Χ. Μαρκογιαννάκης: Δεχθήκατε παρέμβαση, παραίνεση, οποιασδήποτε μορφής υπόδειξη, έστω και μικρή ή μεγάλη, από κάποιον πολιτικό;
Σ. Μαντέλη: Η μόνη τότε, εκείνη τη χρονική περίοδο, ήταν ένα τηλεφώνημα του κ. Δρυ, ήταν τότε υπουργός του υπουργείου, ο οποίος μου είπα: «Να δεχθείς τον πατέρα Αρσένιο για ένα θέμα του». Τίποτα άλλο.
Χ. Μαρκογιαννάκης: Καμία άλλη; Ποτέ από κανέναν;
Σ. Μαντέλη: Οχι.
Χ. Μαρκογιαννάκης: Τη δουλειά σας κάνατε ως υπηρεσιακός παράγων στα πλαίσια των καθηκόντων σας, όπως αυτά προσδιορίζονται από το νόμο.
Σ. Μαντέλη: Ναι. Αφήστε με να το πω εγώ. Στα πλαίσια των υπηρεσιακών μου καθηκόντων.
…
Ν. Τσούκαλης: Ακούστε με. Δεν ελέγχουμε τι έχετε κάνει εσείς. Αυτό είναι άλλοι αρμόδιοι να το ελέγξουν. Αυτή τη στιγμή ελέγχουμε αν όλα αυτά που κάνατε, τα κάνατε μόνη σας ή είχατε εντολή από πάνω «βοηθήστε τον Εφραίμ, βοηθήστε τη Μονή».
Σ. Μαντέλη: Οχι, δεν είχα εντολή.
Αυτοί είναι δυο χαρακτηριστικοί διάλογοι από τα πρακτικά της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, κατά τη συνεδρίαση της 20.11. 2008, όταν κατέθετε η τότε προϊσταμένη της Διεύθυνσης Πολιτικής Γης του υπουργείου Γεωργίας Σταματίνα Μαντέλη, κεντρικός υπηρεσιακός μοχλός διεκπεραίωσης του σκανδάλου. Η Μαντέλη κάλυψε πλήρως τους πολιτικούς της προϊσταμένους (είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος με τον πρόεδρο της Εξεταστικής Μαρκογιαννάκη, που δείχνει προετοιμασμένος, αφού αφήνει μόνο έναν αδιόρατο υπαινιγμό για τον υπουργό του ΠΑΣΟΚ Γ. Δρυ).
Την Πέμπτη 5.3.09, η Μαντέλη εμφανίστηκε στην εισαγγελέα Σπυροπούλου για να καταθέσει ανωμοτί ως ύποπτη απλής συνέργειας σε κακουργήματα και στο γραπτό υπόμνημα που κατέθεσε, με το συνήγορό της Ι. Μαντζουράνη, «δίνει στεγνά» τους πολιτικούς προϊσταμένους της, Μπασιάκο, Κοντό, Κιλτίδη και Σκιαδά (ο τελευταίος είναι ο γενικός γραμματέας του υπουργείου και έχει επίσης κληθεί ως ύποπτος). Στο πολυσέλιδο υπόμνημά της η Μαντέλη αναφέρει ότι οι ρυθμίσεις υπέρ των Βατοπεδινών «αναντιρρήτως αποτελούν προϊόντα σημαντικής κυβερνητικής απόφασης, υπερβαίνει τα όρια των αρμοδιοτήτων ενός ή δύο Υπουργών, καθόσον συνάπτεται με κρίσιμες πολιτικές επιλογές, που αποφασίζονται στο επιτελικό κέντρο της Κυβέρνησης». Οσο για τον εαυτό της, «υποχρεώθηκα να εφαρμόσω τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης και συγκεκριμένως του υπουργού και των δύο υφυπουργών του υπουργείου».
Στροφή 180 μοιρών. Σπάσιμο της ομερτά από ένα διεκπεραιωτή του σκανδάλου, που αισθάνεται ότι οι προϊστάμενοί της την πετάνε βορά στους δικαστικούς, για να καθαρίσουν οι ίδιοι και να υλοποιηθεί η «προφητεία» Σανιδά περί επίορκων υπηρεσιακών παραγόντων και παραπλανηθέντων υπουργών. Γιατί δεν τα είπε και στην Εξεταστική Επιτροπή; Γιατί τότε τη διαβεβαίωσαν ότι δεν αντιμετωπίζει κανένα κίνδυνο και πως χρέος της ήταν να καλύψει τους υπουργούς, για να την καλύψουν κι αυτοί με τη σειρά τους. Οταν πήρε την κλήση για ανωμοτί κατάθεση ως ύποπτη, κατάλαβε ότι δεν έχει κάλυψη και αποφάσισε να σπάσει την ομερτά. Είναι κι αυτή μια υπερασπιστική τακτική: ή με «καθαρίζετε» ή θα πω κι άλλα. Κι έχει σίγουρα να πει πολλά, γιατί ήταν ένα από τα πιο πιστά δεξιά στελέχη του υπουργείου και ο πιο καταρτισμένος στα επίμαχα θέματα υπηρεσιακός παράγοντας που διέθετε η κυβέρνηση (ήταν διοικητική υπάλληλος με εμπειρία και πτυχίο Νομικής).
Οταν η Μαντέλη λέει ότι εκτελούσε εντολές, δεν λέει ψέματα. Αλλωστε, αρκεί και μόνο το έγγραφο που της έστειλε ο Μπασιάκος, στο οποίο είχε επισυνάψει την επιστολή Αρσένιου, στην οποία αναφέρεται ότι η απόφαση πάρθηκε «σε υψηλό κυβερνητικό επίπεδο». Οχι, όμως, να υποστηρίζει ότι εξαναγκάστηκε. Η συγκεκριμένη κυρία ό,τι έκανε το έκανε όχι απλά με ενθουσιασμό αλλά με φανατισμό. Είχε πάρει τόσον αέρα που δεν δίσταζε να φέρεται με σκαιότητα και αλαζονεία προς συναδέλφους της και δημοσιογράφους. Είχε πλήρη συνείδηση του τι έκανε και γιατί το έκανε. Δούλευε με φανατισμό, γιατί ήθελε να ανέβει, να κάνει καριέρα.
Ας μας απαντήσει η Σ. Μαντέλη: είναι ή όχι αυτή ο υπηρεσιακός παράγοντας που συνέταξε τη σκανδαλώδη τροπολογία Γεροντόπουλου; Ο άσχετος γαλάζιος βουλευτής, όταν έγινε ρόμπα και αναγκάστηκε να κάνει γαργάρα την τροπολογία του, δήλωσε ότι του τη συνέταξε υπάλληλος του υπουργείου με γνώση κι αυτός ήταν η Μαντέλη. Την ίδια περίοδο και ενώ οι αποκαλύψεις για το σκάνδαλο φουντώνουν, η Σ. Μαντέλη ανταμείβεται από τον υπουργό Γεωργίας Α. Κοντό με προαγωγή της ως προϊσταμένη της Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού και Παρακολούθησης Δράσεων. Πόστο με εξουσία, προβολή και τα διπλάσια λεφτά απ’ αυτά που παίρνει ένας διευ-θυντής του υπουργείου. Την 1η Σεπτέμβρη του 2008 βγήκε η απόφαση διορισμού της στο νέο πόστο, στις 17 του ίδιου μήνα ο Κοντός αναγκάστηκε να την ανακαλέσει, ύστερα από το σάλο που ξέσπασε.
Η τελευταία χάρη που έκανε η κυβέρνηση στη Μαντέλη, την περίοδο που ακόμη κρατούσε η ομερτά, ήταν να κάνει δεκτή την αίτηση αποχώρησής της από την υπηρεσία, προκειμένου να μην υποστεί και διοικητικό έλεγχο, που θα την έβαζε σε κινδύνους. Το Σεπτέμβρη ο Κοντός τη διόριζε προϊσταμένη μιας ανώτερης υπηρεσίας για τέσσερα χρόνια κι αυτή πήγαινε με χαρά και το Φλεβάρη αποχώρησε εισπράττοντας την «ευαρέσκεια της υπηρεσίας μετά την τριακονταετή ευδόκιμη παραμονή της». Λίγες μέρες αργότερα η ομερτά έσπασε και πλέον έχουμε το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».
Και κάτι τελευταίο. Αναφέρει η Μαντέλη στο υπόμνημά της, πολλές φορές μάλιστα, ότι ως υπάλληλος δεν μπορούσε να αρνηθεί να εκτελέσει τις εντολές της πολιτικής ηγεσίας. Ας τα πουλήσει αλλού αυτά. Στο σχετικό με τις υποχρεώσεις των υπαλλήλων τμήμα του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (άρθρο 25), αναφέρεται ότι ο υπάλληλος έχει δικαίωμα να αναφέρει εγγράφως τη διαφωνία του σε εντολή προϊσταμένου και υποχρέωση να μην εκτελέσει διαταγή «προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη». Δεν το έκανε, γιατί απλούστατα ήταν μουτζαχεντίν του σκανδάλου.