Δεν είναι η πρώτη φορά που αναπτύσσεται κόντρα ανάμεσα στην Κομισιόν και την κυβέρνηση μιας χώρας της «δεύτερης ταχύτητας», όπως η Ελλάδα. Οπως και στο παρελθόν, έτσι και τώρα, η κόντρα ανάμεσα στις υπηρεσίες του επιτρόπου Αλμούνια και το ελληνικό υπουργείο Οικονομίας δεν αφορά την ουσία, αλλά τους ρυθμούς προώθησης των διάφορων αντιλαϊκών-αντεργατικών μέτρων.
Η κυβέρνηση κατέθεσε ένα αναθεωρημένο ΠΣΑ στο οποίο προβλέπει επάνοδο του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 3% σε τρία χρόνια, ενώ η Κομισιόν ζητά αυτό να γίνει σε δύο χρόνια. Επί της ουσίας δεν υπάρχει καμιά διαφωνία ανάμεσα στα δυο κέντρα.
Η Κομισιόν έχει το δικαίωμα, από τη στιγμή που μια οικονομία ξεπεράσει το επίπεδο του 3% στο έλλειμμα να της απευθύνει προειδοποίηση και στη συνέχεια να τη θέσει υπό επιτήρηση, που σημαίνει ότι θα ελέγχει και τα διάφορα μέτρα που παίρνονται. Δεν θα αρκείται, δηλαδή, μόνο στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνει η κυβέρνηση, αλλά θα ελέγχει και την υλοποίησή τους.
Στην έκτακτη σύνοδο κορυφής της ΕΕ την περασμένη Κυριακή «έπαιξε» πολύ το όνομα ΔΝΤ. Προσερχόμενη στη σύνοδο η Μέρκελ υπήρξε σαφής: «Τα κράτη της ΕΕ που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες μπορούν να βασίζονται στη βοήθεια των διεθνών οργανισμών» (όχι της ΕΕ, δηλαδή). Στο παζάρι που έγινε στη συνέχεια, κατέληξαν σε μια διατύπωση ευχολόγιο, αναθέτοντας στο Ecofin «να παρακολουθεί ενεργώς την κατάσταση, σε συνεργασία με την Επιτροπή, και να εκπονήσει στοιχεία ώστε να διευκολυνθούν οι χώρες οι οποίες αντιμετωπίζουν προσωρινές διαταραχές του ισοζυγίου, εφόσον απαιτείται, βάσει όλων των διαθέσιμων μέσων». Θέλοντας να ξορκίσει το «κακό» ΔΝΤ ο Αλμούνια δήλωσε την Τρίτη: «Στην περίπτωση που προκύψει κρίση σε μια χώρα της ευρωζώνης, υπάρχει λύση πριν αυτή στραφεί στο ΔΝΤ. Είμαστε εξοπλισμένοι, σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, να αντιμετωπίσουμε αυτό το σενάριο κρίσης». Αρνήθηκε, όμως, να πει οτιδήποτε περισσότερο.
Το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι να αναλάβει η ΕΕ το έργο του ΔΝΤ. Δηλαδή, να δανειοδοτήσει μια χώρα μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και να αναλάβει τη διαχείριση της οικονομίας της, προωθώντας αμέσως «μέτρα σοκ» στο δημοσιονομικό τομέα, τους μισθούς και τις εργασιακές σχέσεις.