Η συνεδρίαση ξεκίνησε με ένα αίτημα του Χρήστου Τσιγαρίδα προς το δικαστήριο:«Θέλω να βάλω στο δικαστήριό σας ένα “αίτημα”. Αφορμή στάθηκε το σχόλιό σας, εντός ή εκτός της διαδικασίας, για τους ολυμπιακούς αγώνες. Ανήκετε στην πλειοψηφία των Ελλήνων που πιστεύουν ότι οι ολυμπιακοί αγώνες είναι θετικό γεγονός για την Ελλάδα. Ανήκω στη μειοψηφία που πιστεύουν ότι είναι καταστρεπτικό γεγονός για την οικονομική, την κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας μας.
Είναι γνωστό ότι η αμερικάνικη κυβέρνηση με πρόσχημα την “τρομοκρατία” εκβίαζε την ελληνική κυβέρνηση προκειμένου αμερικάνικες εταιρίες να αναλάβουν διάφορες αρμοδιότητες, όπως την ασφάλεια των αγώνων, για να εισπράξουν πακτωλό χρημάτων, που πληρώνει και θα πληρώνει ο ελληνικός λαός. Ενα παράπλευρο αποτέλεσμα των εκβιασμών είναι και αυτή η δίκη.
Θέσατε στους διαδίκους, και σε εμένα, ένα ηθικό δίλημμα, ένα προβληματισμό. Μας είπατε (διαβάζω το ακριβές κείμενο): “Εμένα δεν με ενδιαφέρουν τα δεκαοχτάμηνα κ.τ.λ. Με ενδιαφέρει όμως η Ολυμπιάδα. Θα είναι πάρα πολύ άσχημο για την Ελλάδα να είναι μια δίκη για την τρομοκρατία εν ενεργεία και να αρχίσει η Ολυμπιάδα”.
Από αυτή την τοποθέτηση βγαίνει ένα λογικό συμπέρασμα, που είναι η συνέχεια αυτής της τοποθέτησης. Ποιο; Το παρακάτω: Δεν είναι δυνατό να σας αθωώσουμε γιατί δεν θα γίνουν ολυμπιακοί αγώνες. Με τον ΕΛΑ, 1η Μάη κ.τ.λ. “δρώσα οργάνωση”, η αμερικάνικη κυβέρνηση θα τους σαμποτάρει .Είστε δικαστές, είστε και πολίτες. Το δίλημμα είναι μεγάλο. Από τη μία η συνείδησή σας, από την άλλη το εθνικό συμφέρον, όπως εσείς το αντιλαμβάνεστε. Δεν είστε υπεύθυνοι γι· αυτή την κατάσταση. Αλλοι κανόνισαν αυτή τη δίκη, αυτή τη χρονική στιγμή, με αυτό το βούλευμα, με αυτούς τους μάρτυρες και αυτούς τους κατηγορούμενους.
Το αίτημά μου: Να αποφυλακίσετε τους συγκατηγορούμενούς μου και να αναβάλετε τη δίκη για μετά τους ολυμπιακούς αγώνες. Δεν έχετε να φοβάστε τίποτα από τον ΕΛΑ. Δεν υπάρχει από τον Γενάρη του 1995 και ούτε πρόκειται να ξαναϋπάρξει. Μετά τους Ολυμπιακούς θα κρίνετε κατά συνείδηση με τα υπάρχοντα στοιχεία, χωρίς να έχετε “ένα μαχαίρι στο λαιμό σας”, δηλαδή τους ολυμπιακούς αγώνες».
Εμφανώς αιφνιδιασμένη η πρόεδρος Μπρίλλη, είπε στον Χ. Τσιγαρίδα ότι δεν κατάλαβε τι αυτή είχε πει και πως, εν πάση περιπτώσει, αυτά που είπε τα είπε εκτός διαδικασίας. Δεν αμφισβητώ το τεκμήριο αθωότητας -είπε-, θα ψάξουμε τα πάντα, όμως υπάρχουν και δικαστικές διακοπές και διακοπές των δικηγόρων, γι’ αυτό αναφέρθηκα στην ανάγκη να συντομεύσουμε τις διαδικασίες!
Βέβαια, όλοι είχαμε ακούσει πολύ καλά τι είχε πει και τι συσχετισμό δίκης-ολυμπιάδας έκανε και άλλωστε ο Χ. Τσιγαρίδας στην τοποθέτησή του παρέθεσε ακριβώς το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της σχετικής αναφοράς της. Ο ίδιος επέμεινε στην πρότασή του και η πρόεδρος του είπε ότι το δικαστήριο επιφυλάσσεται να τη συζητήσει.
Το λόγο ζήτησε και ο Κώστας Αγαπίου, για να πει, απευθυνόμενος προς την πρόεδρο:«Επαναλάβατε την ισχύ του λεγομένου τεκμηρίου αθωότητας. Δεν καταλαβαίνω τι σόι τεκμήριο αθωότητας υπάρχει, τη στιγμή που τρεις άνθρωποι κοντεύουν ενάμιση χρόνο στη φυλακή με προοπτική να μείνουν επ’ άπειρο, χωρίς να υπάρχει κανένα στοιχείο σε βάρος τους. Για μένα και για κάθε λογικά σκεπτόμενο άνθρωπο, το ότι παραμένουν στη φυλακή σημαίνει ότι αυτοί οι τρεις δεν είναι αθώοι. Ρωτήστε κάθε εχέφρονα άνθρωπο και θα διαπιστώσετε ότι θα σας πει το ίδιο».
Η πρόεδρος είπε ότι το δικαστήριο θα εξετάσει το αίτημα, δεν έδωσε όμως το λόγο στους εισαγγελείς και στους συνηγόρους για να τοποθετηθούν επ’ αυτού. Στη συνέχεια, κάλεσε τον πράκτορα Ζήση, ο οποίος αρχικά έδωσε «εξηγήσεις» για την απουσία του. Είχα πληροφορηθεί -είπε- ότι θα κατέθετε πρώτος ο κ. Βεντούρης, επειδή μένει μακριά, και είχα κανονίσει να έρθω κατά τις 12. Στο δρόμο άκουσα ότι το δικαστήριο διέκοψε και διέταξε τη βίαιη προσαγωγή μου!
Η πρόεδρος έσπευσε να τον διακόψει και να του πει ότι δεν υπάρχει θέμα! Αποκαλύφθηκε έτσι, εμμέσως, πως καθόλου αθώα δεν ήταν η απουσία του Ζήση, αλλά είχε να κάνει με τις εκλογές. Κάποιοι του είπαν να μην καταθέσει την προεκλογική περίοδο και η έδρα ήταν σε γνώση αυτής της επιλογής (άλλωστε, κάτι της είχε ξεφύγει και της προέδρου). Αν δεν υπήρχε παρασκηνιακή συνεννόηση, η πρόεδρος θα έπρεπε τουλάχιστον να ρωτήσει τον Ζήση από ποιον έμαθε ότι θα προηγούνταν η κατάθεση Βεντούρη. Γιατί τέτοιο θέμα δεν υπήρξε. Αντίθετα, ήταν σαφής η κλήση του από το δικαστήριο να έρθει να καταθέσει τη συγκεκριμένη ημέρα. Το ότι το θέμα πέρασε στο ντούκου αποκαλύπτει ότι είχε υπάρξει προσυνεννόηση.
Η κατάθεση του Ζήση υπήρξε ένα παραλήρημα. Ο τύπος προσπαθούσε να επαναλάβει τα γνωστά σενάρια που εδώ και χρόνια κυκλοφορούν στον τύπο και έχουν γραφεί και σε βιβλία. Για τη Στάζι, τον Κάρλος, τη Ντε Μαρσέλους, τον Βάινριχ, τον Βόιτ, τον ΕΛΑ, τους Αγαπίου και Τσιγαρίδα, τον Νηστικάκη, τους Παλαιστίνιους, το εμπόριο όπλων στη Μέση Ανατολή, τις ένοπλες οργανώσεις στην Ελλάδα, που ήταν όλες παρακλάδια του ΕΛΑ κ.λπ. κ.λπ. Φρόντιζε μάλιστα συνεχώς να αφήνει μπηχτές για τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, που υποτίθεται πως έκαναν τα πάντα για να εξαφανίζεται κάθε ενοχοποιητικό στοιχείο και να μην προχωρούν οι έρευνες.
Ολα αυτά, όμως, αδυνατούσε εμφανώς να τα βάλει σε μια σειρά και να φτιάξει ένα σενάριο με μια στοιχειώδη συνοχή, με αρχή, μέση και τέλος. Εδινε ένα σόου δευτεροκλασάτου πράκτορα που δεν έχει αφομοιώσει αυτά που πρέπει να πει. Η πρόεδρος παρενέβαινε διαρκώς και είναι η πρώτη φορά που έδειξε διαβασμένη επί της δικογραφίας. Με τις ερωτήσεις της προσπαθούσε να βοηθήσει τον Ζήση και να τον κάνει να βάλει σε μια σειρά το παραλήρημά του. Ομως και αυτό δεν κατέστη δυνατόν. Ο Ζήσης εξακολουθούσε να παραληρεί και να πετάγεται από θέμα σε θέμα. Εξακολουθούσε να λέει χοντράδες που δεν μπορούσαν να σταθούν ούτε με βάση το σενάριο που έχει φτιάξει η Αντιτρομοκρατική για τη συγκεκριμένη δίκη.
Ελεγε, για παράδειγμα, ότι αυτός «πιστεύει» πως ο Τσουτσουβής ποτέ δεν έφυγε από τον ΕΛΑ, αλλά εφαρμόστηκε ένα κλασικό κόλπο του ΕΛΑ να εμφανίζεται με πολλά ονόματα. Ολες οι οργανώσεις ήταν διαφορετικές ταμπέλες του ΕΛΑ! Το «πιστεύω» ήταν το ρήμα που επαναλάμβανε συνεχώς ο πράκτορας. Πιστεύω το ένα, πιστεύω το άλλο, πιστεύω το παράλλο.
Η παρέμβαση της υπεράσπισης (Τσοβόλας), που ζήτησε από την αρχή ο μάρτυρας να μην καταθέτει τα πιστεύω του, αλλά να αναφέρεται στις πηγές από τις οποίες γνωρίζει το ένα και το άλλο, όπως απαιτεί η Ποινική Δικονομία, δεν εισακούστηκε.
«Αφήστε με να εξετάσω τον μάρτυρα», είπε εκνευρισμένη η πρόεδρος. Και πάλι, όμως, δεν έβγαινε άκρη από την κατάθεσή του. Οπότε παρενέβη ο εισαγγελέας, σε μια προσπάθεια να σώσει την παρτίδα. Ζήτησε να αναγνωστεί το «υπόμνημα Ζήση», το οποίο έχει ενσωματωθεί στην κατάθεση που έδωσε στον Ζερβομπεάκο. Εγινε αμέσως φανερό πού αποσκοπούσε αυτή η πρόταση. Να βγει από τη δύσκολη θέση ο Ζήσης, που είχε αρχίσει να πέφτει σε αντιφάσεις, να μη θυμάται ημερομηνίες, να μη μπορεί να «σουλουπώσει» το σενάριο. Το υπόμνημα που κατέθεσε στον Ζερβομπεάκο έχει μια ενότητα, οπότε, μετά την ανάγνωσή του, ο Ζήσης θα ρωτιόταν πάνω σ· αυτό και θα απαντούσε συγκεκριμένα.
Η υπεράσπιση (Κούγιας, Τσοβόλας, Φυτράκης) εξανέστη και δικαίως. Πού ξανακούστηκαν αυτά τα πράγματα, είπε ο Σ. Φυτράκης. Πριν τελειώσουμε με την εξέταση του μάρτυρα, πριν ελέγξουμε την αξιοπιστία του, να ζητάμε να διαβαστούν έγγραφα; Ο μάρτυρας θα τελειώσει την κατάθεσή του, θα τον ρωτήσουμε ό,τι έχουμε να τον ρωτήσουμε, αν χρειαστεί θα αναφερθούμε στην κατάθεσή του στον ανακριτή, στην οποία περιλαμβάνεται και το περιβόητο υπόμνημα, θα μας αφήσει κι ένα μάτσο χαρτιά, αν έχει να μας αφήσει, και μετά θα δούμε τι θα προσβάλλουμε ως πλαστό και τι θα αποδεχτούμε.
Αντίθετα, η πολιτική αγωγή (Κατσαντώνης) συμφώνησε με την πρόταση του εισαγγελέα, γιατί είδε ότι από τον πρώτο κιόλας μάρτυρα το παιχνίδι των εντυπώσεων χάνεται και τα περιβόητα «αρχεία της Στάζι» θα αποδειχτούν φούμαρα.
Το δικαστήριο διέκοψε για να εξετάσει το αίτημα του εισαγγελέα, αλλά μόλις επανήλθε προέκυψε άλλο θέμα. Η πολιτική αγωγή ζήτησε να γίνει διακοπή της δίκης, για να προμηθευτεί πολλά έγγραφα από τη δικογραφία, τα οποία δεν έχει στη διάθεσή της. Γιατί, όμως, δεν τα έχει; Τσιγκουνεύτηκαν, φαίνεται, να πληρώσουν τις φωτοτυπίες.
Αφού έγινε νέα διακοπή, το δικαστήριο επανήλθε και ανακοίνωσε την απόφασή του: Κρίνουμε εύλογο το αίτημα των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής να λάβουν γνώση των εγγράφων της δικογραφίας. Επειδή, όμως, έχουμε μόνο τα αναγνωστέα, θα τα βάλουμε σε μια σειρά και θα σας τα δώσουμε. Από την άλλη εβδομάδα θα ξεκαθαρίσουμε και τα έγγραφα των επιμέρους δικογραφιών και θα σας τα φωτοτυπήσουμε κι αυτά. Κατόπιν τούτου, διέκοψε για τη Δευτέρα.
Πριν διακόψει, παρενέβη ο Κ. Αγαπίου και αναφέρθηκε στο αίτημα που υπέβαλε ο Χ. Τσιγαρίδας, το οποίο δεν συζητήθηκε καν. Δεν μπορείτε -είπε- να κάνετε συνεχώς αναβολές για τα έγγραφα της «Στάζι» που είναι μεταφρασμένα εδώ και τόσο καιρό και εμείς να μένουμε στη φυλακή. Η πρόεδρος εκνευρισμένη και φωνάζοντας δεν τον άφησε να συνεχίσει και διέκοψε για τη Δευτέρα 15 Μάρτη.
Ας ανακεφαλαιώσουμε, λοιπόν. Το σοβαρότατο αίτημα του Χ. Τσιγαρίδα για διακοπή της δίκης για μετά τους ολυμπιακούς αγώνες δεν συζητήθηκε καν. Γιατί; Προφανώς, γιατί το δικαστήριο πρέπει πρώτα να ζητήσει οδηγίες από την καινούργια πολιτική ηγεσία, που εκείνη την ώρα ορκιζόταν στο προεδρικό μέγαρο. Ενώ η πρόεδρος βιάζεται και αποκάλυψε την «παλιά γραμμή», που απαιτούσε ολοκλήρωση της δίκης πριν την Ολυμπιάδα (προφανώς για να επιδειχτούν οι βαριές καταδίκες ως «αντιτρομοκρατική» λεία) διακόπτει για ολόκληρες μέρες με ασήμαντα προσχήματα.
Διέκοψε πριν τις εκλογές για να έρθει ο Ζήσης, που μπορούσαν να τον προσάγουν βιαίως την επόμενη μέρα. Διέκοψε τώρα μέχρι τη Δευτέρα (χάθηκαν άλλες δυο συνεδριάσεις) για έναν προσχηματικό λόγο. Ο πραγματικός λόγος είναι ο ίδιος με εκείνον που έβαλε στη μπάντα τη συζήτηση επί του αιτήματος Τσιγαρίδα: Να έρθει η «νέα γραμμή» από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο Ζήσης είναι ένα πιόνι στη σκακιέρα της «αντιτρομοκρατίας». Πιόνι, όχι πύργος ή αξιωματικός. Είναι ένας επαγγελματίας μάρτυρας για ορισμένες βρόμικες αποστολές, όπως έγραφε παλιά ο Δ. Ρίζος, αλλά ξεχνούν τώρα οι νομικοί του σύμβουλοι (Βασιλακόπουλος, Λιάνης) και ο άνθρωπος που επαίρεται ότι μαζί με τον Κύρτσο έδιωξαν τον Ζήση από τον «Ελεύθερο Τύπο» (Κατσαντώνης). Ολοι αυτοί, από τα έδρανα της πολιτικής αγωγής, αβαντάρουν τώρα τον Ζήση. Γιατί; Μήπως περιμένουν απ’ αυτόν να τους αποκαλύψει τις σχέσεις ΕΛΑ-Κάρλος και την ενοχή των Αγαπίου-Τσιγαρίδα; Οχι βέβαια. Περιμένουν από τον Ζήση να μιλήσει για Κόκκαλη και ΠΑΣΟΚ. Οχι για να τους καθίσουν στο σκαμνί, αλλά για να γίνει πολιτικός ντόρος και να ασκηθούν πιέσεις και εκβιασμοί.
Ποιος και γιατί διάλεξε τον Ζήση για να καταθέσει ως βασικός μάρτυρας κατηγορίας (πρώτος-πρώτος στη λίστα), ο οποίος θα εισηγηθεί στο δικαστήριο τα περί των «αρχείων της Στάζι»; Κάποιοι τον έστειλαν στον Ζερβομπεάκο και αυτός πέταξε το μπαλάκι στο δικαστήριο, στέλνοντάς του πεσκέσι τον Ζήση. Ο Ζήσης έφερε τα «αρχεία της Στάζι» στην Ελλάδα; Οχι βέβαια. Αυτά ήρθαν επίσημα, με τη διαδικασία της δικαστικής συνδρομής. Θα έπρεπε, λοιπόν, να καταθέσουν στο δικαστήριο αυτοί που τα έφεραν και τα χειρίστηκαν. Ο εισαγγελέας Διώτης, ο αρχηγός της Αντιτρομοκρατικής, ο αρχηγός της Αστυνομίας, οι υπουργοί Δημόσιας Τάξης από το 1995 και μετά. Αυτοί όλοι που δικαίως ο Κ. Αγαπίου έχει ζητήσει να κληθούν να καταθέσουν. Να πουν, για παράδειγμα, γιατί δεν έκαναν συλλήψεις το 1995, αλλά έκαναν το 2002, όταν είχαν καταφέρει να αγοράσουν και τη συνεργασία της Σ. Κυριακίδου. Γιατί μέχρι τότε έλεγαν ότι δεν μπορούν αυτά τα περιβόητα αρχεία να σταθούν σε ένα δικαστήριο. Αντί να έρθουν να καταθέσουν όλοι αυτοί, που είναι υπάλληλοι του κράτους και πολιτικοί προϊστάμενοι των αρμόδιων υπηρεσιών, έστειλαν το κατακάθι που ακούει στο όνομα Ζήσης. Και το δικαστήριο κάθεται και τον ακούει!
Το δικαστήριο, όμως, έχει άλλο πρόβλημα. Η «παλιά γραμμή» έλεγε: δεν θα αφήσετε τον Ζήση να καταθέσει για οτιδήποτε άλλο εκτός από όσα αφορούν τον ΕΛΑ. Στην πρώτη κιόλας εμφάνιση του Ζήση στο δικαστήριο η πρόεδρος το είχε «ξεφουρνίσει». Εξέφρασε φωναχτά την άποψη, ότι από το «υπόμνημα Ζήση» θα διαβαστούν μόνο όσα αφορούν τον ΕΛΑ. Ομως το υπόμνημα βρίσκεται στη δικογραφία και αν διαβαστεί θα διαβαστεί ολόκληρο. Ελα όμως που το υπόμνημα αναφέρεται ελάχιστα στον ΕΛΑ, ενώ οι κύριες αναφορές του είναι Κόκκαλης και ΠΑΣΟΚ! Μόλις, λοιπόν, ο εισαγγελέας ξαναυπέβαλε αίτημα να αναγνωστεί το «υπόμνημα Ζήση» και η πολιτική αγωγή έσπευσε να συμφωνήσει ασμένως, το δικαστήριο βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα: ποια είναι η «νέα γραμμή»; Εξακολουθεί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης να μη θέλει να επεκταθεί η δίκη σε αναφορές σε Κόκκαλη και ΠΑΣΟΚ ή πλέον θέλει αυτές τις αναφορές, για να τις αξιοποιήσει πολιτικά; Αυτό το ερώτημα θα προσπαθήσει να διερευνήσει μέχρι τη Δευτέρα. Γι· αυτό και δόθηκε τόσο εύκολα μια αναβολή δυόμιση ημερών, ενώ υποτίθεται ότι ο χρόνος πιέζει.
Τη Δευτέρα ίσως να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Ισως πάλι όχι, γιατί σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι μηχανισμοί δεν αντιδρούν ακαριαία, ούτε οι νέοι συσχετισμοί στα άδυτα του κράτους διαμορφώνονται άμεσα. Ο Ζήσης, πάντως, πρέπει να καταθέσει. Να ολοκληρώσει την κατάθεσή του για να φανεί όχι μόνο ούτε κυρίως το δικό του ποιόν, αλλά το ποιόν των περιβόητων «αρχείων της Στάζι». Και να καταβληθεί προσπάθεια να έρθουν να καταθέσουν και όλοι οι άλλοι και ανυπερθέτως ο Παπαθεμελής με το Νηστικάκη. Θα φανεί τότε πολύ καθαρά πώς στήθηκε αυτή η ιστορία και ότι τα «αρχεία» δεν είναι παρά μόνο ένα μάτσο κουρελόχαρτα που προβάλλουν ακόμα και τον σκουπιδοτενεκέ.
Οταν οι γερμανικές αρχές δεν αναγνωρίζουν αυτά τα αρχεία, ας έρθει ένα ελληνικό δικαστήριο να τους προσδώσει κύρος. Θα φανεί τότε και στον πλέον αφελή πολίτη αυτής της χώρας, ότι έχουμε να κάνουμε με μια ακόμα σκευωρία, με μια δίκη πολιτικών σκοπιμοτήτων, με μια δίκη φρονηματικού τύπου.
Σ’ αυτά τα περιβόητα «αρχεία» έχουμε αναφερθεί και άλλες φορές. Συμπληρωματικά αναφέρουμε μερικά πράγματα που έχουν αποκαλυφθεί στη δίκη του Γιοχάνες Βάινριχ, που είναι σε εξέλιξη στο Βερολίνο. Τρεις πράκτορες των ουγγρικών μυστικών υπηρεσιών αρνήθηκαν να καταθέσουν για να εξηγήσουν πώς υποκλάπηκαν στοιχεία από τον Βάινριχ και πως αυτά μεταφέρθηκαν στη Στάζι. Ο γνωστός Βόιτ, πρώην στέλεχος της Στάζι και νυν συνεργαζόμενος με τις γερμανικές αρχές δήλωσε ότι τμήμα των αρχείων που του επιδείχτηκε δεν είναι πρωτότυπα, αλλά έχουν υποστεί νέα επεξεργασία. «Ολα είναι μπερδεμένα», διαπίστωσε ο Βόιτ, ενώ ελέγχοντας τα αρχεία που βρίσκονται στη δικογραφία αποφάνθηκε: «Υπάρχουν εδώ μέσα πράγματα άσχετα»! Τόση αξία έχουν αυτά τα «αρχεία», που πέρασαν από τη Στάζι στους Αμερικάνους και τμήμα τους ξανά στους Γερμανούς, χωρίς κανείς να ξέρει πόσες επεξεργασίες υπέστησαν στο μεταξύ, όπως ήθελαν οι Αμερικάνοι.