. 407/80, αιτίες που θέτουν σοβαρά εμπόδια στην υλοποίηση των υφιστάμενων προγραμμάτων σπουδών.
2. Στην περαιτέρω συρρίκνωση του προϋπολογισμού της νέας χρονιάς κατά 15%, πέραν των ήδη ασφυκτικών μειώσεων της τελευταίας τετραετίας. Πρόβλημα επιπλέον προκαλεί η μη έγκριση, από πλευράς Υπουργείου, της δυνατότητας αξιοποίησης των διαθέσιμων αποθεματικών των Ιδρυμάτων».
ΥΓ: Τέσσερα Πανεπιστήμια τελικά (Ιωαννίνων, Κρήτης, Θεσσαλίας, Οικονομικό) απέστειλαν τα στοιχεία που ζητούσε το υπουργείο μέχρι την Τετάρτη το βράδυ. Τότε ο Αρβανιτόπουλος πέρασε σε νέου τύπου επίθεση. Εδωσε προθεσμία πέντε ημερών, ώστε κάθε υπάλληλος ατομικά να δίνει τα στοιχεία του σε διαδικτυακή πλατφόρμα που άνοιξε το υπουργείο. Διαφορετικά απειλείται με άμεση αργία.