Ο Μουταντχάρ αλ-Ζάιντι, ο άνθρωπος που έγινε σύμβολο της Ιρακινής Αντίστασης πετώντας το παπούτσι του στον Μπους, αφέθηκε ελεύθερος στις 15 Σεπτεμβρίου και λίγο πριν εγκαταλείψει το Ιράκ, γιατί φοβάται για τη ζωή του, έδωσε στη δημοσιότητα μια ανακοίνωση με τον προαναφερόμενο τίτλο, από την οποία παραθέτουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
«Είμαι εδώ, ελεύθερος. Ομως η χώρα μου είναι αιχμάλωτη του πολέμου.
Καταρχάς, στέλνω τις ευχαριστίες και τους χαιρετισμούς μου σε όλους εκείνους που στάθηκαν στο πλευρό μου μέσα στη χώρα μου, στον ισλαμικό κόσμο και στον ελεύθερο κόσμο. Εγινε πολύς λόγος για την πράξη και για το πρόσωπο που την έκανε, για τον ήρωα και την ηρωϊκή πράξη καθώς και για το σύμβολο και τη συμβολική πράξη.
Απλά, απαντώ: Αυτό που με ανάγκασε να αντισταθώ είναι η αδικία σε βάρος του λαού μου και ο τρόπος που η κατοχή θέλησε να ταπεινώσει την πατρίδα μου, βάζοντάς την κάτω από την μπότα της…
Ημασταν μια χώρα στην οποία οι Αραβες μοιράζονταν με τους Τουρκομάνους, τους Κούρδους, τους Ασσύριους και τους Γιαζίντ το καθημερινό της ψωμί. Και οι Σιίτες προσεύχονταν δίπλα δίπλα με τους Σουνίτες. Και οι Μουσουλμάνοι γιόρταζαν μαζί με τους Χριστιανούς τη γέννηση του Χριστού. Παρά το γεγονός ότι μοιράζαμε την πείνα μας εξαιτίας των κυρώσεων για περισσότερα από 10 χρόνια.
Η υπομονή και η αλληλεγγύη μας δεν μας έκαναν να ξεχάσουμε την καταπίεση. Μέχρι που δεχθήκαμε την εισβολή με την αυταπάτη της απελευθέρωσης που είχαν μερικοί. Η κατοχή χώρισε τον αδελφό από τον αδελφό, το γείτονα από το γείτονα και το γιο από το θείο του. Μετέτρεψε τα σπίτια μας σε χωρίς τέλος νεκρικές σκηνές. Και τα νεκροταφεία μας επεκτάθηκαν στα πάρκα και στα κράσπεδα των δρόμων. Είναι αυτή που μας δολοφονεί, που βεβηλώνει τους χώρους λατρείας, που καταπατεί το απαραβίαστο των σπιτιών μας και ρίχνει καθημερινά χιλιάδες σε πρόχειρες φυλακές.
Δεν είμαι ήρωας, το παραδέχομαι. Ομως έχω άποψη και παίρνω θέση. Με ταπείνωνε να βλέπω τη χώρα μου να εξευτελίζεται, να βλέπω τη Βαγδάτη να καίγεται και το λαό μου να δολοφονείται. Χιλιάδες τραγικές εικόνες έχουν χαραχτεί στο μυαλό μου και αυτό με βαραίνει κάθε μέρα και με σπρώχνει στο σωστό δρόμο, στο δρόμο της αντίστασης, στο δρόμο της απόρριψης της αδικίας, της εξαπάτησης και της υποκρισίας. Μου έχει στερήσει τον ήρεμο ύπνο το βράδυ.
Δεκάδες, όχι, εκατοντάδες εικόνες σφαγών, που θα μπορούσαν να ασπρίσουν τα μαλλιά ενός νεογέννητου, μου έφερναν δάκρυα στα μάτια και με πλήγωναν. Η σφαγή της Φαλούτζα, της Νατζάφ, της Χαντίδα, της Σαντρ Σίτι, της Βασόρα, της Μοσούλης, της Ταλ Αφάρ και σε κάθε γωνιά της πληγωμένης μας πατρίδας. Τα περασμένα χρόνια ταξίδεψα απ’ άκρη σ’ άκρη της φλεγόμενης γης μας και είδα με τα ίδια μου τα μάτια τον πόνο των θυμάτων και άκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά τις κραυγές των ανθρώπων που πενθούσαν και των ορφανών. Και ένα αίσθημα ντροπής με καταδίωκε, γιατί ήμουν ανίσχυρος.
Μόλις τελείωνα τις επαγγελματικές μου υποχρεώσεις, τις καθημερινές ανταποκρίσεις για τις τραγωδίες των Ιρακινών, και καθώς καθάριζα τα υπολείμματα από τα ερείπια των κατεστραμμένων ιρακινών σπιτιών και τα ίχνη από το αίμα των θυμάτων από τα ρούχα μου, έσφιγγα τα δόντια και έδινα μια υπόσχεση στα θύματά μας, μια υπόσχεση εκδίκησης. Η ευκαιρία ήρθε και εγώ την έπιασα…
Οταν πέταξα το παπούτσι στο πρόσωπο του εγκληματία Μπους, ήθελα να εκφράσω την άρνησή μου να αποδεχτώ τα ψέματά του, την κατοχή της χώρας μου, την δολοφονία του λαού μου, τη λεηλασία του πλούτου της χώρας μου και την καταστροφή της υποδομής της. Και το πέταγμα των γιων της στη διασπορά.
Μετά από 6 χρόνια ταπείνωσης, εξευτελισμού, σφαγών και βεβήλωσης της ιερότητας των χώρων λατρείας, ο δολοφόνος έρχεται κομπορρημονώντας για τη νίκη και τη δημοκρατία. Ηρθε να πει γεια σας στα θύματά του και ήθελε να τον υποδεχτούμε με λουλούδια.
Αυτό ήταν το δικό μου λουλούδι για τον κατακτητή και για όσους συνεργάζονται μαζί του, είτε διαδίδοντας ψέματα είτε με τις πράξεις τους, πριν από την κατοχή ή μετά.
Ηθελα να υπερασπίσω την τιμή του επαγγέλματός μου και του απαγορευμένου πατριωτισμού την ημέρα που η χώρα βεβηλωνόταν και έχανε την αξιοπρέπειά της. Κάποιοι λένε: Γιατί δεν έκανε στον Μπους μια ερώτηση που θα τον έφερνε σε δύσκολη θέση και θα τον ντρόπιαζε. Και εγώ θα σας απαντήσω, κ. δημοσιογράφοι. Πώς μπορούσα να ρωτήσω τον Μπους, όταν, προτού αρχίσει η συνέντευξη τύπου, πήραμε την εντολή να μη ρωτήσουμε τίποτα, αλλά μόνο να καλύψουμε το γεγονός. Είχε απαγορευτεί σε όλους να υποβάλλουν ερώτηση στον Μπους…»
Στη συνέχεια, αποκαλύπτει τα βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκε, δηλώνει ότι θα προσπαθήσουν να τον δολοφονήσουν ή να τον εξουδετερώσουν με διάφορους τρόπους, φυσικά, κοινωνικά και επαγγελματικά και καταλήγει:
«Τέλος, δηλώνω ότι είμαι ανεξάρτητος. Δεν είμαι μέλος κανενός πολιτικού κόμματος, κάτι που ειπώθηκε στη διάρκεια το βασανισμού μου –άλλοτε ότι είμαι ακροδεξιός και άλλοτε ότι είναι αριστεριστής. Είμαι ανεξάρτητος από πολιτικά κόμματα και οι μελλοντικές μου προσπάθειες θα είναι στην υπηρεσία του λαού μου και σε όποιον άλλον τις χρειάζεται, χωρίς να αναμειχθώ στους πολιτικούς ανταγωνισμούς, όπως κάποιοι είπαν ότι θα κάνω. Οι προσπάθειές μου θα είναι να προσφέρω φροντίδα στις χήρες, στα ορφανά και σε όλους όσους η ζωή τους υπέστη βλάβη από την κατοχή…
Και στην αγαπημένη μου πατρίδα λέω: Αν η νύχτα της αδικίας είναι παρατεταμένη, αυτή δεν θα σταματήσει την ανατολή ενός ήλιου και αυτός θα είναι ο ήλιος της ελευθερίας»…