Η κυβέρνηση του προέδρου Αλβάρο Ουρίμπε, λίγους μήνες μετά την επανεκλογή του, συγκλονίζεται από τη σοβαρότερη μέχρι τώρα πολιτική κρίση, καθώς έρχονται στο φως όλο και περισσότερα στοιχεία που αποκαλύπτουν τη στενή σχέση και συνεργασία πολιτικών, και μάλιστα του στενού προεδρικού κύκλου, και των αποσπασμάτων θανάτου, των διαβόητων «Ενωμένων Δυνάμεων Αυτοάμυνας της Κολομβίας (ΑUC)». Συνεργασία σε δολοφονίες, εμπόριο ναρκωτικών και καταλήστευση δημόσιου χρήματος, η οποία συνεχιζόταν ακόμη και την περίοδο που βρίσκονταν σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις για την αποκαλούμενη συμφωνία αφοπλισμού των παραστρατιωτικών εγκληματιών το 2002.
Η αποκάλυψη της υπόθεσης αυτής ξεκίνησε όταν κατασχέθηκε τον περασμένο Μάρτιο ο υπολογιστής ενός από τους αρχηγούς των αποσπασμάτων θανάτου, του διαβόητου Ροντρίγκο Τοβάρ Πούπο. Στα αρχεία του υπολογιστή βρέθηκαν στοιχεία για τουλάχιστον 500 δολοφονίες, για λαθρεμπόριο κοκαΐνης στις ΗΠΑ, για την κλοπή κρατικών κονδυλίων από τις υπηρεσίες υγείας και για τις σχέσεις πολιτικών, κυρίως στο βόρειο κρατίδιο Σούκρε, με τις συμμορίες των παραστρατιωτικών δολοφόνων.
Οι ανακρίσεις που ακολούθησαν έχουν οδηγήσει μέχρι στιγμής στην προφυλάκιση δύο γερουσιαστών και δύο μελών του κογκρέσου, στη σύλληψη τεσσάρων τοπικών αξιωματούχων και στην έκδοση εντάλματος σύλληψης ενός πρώην κυβερνήτη, οι οποίοι κατηγορούνται για τη σύσταση εγκληματικής συμμορίας με σκοπό την οργάνωση, τον εξοπλισμό και τη χρηματοδότηση παράνομων ένοπλων ομάδων. Ολοι αυτοί προέρχονται από το βόρειο κρατίδιο Σούκρε, όπου κατ’ εντολή του γενικού εισαγγελέα γίνεται η εκταφή πτωμάτων από μαζικούς τάφους, θύματα της εκστρατείας των αποσπασμάτων θανάτου εναντίον όσων θεωρούσαν συμπαθούντες των αριστερών ανταρτών. Η έρευνα συνεχίζεται για τη δράση τουλάχιστον πέντε ακόμη μελών του κογκρέσου.
Το πρωτοφανές αυτό σκάνδαλο έχει αμαυρώσει ανεπανόρθωτα την εικόνα του κολομβιανού προέδρου και πιστού συμμάχου των Αμερικάνων ως σταυροφόρου εναντίον των παράνομων ένοπλων ομάδων και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Γιατί οι πολιτικοί που εμπλέκονται στο σκάνδαλο αυτό είναι μέλη του στενού και πιστού κύκλου του Αλβάρο Ουρίμπε. Ο κύκλος αυτός υποστήριξε σθεναρά δύο κρίσιμες επιλογές του Ουρίμπε, το νόμο που του επέτρεψε να διεκδικήσει για δεύτερη φορά την προεδρία και το νόμο για τον αφοπλισμό και τη διάλυση των παραστρατιωτικών συμμοριών. Ο νόμος αυτός προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από πολλές πλευρές, γιατί θεωρήθηκε προκλητικά ευνοϊκός για τους εγκληματίες των αποσπασμάτων θανάτου, προσφέροντας ασυλία, δουλειά και οικονομικά κίνητρα σ’ όσους κατέθεταν τα όπλα και γελοίες ποινές (8 χρόνια φυλάκιση ως ανώτατη ποινή) στις λίγες κραυγαλέες περιπτώσεις δολοφόνων. Γι’ αυτό, εξαρχής και πολύ περισσότερο μετά τις τελευταίες αποκαλύψεις τέθηκαν υπό σοβαρή αμφισβήτηση οι πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης του Αλβάρο Ουρίμπε απέναντι στις παραστρατιωτικές συμμορίες , που έχουν απλώσει τα πλοκάμια τους σε όλο τον κρατικό μηχανισμό, μέχρι και την κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών (DAS). Μόλις πριν από μια βδομάδα, ο γενικός εισαγγελέας απήγγειλε κατηγορίες εναντίον του πρώην επικεφαλής της DAS, του Χόρχε Νογκουέρα, γιατί έδωσε απόρρητες πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρήσεις της υπηρεσίας του σε παραστρατιωτικούς.
Στις 19 Οκτωβρίου, πριν ακόμη η εισαγγελική έρευνα καταλήξει στην απαγγελία κατηγοριών και σε συλλήψεις, ο γερουσιαστής Γκουστάβο Πέτρο από το κόμμα του «Δημοκρατικού Πόλου» κατήγγειλε ενώπιον της Γερουσίας ότι οι παραστρατιωτικές συμμορίες έχουν δολοφονήσει 3.005 ανθρώπους από το 2002 που ο Ουρίμπε ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις για τον αποκαλούμενο αφοπλισμό, ότι, παρόλο που από το 2004 31.000 παραστρατιωτικοί έχουν καταθέσει τα όπλα, οι ακροδεξιές μιλίτσιες συνεχίζουν να διώχνουν με τις δολοφονίες και την τρομοκρατία αγρότες από τη γη τους και να διατηρούν υπό τον έλεγχό τους το λαθρεμπόριο κοκαΐνης και ότι η διαδικασία αφοπλισμού, η οποία προβλέπει τη χορήγηση μισθών σ’ αυτούς που καταθέτουν τα όπλα, έχει κοστίσει στον κρατικό προϋπολογισμό περισσότερα από 80 εκατομμύρια ευρώ τα δύο τελευταία χρόνια.
Χαρακτήρισε κάποιους βουλευτές «διεφθαρμένους λακέδες παραστρατιωτικών πατρώνων» και υπενθύμισε ότι οι τελευταίοι παλιότερα είχαν καυχηθεί ότι ελέγχουν το 30 – 35% του κογκρέσου, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που έρχονται τώρα στο φως. Χαρακτήρισε επίσης απάτη τη συμφωνία αφοπλισμού και κατηγόρησε τον Αλβάρο Ουρίμπε ότι εξαπάτησε το λαό και ότι δεν θα μπορούσε να κερδίσει τη δεύτερη προεδρική θητεία χωρίς την υποστήριξη των «φίλων των λαθρεμπόρων ναρκωτικών» στο κογκρέσο, οι οποίοι ψήφισαν υπέρ της τροποποίησης του συντάγματος που του επέτρεψε να διεκδικήσει την επανεκλογή του. Κατά τα άλλα, ο ίδιος και οι πάτρωνές του στο Λευκό Οίκο παριστάνουν τους σημαιοφόρους στον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών», καταστρέφοντας τις φυτείες της κόκας των φτωχών αγροτών και εντείνοντας τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των αριστερών ανταρτών (των FARC), τους οποίους κατηγορούν ότι εμπλέκονται στο κύκλωμα διακίνησης της κοκαΐνης. Παράλληλα, φροντίζουν να κλείνουν τα ενοχλητικά στόματα. Ετσι λοιπόν στις 19 Νοεμβρίου, κατά την επιστροφή του από το Καράκας, συνελήφθη στο διεθνές αεροδρόμιο της Μπογκοτά ο Φρέντι Μουνιόζ, ανταποκριτής στην Κολομβία του νοτιοαμερικάνικου τηλεοπτικού καναλιού Telesur με έδρα τη Βενεζουέλα, με την κατηγορία της «ανταρσίας και της τρομοκρατίας». Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Υπηρεσία Πληροφοριών της Κολομβίας, κατηγορείται ότι εμπλέκεται σε δύο «τρομοκρατικές επιθέσεις» στις πόλεις της Καραϊβικής Καρταγκένα και Μπαρανκουίλα. Στην πραγματικότητα, το έγκλημά του είναι ότι έχει ασχοληθεί επανειλημμένα με την πολιτική των κυβερνήσεων της Κολομβίας και των ΗΠΑ απέναντι στους αριστερούς αντάρτες καθώς και με το βίαιο εκτοπισμό χιλιάδων αγροτών από τη γη τους.