Ο Ντέιβιντ Ο’ Ράσελ μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομώνυμο μυθιστόρημα του Μάθιου Κουίκ και το αποτέλεσμα είναι αρκετά ενδιαφέρον. Πρόκειται για μία κλασική αμερικανική «κωμική» ταινία με έρωτες και χάπι εντ. Παράλληλα, όμως, και χωρίς εκχυδαϊσμούς και φτηνούς μελοδραματισμούς, θίγει καίρια σύγχρονα ζητήματα.
Ο κεντρικός ήρωας μόλις παίρνει εξιτήριο από μία ψυχιατρική κλινική (στην οποία είχε παραμείνει για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα), όπου είχε παραπεμφθεί κατόπιν δικαστικής απόφασης, και προσπαθεί να ξαναχτίσει τη ζωή του. Στην προσπάθειά του αυτή θα έχει σύμμαχο μια νεαρή κοπέλα, η οποία γνωρίζει από πρώτο χέρι το «Γολγοθά» του, καθώς και η ίδια δίνει το δικό της αγώνα με την ψυχική της υγεία, εφόσον έχει διαγνωστεί με κατάθλιψη. Στο τέλος ερωτεύονται κτλ. κτλ.
Δύο είναι τα κομβικά στοιχεία της ταινίας. Το πρώτο, η μάχη που δίνουν οι πρωταγωνιστές με τον ίδιο τους τον εαυτό, προκειμένου να διαχειριστούν τα όποια προβλήματά τους, αλλά και οι δυσκολίες των ανθρώπων αυτών να επανενταχτούν στο κοινωνικό σύνολο, καθώς έρχονται αντιμέτωποι με το ρατσισμό, το φόβο και την καχυποψία των ανθρώπων του περιβάλλοντός τους. Το δεύτερο στοιχείο είναι ο προβληματισμός που εμμέσως τίθεται περί «υγιών» και «πασχόντων». Στο τέλος, δεν ξέρεις τελικά ποιος πάσχει περισσότερο, ο ήρωας ή κάποιοι του περιβάλλοντός του. Ο σκηνοθέτης δίνει ένα ξεκάθαρο πλαίσιο καταπίεσης και παθογένειας του σύγχρονου τρόπου ζωής, που οδηγεί τις περισσότερες φορές σε παθολογικές καταστάσεις.
Σίγουρα δεν είναι από τις ταινίες που θα θυμάται κανείς για μια ζωή, αλλά σπάνια συναντάμε αμερικάνικες κωμωδίες με έξυπνο χιούμορ και με κοινωνικές αναφορές. Ο δε Ρόμπερτ Ντε Νίρο για άλλη μια φορά κλέβει την παράσταση.
Ελένη Π.