Μόλις μια βδομάδα από την ανακοίνωση της ηγεσίας των Ταλιμπάν, με την οποία ανήγγειλαν την έναρξη από την 1η Μαΐου της εαρινής επίθεσης εναντίον των ξένων δυνάμεων κατοχής και των ντόπιων συνεργατών τους, έδωσαν την πρώτη απτή απόδειξη των διακηρύξεών τους με μια μεγάλη επίθεση στην Κανταχάρ, τη μεγαλύτερη πόλη του νότιου Αφγανιστάν, με μια μεγάλη νατοϊκή βάση στο έδαφός της.
Η επίθεση, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 100 μαχητές σύμφωνα με δήλωση των Ταλιμπάν, ξεκίνησε το μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου, 7 Μαΐου, και συνεχίστηκε μέχρι το βράδυ της Κυριακής, παραλύοντας την πόλη.
Στόχος της επίθεσης ήταν το μέγαρο του κυβερνήτη της επαρχίας Κανταχάρ, το δημαρχείο, τα κεντρικά γραφεία της Αστυνομίας και της Υπηρεσίας Πληροφοριών, ένα αστυνομικό τμήμα και άλλα κτίρια που χρησιμοποιούνται από το στρατό σ’ όλη την πόλη, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΝΑΤΟ. Μια ομάδα μαχητών κατέλαβε ένα πενταόροφο ξενοδοχείο δίπλα στα κεντρικά γραφεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών και σε ένα αστυνομικό σταθμό και το χρησιμοποίησε ως βάση για την επίθεση. Μια άλλη ομάδα κατάφερε να μπει στο κυβερνητικό μέγαρο, ενώ άλλες ομάδες χτύπησαν τους υπόλοιπους στόχους. Η επίθεση των Ταλιμπάν τελείωσε το βράδυ της Κυριακής, όταν έπεσαν νεκροί και οι τελευταίοι μαχητές μέσα στο ξενοδοχείο, ύστερα από μάχη για περισσότερες από 40 ώρες με δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας.
Στόχος της επίθεσης ήταν το μέγαρο του κυβερνήτη της επαρχίας Κανταχάρ, το δημαρχείο, τα κεντρικά γραφεία της Αστυνομίας και της Υπηρεσίας Πληροφοριών, ένα αστυνομικό τμήμα και άλλα κτίρια που χρησιμοποιούνται από το στρατό σ’ όλη την πόλη, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΝΑΤΟ. Μια ομάδα μαχητών κατέλαβε ένα πενταόροφο ξενοδοχείο δίπλα στα κεντρικά γραφεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών και σε ένα αστυνομικό σταθμό και το χρησιμοποίησε ως βάση για την επίθεση. Μια άλλη ομάδα κατάφερε να μπει στο κυβερνητικό μέγαρο, ενώ άλλες ομάδες χτύπησαν τους υπόλοιπους στόχους. Η επίθεση των Ταλιμπάν τελείωσε το βράδυ της Κυριακής, όταν έπεσαν νεκροί και οι τελευταίοι μαχητές μέσα στο ξενοδοχείο, ύστερα από μάχη για περισσότερες από 40 ώρες με δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας.
Ο απολογισμός της επίθεσης, σύμφωνα με ανακοίνωση του κυβερνήτη της επαρχίας, είναι 20 νεκροί μαχητές, 2 νεκροί αξιωματικοί της Αστυνομίας, 1 νεκρός πολίτης και 45 τραυματίες, αστυνομικοί οι περισσότεροι.
Το μέγεθος και το εύρος της επίθεσης θέτει υπό σοβαρή αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα της μεγάλης εκκαθαριστικής επιχείρησης που διεξάγουν εδώ και ένα χρόνο τα αμερικανονατοϊκά στρατεύματα στο νότιο Αφγανιστάν και ιδιαί-τερα στην επαρχία Κανταχάρ και επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις ανώτατων αμερικάνων αξιωματικών ότι τα «κέρδη της επιχείρησης αυτής είναι εύθραυστα και αναστρέψιμα».
Σε σχετικό ρεπορτάζ, οι «New York Times» (8/5/11), μεταξύ άλλων, επισημαίνουν ότι παρά το μικρό σχετικά αριθμό των νεκρών από την επίθεση, «οι αντάρτες έκαναν καθαρό ότι μπορούν να συγκεντρώνουν τους οπαδούς τους, να νεκρώνουν μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας και να ξεφεύ-γουν από την ισχυρή αστυνομική και στρατιωτική παρουσία». Οτι «το εύρος και η οργάνωση της επίθεσης καθώς και η στόχευση κυβερνητικών κτιρίων δείχνουν ότι οι Ταλιμπάν την σχεδίαζαν αρκετό καιρό και ότι είχαν υποστήριξη μέσα από την Κανταχάρ». Ακόμη ότι τα κυβερνητικά κτίρια που επέλεξαν να χτυπήσουν είναι «από τα πιο αυστηρά φρουρούμενα σημεία στην Κανταχάρ» και ότι «οι μαχητές που συμμετείχαν στις επιθέσεις μπορούσαν να κινηθούν στις περιοχές αυτές ενώ μετέφεραν γιλέκα με εκρηκτικά ή οδηγούσαν οχήματα φορτωμένα με εκρηκτικά δημιουργούν σοβαρές υπόνοιες ότι είχαν συνεργούς (σ.σ. στις δυνάμεις Ασφάλειας) για τις επιθέσεις».
Στις 10 Μαΐου, 400 περίπου Ταλιμπάν επιτέθηκαν σε βάση της αφγανικής αστυνομίας κοντά στην πρωτεύουσα της βορειοανατολικής επαρχίας Νουριστάν. Η μάχη τελείωσε το απόγευμα της ίδιας μέρας όταν οι Ταλιμπάν αποχώρησαν και σκορπίστηκαν στα γύρω βουνά. Μικρότερης κλίμακας επιθέσεις έγιναν το ίδιο διάστημα σε πολλά σημεία της χώρας.
Είναι φανερό ότι έρχονται ακόμη πιο δύσκολες μέρες για τις αμερικανονατοϊκές δυνάμεις κατοχής στο Αφγανιστάν και η δολοφονία του Οσάμα Μπιν Λάντεν δεν πρόκειται να αλλάξει την κατάσταση. Ενδεικτική της ανησυχίας που έχει προκαλέσει στα αμερικάνικα επιτελεία η τελευταία μεγάλη επίθεση των Ταλιμπάν στην Κανταχάρ είναι η ανακοίνωση που εξέδωσε η αμερικάνικη πρεσβεία στην Καμπούλ στις 9 Μαΐου, με την οποία καλεί το αμερικάνικο στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό να παραμείνει στις εγκαταστάσεις του, λόγω ενδεχόμενων επιθέσεων σε κυβερνητικά κτίρια στη Μαρτζάχ, στη Λασκάρ Γκαχ και στην Γκερέσκ τις επόμενες μέρες. Σημειωτέον ότι η Λασκάρ Γκαχ, πρωτεύουσα της επαρχίας Χέλμαντ, είναι από τις 7 περιοχές, οι οποίες μετά τις εκκαθαριστικές νατοϊκές επιχειρήσεις είναι υποτίθεται ασφαλείς και προορίζονται να παραδοθούν σταδιακά από τις αρχές Ιουλίου στην ευθύνη των αφγανικών δυνάμεων Ασφάλειας.