Ο απόηχος της απεργίας πείνας των 300 μεταναστών ακόμα δεν έχει κοπάσει. Οχι μόνο ανάμεσα στους πρώην απεργούς πείνας και στους αλληλέγγυους, που είναι λογικό να συζητούν ακόμα, δεδομένου ότι είναι σκληρή η σύγκρουση ανάμεσα σε όσους μιλούν με θράσος για μεγάλη νίκη και σε όσους υποστηρίζουν ότι ο αγώνας υπονομεύτηκε και χτυπήθηκε από τα μέσα, αλλά και μέσα στις αστικές δυνάμεις. Ενα ολόκληρο κεφάλαιο της συνέντευξης-ποταμός, που έδωσε στην «Καθημερινή» του περασμένου Σαββάτου ο υπουργός Εσωτερικών Γιάννης Ραγκούσης ήταν αφιερωμένο στα γεγονότα της Υπατίας.
Ο Ραγκούσης, βέβαια, όπως κάθε αστός πολιτικός, είναι απολύτως λογικό να παρουσιάζεται σαν δικαιωμένος. Θα το έκανε σε κάθε περίπτωση. Εν προκειμένω, όμως, μπορεί να το κάνει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, όπως το κάνει από την επομένη της λήξης της απεργίας πείνας. Και το λέει με τη γνωστή αλαζονεία του: «Δεν δόθηκε καμία άδεια παραμονής, ούτε καν υπόσχεση. Δεν είναι μόνο η απόπειρα αυτοπυρπόλησης μετά το τέλος της απεργίας πείνας που το αποδεικνύει αυτό. Σήμερα που μιλάμε με απόσταση από τα γεγονότα, δεν υπάρχει κανείς έξω από το υπουργείο Εσωτερικών που να ζητάει άδειες παραμονής επικαλούμενος την Υπατία (…) Οι μετανάστες ήταν εκείνοι που χρειάστηκαν 45 μέρες για να εγκαταλείψουν το μοναδικό τους αίτημα – τις άδειες παραμονής».
Ομως, κατά τη γνώμη μας, μεγαλύτερη σημασία από την αλαζονική έπαρση του Ραγκούση, σ’ αυτή τη συνέντευξή του έχει η έμμεση παραδοχή ότι η κυβέρνηση είχε φτάσει μια ανάσα πριν την ήττα. Ιδού η περιγραφή του:
«Στην Υπατία η Ελλάδα αντιμετώπισε ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα διότι βρέθηκε ενώπιον τριών αδήριτων αναγκών: πρώτον να μη χαθεί ανθρώπινη ζωή, δεύ-τερον να εξασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη. Κάθε ένταση θα εξέθετε τη χώρα σε ανυπολόγιστους κινδύνους, εσωτερικούς και εξωτερικούς – σκεφτείτε μόνο τη ζημιά στην επερχόμενη πολυπόθητη ευνοϊκή τουριστική περίοδο, από επανάληψη εικόνων από μία φλεγόμενη Αθήνα. Τρίτον, να τηρηθεί η κόκκινη γραμμή που θέσαμε από την πρώτη ημέρα ότι αυτή τη φορά δεν πρόκειται να δοθούν άδειες παραμονής. Αυτοί οι τρεις, εξαιρετικά δύσκολοι στο να επιτευχθούν ταυτόχρονα, στόχοι είχαν και μια επιπλέον δυσκολία: μία καταστροφική “παράδοση” που ήθελε την ελληνική πολιτεία εκβιάσιμη με τέτοιου είδους μεθοδεύσεις (…) Η τελική έκβαση -και αυτό είναι επιτυχία της χώρας- είναι ότι πέτυχε και τους τρεις στόχους ταυτόχρονα».
Ο ίδιος ο Ραγκούσης ομολογεί εκ των υστέρων, ότι και οι τρεις στόχοι μαζί ήταν εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθούν. Ποιον στόχο θα επέλεγε η κυβέρνηση να εγκαταλείψει, αν η απεργία πείνας συνεχιζόταν; Τον τρίτο, φυσικά, αφού κίνδυνο θανάτου δεν μπορούσε να σηκώσει, διότι αυτός θα συνεπαγόταν αμέσως και ένα σκληρό κύμα συγκρούσεων στους δρόμους. Θα έδινε άδειες παραμονής, έστω κι αν χρειαζόταν να βαφτίσει τη διαδικασία διαφορετικά και να κάνει διάφορες ακροβασίες («μανούλες» οι Πασόκοι σ’ αυτά).
Δεν ήταν καθόλου δύσκολο να κάνει κανείς αυτή την ανάλυση. Η ίδια η ενδοκυβερνητική σύγκρουση των τελευταίων ημερών βοηθούσε για να αντιληφθείς πιο καθαρά τα πράγματα. Και την είχαμε παρουσιάσει αυτή την ανάλυση τότε, δεν την παρουσιάζουμε τώρα κατόπιν εορτής. Ουδείς είχε το θάρρος ν’ αντιπαρατεθεί σ’ αυτή την ανάλυση. Η υπονόμευση της απεργίας πείνας, όπως θα φανεί καθαρά από το χρονικό που δημοσιεύεται σε άλλες στήλες της «Κ», γινόταν στη ζούλα, χωρίς συζήτηση και επιχειρηματολογία, ενώ τις τελευταίες μέρες, τότε που παίζονταν όλα και που πραγματικά είχαμε φτάσει μια ανάσα πριν τη νίκη, χρησιμοποιήθηκαν τα πιο βρόμικα μέσα.
Π.Γ.