Στις 12 Ιουνίου, το Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ αποφάσισε την επέκταση των κυρώσεων σε βάρος της Βόρειας Κορέας, ως απάντηση στη δεύτερη πυρηνική δοκιμή που πραγματοποίησε στις 25 του Μάη. Η απόφαση αυτή καλεί το βορειοκορεάτικο καθεστώς να μην πραγματοποιήσει καμιά άλλη πυρηνική δοκιμή ή εκτόξευση βαλιστικών πυραύλων, να συμμορφωθεί πλήρως με τις προηγούμενες αποφάσεις που απαιτούσαν το ίδιο μετά την πρώτη πυρηνική δοκιμή τον Οκτώβριο του 2006 και να «εγκαταλείψει όλα τα πυρηνικά όπλα και τα υπάρχοντα πυρηνικά προγράμματα με πλήρη, επαληθεύσιμο και αμετάκλητο τρόπο».
Ωστόσο, παρά τις σκληρές δηλώσεις και τους πρωτοσέλιδους τίτλους των πρώτων ημερών από την πλευρά κυρίως της Ουάσιγκτον, και η απόφαση αυτή αναμένεται να έχει την τύχη των προηγούμενων, δηλαδή μικρές επιπτώσεις στη Βόρεια Κορέα. Οχι μόνο γιατί η ίδια η απόφαση αφήνει παράθυρα, αλλά και γιατί η Ρωσία και κυρίως η Κίνα είναι απρόθυμες να την εφαρμόσουν.
Η επέκταση των κυρώσεων, σε σχέση με όλες τις προηγούμενες αποφάσεις του ΟΗΕ συνίσταται ουσιαστικά σε δύο σημεία. Το πρώτο δίνει το δικαίωμα σε όλα τα κράτη να ελέγχουν τα ύποπτα φορτία στο έδαφός τους, ακόμη και να σταματούν στις ανοιχτές θάλασσες τα πλοία για το οποία υπάρχουν υποψίες ότι μεταφέρουν πυρηνικό υλικό ή βαλιστικούς πυραύλους. Ομως η Κίνα κατάφερε να απαλύνει την κύρωση αυτή επιβάλλοντας τη φράση «με τη συγκατάθεση του κράτους τη σημαία του οποίου φέρει το πλοίο». Συν τους άλλοις, τα τελευταία χρόνια η Βόρεια Κορέα, όπως επισημαίνουν πολλοί αναλυτές έχει περιορίσει πολύ τις μεταφορές μέσω θαλάσσης και έχει στραφεί στις αεροπορικές μεταφορές, χρησιμοποιώντας τον εναέριο χώρο της Ρωσίας και της Κίνας.
Η δεύτερη κύρωση αφορά στις σχέσεις της Βόρειας Κορέας με τις εταιρίες και τους χρηματιστικούς οργανισμούς μέσω των οποίων εισάγει εξαρτήματα ή πουλάει όπλα, οι οποίοι καλούνται να «παγώσουν τους οικονομικούς πόρους ή τα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να συμβάλλουν στα πυρηνικά και πυραυλικά προγράμματα» της Βόρειας Κορέας. Ομως και η κύρωση αυτή δεν αναμένεται να βρει ανταπόκριση, όχι μόνο γιατί δεν προβλέπεται κάποιος μηχανισμός που θα την επιβάλλει, αλλά κυρίως γιατί αποδέκτης είναι βασικά η Κίνα, ο σημαντικότερος σύμμαχος και οικονομικός εταίρος της Βόρειας Κορέας.
Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει τετραπλασιάσει την οικονομική βοήθεια που παρέχει στη Βόρεια Κορέα. Είναι η πηγή του 80% της βοήθειας που δέχεται η χώρα με τη μορφή τροφίμων, καυσίμων και λιπασμάτων. Επίσης η Κίνα και η Ρωσία συνεχίζουν να πουλούν εξαρτήματα στο βορειοκορεάτικο στρατό, αν και τα τελευταία χρόνια ο όγκος των πωλήσεων έχει μειωθεί εξαιτίας των δυσκολιών του καθεστώτος της Πιον Γιανγκ να πληρώνει.
Το εμπόριο ανάμεσα στην Κίνα και τη Βόρεια Κορέα αυξήθηκε σημαντικά μετά την πυρηνική δοκιμή τον Οκτώβριο του 2006 και την επιβολή κυρώσεων από τον ΟΗΕ. Συγκεκριμένα, το 2008, οι εξαγωγές της Βόρειας Κορέας αυξήθηκαν κατά 23% και οι εισαγωγές κατά 33% σε σχέση με το 2007.
Παράλληλα, η Κίνα έχει κάνει σημαντικές επενδύσεις στον εξορυκτικό τομέα στη Βόρεια Κορέα, η οποία διαθέτει μεγάλο ορυκτό πλούτο, όπως άνθρακα, σιδηρομετάλλευμα, ψευδάργυρο, ουράνιο και τα μεγαλύτερα γνωστά κοιτάσματα μαγνησίου στον κόσμο, που είναι βασικό συστατικό στην κατασκευή ελαφρών μεταλλικών εξαρτημάτων για τα αεροπλάνα και τα ηλεκτρονικά.
Είναι φανερό ότι η Κίνα δεν είναι διατεθειμένη να ρισκάρει τα οικονομικά συμφέροντα που τη συνδέουν με τη Βόρεια Κορέα, γι’ αυτό και η τελευταία κάνει επίδειξη δύναμης έχοντας τις πλάτες της Κίνας. Πριν από δύο χρόνια, το Φλεβάρη του 2007, το καθεστώς της Πιον Γιανγκ είχε συνάψει συμφωνία αποπυρηνικοποίησης με την κυβέρνηση Μπους, που έγινε δεκτή μετά βαΐων και κλάδων από τη «διεθνή κοινότητα». Αυτή η συμφωνία φαίνεται ότι δεν απέδωσε τίποτα το σημαντικό για το βορειοκορεάτικο καθεστώς. Το μόνο που έκανε ο Λευκός Οίκος ήταν να βγάλει τη Βόρεια Κορέα από τον «άξονα του κακού», ύστερα από παλινωδίες και με καθυστέρηση ενάμιση χρόνου (τον Ιούνιο του 2008). Με τη νέα πυρηνική δοκιμή και την επίδειξη ισχύος, το βορειοκαρεάτικο καθεστώς επιδιώκει να παζαρέψει με τους Αμερικάνους από καλύτερη θέση και να πετύχει περισσότερα ανταλλάγματα.