Από τη δήλωση που έκανε το βράδυ των ευρωεκλογών ο Καραμανλής έδειξε το στίγμα στο οποίο θα κινηθεί το προσεχές χρονικό διάστημα. Ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται ν’ αλλάξει ούτε στο ελάχιστο την κυβερνητική πολιτική και απέδωσε την ήττα πρώτο στον κρατικό μηχανισμό, τον «μεγάλο ασθενή» που «παραμένει προβληματικός, παρά τα βήματα που έχουν γίνει» και σε «συγκεκριμένες συμπεριφορές» που «έχουν ενοχλήσει, παραβιάζοντας αρχές που έθεσα, από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε την ευθύνη για τη διακυβέρνηση της χώρας». Μιλώντας μια μέρα μετά στο υπουργικό συμβούλιο, υπήρξε σαφέστερος: «Μην ψάχνετε αλλού για τα αίτια της ήττας. Φταίμε όλοι, υπήρξαν συμπεριφορές που πλήγωσαν. Να αποφευχθούν στο εξής επίδειξη, σπατάλη, κοινωνικές εκδηλώσεις».
Αρα, κάποια στιγμή θα επιχειρήσει ανασχηματισμό, με αλλαγές ενδεχομένως και στο κόμμα, ενώ αυτοί που ενέχονται στις «συμπεριφορές που πλήγωσαν» θα πάρουν τον πούλο από τα ψηφοδέλτια. Το ερώτημα είναι πότε θα επιχειρήσει τις αλλαγές. Το Σεπτέμβρη, επιδιώκοντας να «τραβήξει» την κυβέρνηση όσο περισσότερο γίνεται, ή τώρα, υιοθετώντας τις εισηγήσεις ορισμένων επιτελών του που προτείνουν εκλογές το Σεπτέμβρη, με την καλοκαιρινή ραστώνη να χρησιμοποιείται ως «καθαρτήριο» για κάποιες από τις «αμαρτίες» της κυβέρνησης;
Ο Ρουσόπουλος, είτε επειδή το μυρίστηκε (ξέρει καλύτερα από τον καθένα τον Καραμανλή) είτε σε συνεννόηση με τον Καραμανλή, επέλεξε να προστατεύσει τον εαυτό του, να τον περάσει από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ που λέγεται ιδιώτευση και να περιμένει κάποια στιγμή στο μέλλον να επανέλθει σαν Κιγκινάτος. Το γεγονός ότι δεν παραιτήθηκε από τη βουλευτική του έδρα δείχνει πρώτο ότι θέλει τον παρά (τόσες βίλες έχει να πληρώσει), δεύτερο ότι θέλει την ασυλία και τρίτο ότι θέλει να είναι μέσα στα πράγματα και όχι αποστασιοποιημένος. Η δήλωσή του, που αποπνέει αυτοκρατορικό μεγαλείο (απευθύνεται στον Καραμανλή σε τόνο οικειότητας, ενώ θυμίζει τη συμβολή του στις εκλογικές νίκες του 2004 και του 2007), δηλώνει «παρών» και όχι αποστράτευση.