Την περασμένη Δευτέρα, οι εφημερίδες «Εθνος», «Ημερησία» και «Ελευθεροτυπία» είχαν δημοσιεύματα με αφορμή δική μας καταγγελία-αναφορά στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά για το σκάνδαλο των Οικοπάρκων, σκάνδαλο που –εκτός των άλλων– σημαδεύτηκε από τον τραγικό θάνατο του γεωπόνου Δ. Παπαϊωάννου, το Νοέμβρη του 2001. Ας μιλήσουμε κι εμείς, λοιπόν, γι’ αυτή τη νέα εξέλιξη.
Κάναμε αυτή την καταγγελία, στις 8-10-2008, γιατί εκτιμήσαμε ότι η περίοδος που διανύουμε, με τη δημόσια συζήτηση πάνω στο σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου, για την αποκάλυψη του οποίου βάλαμε και εμείς το λιθαράκι μας με την αρθρογραφία στην «Κ» από το τρίτο δεκαήμερο του περασμένου Μάη, είναι κατάλληλη για ν’ αναγκάσουμε τους μηχανισμούς της αστικής Δικαιοσύνης να πάρουν θέση και γι’ αυτό το σκάνδαλο.
Ο Γ. Σανιδάς, μετά από μελέτη της καταγγελίας μας και των δεκάδων εγγράφων που την συνόδευαν, χρέωσε την υπόθεση στον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Α. Κονταξή. Στην πρώτη συνάντηση που είχαμε μαζί του, στις 20 Οκτώβρη, δήλωσε ότι, μετά από πολυήμερη μελέτη της καταγγελίας μας, που τη θεώρησε πολύ τεκμηριωμένη, αποφάσισε να στείλει το τμήμα της που αφορά τους πρώην υπουργούς Σ. Τσιτουρίδη και Ε. Μπασιάκο και τον νυν υπουργό Α. Κοντό στη Βουλή (στις 22 Οκτώβρη) και το υπόλοιπο τμήμα του φακέλου, που αφορά υπηρεσιακούς παράγοντες, στην Εισαγγελία Εφετών. Μας είπε ακόμη να περάσουμε στις 22 Οκτώβρη από το γραφείο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για να πάρουμε το διαβιβαστικό της αποστολής του φακέλου στη βουλή. Στη συζήτηση εκείνη εκφράσαμε ανοιχτά τις επιφυλάξεις μας για το κατά πόσο θα προχωρήσει σ’ αυτή την ενέργεια. Στις 22 Οκτώβρη συναντήσαμε ξανά τον Αντεισαγγελέα Κονταξή, ο οποίος μας ανακοίνωσε ότι θα στείλει όλο το φάκελο στην Εισαγγελία Πρωτοδικών για τη διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης. Οπως είπε, κάνει αυτή την επιλογή και για τους υπουργούς, διότι θα πρέπει να εξεταστούμε εμείς πριν πάει ο φάκελος στη Βουλή. Του απαντήσαμε, ότι κάνει αυτή την κίνηση για να κερδίσει χρόνο, προκειμένου να μη συμπέσει χρονικά με το σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου, που εκείνες τις μέρες είχε πάει στη Βουλή.
Ο φάκελος χρεώθηκε από τον Διευθύνοντα την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών στην Εισαγγελέα Ελ. Σκεπαρνιά για να κάνει την προκαταρκτική εξέταση.
Θορυβημένος από τα δημοσιεύματα των αστικών εφημερίδων, ο υπουργός Γεωργίας Α. Κοντός έδωσε εντολή να εκδοθεί δελτίο Τύπου, το απόγευμα της ίδιας μέρας. Ενα δελτίο Τύπου που έμοιαζε με απολογητικό υπόμνημα κατηγορούμενου για ποινικά αδικήματα και όχι με πολιτική δήλωση. Το δελτίο-απολογητικό υπόμνημα είναι γεμάτο από μισές αλήθειες και ψέματα.
Πρώτο μεγάλο ψέμα είναι ο ισχυρισμός ότι το υπουργείο Γεωργίας ακολούθησε όλες τις νόμιμες διαδικασίες προκειμένου να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη. Ολες οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν ήταν παράνομες και έγιναν, βασικά, για να ξαναενταχθούν παράνομα στο κακόφημο πρόγραμμα των Οικοπάρκων 5.000 στρέμματα της Μονής Βατοπεδίου και 23.100 στρέμματα άλλων τριών Μονών του Αγίου Ορους και να εισπράττουν οι καλόγεροι-μπίζνεσμαν 650.000 ευρώ το χρόνο για 18 χρόνια!
Ο ισχυρισμός ότι η γνωμοδότηση 273/2003 (με την οποία ο Α. Κοντός ενέταξε στο κακόφημο πρόγραμμα 60.000 περίπου στρέμματα δασικών εκτάσεων με τη μορφή θαμνολίβαδων, δασολίβαδων και χορτολίβαδων) έγινε δεκτή από τον υπουργό Γεωργίας του ΠΑΣΟΚ Γ. Δρυ αποτελεί μισή αλήθεια. Η άλλη μισή αλήθεια, που προσπαθούν να κρύψουν ο Α. Κοντός και τα παπαγαλάκια του, είναι ότι υπάρχει και το πρακτικό 6521/Δεκέμβρης 2003 της Ολομέλειας του ΝΣΚ, με το οποίο οριστικά και τελεσίδικα δεν μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα οι βοσκότοποι με τη μορφή θαμνολίβαδων, δασολίβαδων και χορτολίβαδων. Την κρύβει για να δικαιολογήσει και να εμφανίσει σαν νόμιμες τις αποφάσεις, με τις οποίες ενέταξε ξανά στο πρόγραμμα τα 28.100 στρέμματα των Μονών του Αγίου Ορους και τα υπόλοιπα 32.000 στρέμματα άλλων λαμόγιων.
Ο Γ. Δρυς ήθελε πράγματι να εντάξει τα 28.100 στρέμματα των Μονών (και όχι μόνον αυτά) στο πρόγραμμα και γι’ αυτό: Πρώτον, έκανε δεκτή τη Γνώμη του Β. Κοντόλαιμου, το Δεκέμβρη του 2002, ότι οι δασικές εκτάσεις των Μονών του Αγίου Ορους μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα, γιατί οι Μονές του Αγίου Ορους δεν είναι υποχρεωμένες να εφαρμόσουν το κοινοτικό και εθνικό δίκαιο για τα προγράμματα που παίρνουν από την Ελλάδα! Δεύτερον, αρνήθηκε να κάνει δεκτές δύο γνωμοδοτήσεις του Δ’ Τμήματος του ΝΣΚ (η πρώτη, του 2002, ήταν ομόφωνη και η δεύτερη, του 2003, κατά πλειοψηφία), σύμφωνα με τις οποίες δε μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα δασικές εκτάσεις με τη μορφή θαμνολίβαδων, δασολίβαδων και χορτολίβαδων. Τρίτον, κίνησε γη και ουρανό για να βγάλει, με μεγάλη πλειοψηφία, μια γνωμοδότηση από την ολομέλεια του ΝΣΚ, που να επιτρέπει την ένταξη αυτών των δασικών εκτάσεων. Οι προσπάθειες του Γ. Δρυ και του τότε νομικού του συμβούλου καρποφόρησαν με τη γνωμοδότηση 273/2003, για την οποία ψήφισαν 30 υπέρ και 12 κατά (υπέρ ψήφισαν και Νομικοί Σύμβουλοι που στο Δ’ τμήμα είχαν υποστηρίξει ότι η ένταξη είναι παράνομη!).
Αυτή τη γνωμοδότηση έσπευσε αμέσως να κάνει δεκτή ο Γ. Δρυς, όμως οι προσπάθειές του έπεσαν στο κενό. Γιατί πρώτον η γνωμοδότηση αυτή «έμπαζε» νομικά, αφού βασίστηκε στο άρθρο 3 του νόμου 1734/1987, το οποίο (όπως όλα τα άρθρα του που αναφέρονται στα βοσκοτόπια) κρίθηκε τελεσίδικα αντισυνταγματικό και ανεφάρμοστο. Μάλιστα, εδώ και χρόνια το ΣτΕ είχε φροντίσει για την πιστή εφαρμογή των αποφάσεών του με τις οποίες είχαν κριθεί παράνομες 300 περίπου αποφάσεις νομαρχών οι οποίες νομιμοποιούσαν οριοθετήσεις βοσκοτόπων, γιατί τα άρθρα 3 κ.ε. του 1734/1987 είναι αντισυνταγματικά. Αυτή την υπόθεση τη γνώριζαν οι Νομικοί Σύμβουλοι του ΝΣΚ, αλλά παρολαυτά υιοθέτησαν τη γνωμοδότηση 273/2003, γιατί αυτό απαιτούσε τότε ο Γ. Δρυς. Γιατί δεύτερον συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση των αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων του υπουργείου Γεωργίας και του Β. Κοντόλαιμου, που τότε στεκόταν σωστά και υπεράσπιζε τη νομιμότητα. Τα σοβαρά και επιστημονικά ερωτήματα που οι υπηρεσιακοί παράγοντες έθεσαν στο ΝΣΚ (ερωτήματα που υιοθέτησε τότε και ο Β. Κοντόλαιμος), το υποχρέωσαν να κάνει μια διορθωτική κίνηση και με το πρακτικό 6521 (ήταν ομόφωνο) να αποκαταστήσει τη νομιμότητα. Εκρινε οριστικά και τελεσίδικα, ότι δεν μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα οι δασικές εκτάσεις με τη μορφή χορτολίβαδων, δασολίβαδων και θαμνολίβαδων. Γι’ αυτό και στην τελευταία του ανακοίνωση ο Α. Κοντός εξακολουθεί να αποσιωπά το ομόφωνο πρακτικό 6521/2003 της Ολομέλειας του ΝΣΚ.
Ακόμη, είναι μεγάλο ψέμα ότι εκδόθηκε η ΚΥΑ 134186/9-12-2003 για να εφαρμοστεί η νομιμότητα μέσω της νέας ΚΕΠΕ (Κεντρική Επιτροπή Παρακολούθησης και Ελέγχου). Εάν η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας ήθελε πράγματι να τηρήσει τη νομιμότητα, θα έπρεπε να υιοθετήσει την άποψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπηρεσιακών παραγόντων, (διατυπώθηκε το καλοκαίρι του 2004 σε ευρεία σύσκεψη), ότι το σκάνδαλο των Οικοπάρκων πρέπει να λυθεί οριστικά με την υιοθέτηση των πρακτικών της πρώτης ΚΕΠΕ που είχε συγκροτηθεί το 2002. Υιοθέτηση που θα έπρεπε να συνοδεύεται από τη συμπερίληψη και του πρακτικού 5621/2003 στα «έχοντας υπόψη». Η «γαλάζια» πολιτική ηγεσία επέλεξε τη λύση της δημιουργίας νέας ΚΕΠΕ, γιατί ήθελε πάση θυσία να εντάξει τουλάχιστον τα 28.100 στρέμματα των Μονών, ενώ παρασκηνιακά είχε εξασφαλίσει τη μεταστροφή του Β. Κοντόλαιμου.
Τέλος, είναι μεγάλο ψέμα ο ισχυρισμός ότι σωστά (δηλαδή νόμιμα) εστάλησαν τα πρακτικά της δεύτερης ΚΕΠΕ στις Διευ-θύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. Για πολλοστή φορά θα επαναλάβουμε, ότι πρώτα έπρεπε να αποφασίσει η Διεύθυνση Χωροταξίας και Προστασίας Περιβάλλοντος επί των πορισμάτων και μετά να σταλούν αυτά μαζί με την απόφασή της. Είναι, λοιπόν, παράνομες όλες οι αποφάσεις του Α. Κοντού, με τις οποίες υποχρέωσε τις Διευθύνσεις των Νομαρχιών να υιοθετήσουν τα πορίσματα του Β. Κοντόλαιμου.
Σφίγγει ο κλοιός γύρω από τον Α. Κοντό, τον Β. Κοντόλαιμο και τους υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου Γεωργίας και των Διευθύνσεων Γεωργίας, που είτε πήραν μέρος στην ΚΕΠΕ είτε συμμετείχαν στη λήψη αποφάσεων για το πρόγραμμα αυτό.