Πριν μερικές μέρες, η ηγεσία του Περισσού κουβάλησε και πάλι τα μέλη της νεολαίας της στο Γράμμο, για να τιιμήσει την εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. «Η επίσκεψή μας αυτές τις μέρες σε αυτά τα δοξασμένα και ηρωικά μέρη, ας μείνει χαραγμένη στη μνήμη μας όχι ως μια απλή εκδρομή ή προσκύνημα αλλά ως μια σελίδα στην αγωνιστική μας ζωή και δράση, που θα μας υπενθυμίζει αδιάκοπα ότι έχουμε χρέος να βαδίζουμε το δρόμο του αγώνα χωρίς αναστολές». Με αυτά τα λόγια σηματοδότησε τις εκδηλώσεις –σύμφωνα με την κομματική εφημερίδα– το μέλος του ΠΓ του Περισσού Δ. Γόντικας.
Τι δουλειά έχει με έναν τριετή ένοπλο αγώνα, με μια σοσιαλιστική επανάσταση, ένα κόμμα που μόλις προ εξαμήνου η γενική γραμματέας του δήλωνε ότι «στη λαϊκή επανάσταση δεν θα σπάσει ούτε ένα τζάμι»; Εύλογο το ερώτημα, όμως οι απαντήσεις συχνά είναι μπερδεμένες. Ο χώρος της στήλης επαρκεί μόνο για μερικές επισημάνσεις, επιγραμματικού τύπου.
Οπως κάθε αστικό-ρεφορμιστικό κόμμα, ο Περισσός έχει ανάγκη από έναν συνεκτικό ιδεολογικό ιστό. Χρειάζεται ιδεολογία με τη φιλοσοφική έννοια του όρου, δηλαδή ψευδή συνείδηση. Γι’ αυτό και καλλιεργεί μια θεολογικού τύπου πίστη στους οπαδούς του, ντοπάροντάς τους ιδεολογικά και όχι διαπαιδαγωγώντας τους επαναστατικά.
Οπως ακριβώς τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, έτσι και η χρήση ενός τίτλου δεν μετατρέπει ένα κόμμα σε κομμουνιστικό-επαναστατικό. Εχει ξανασυμβεί στην Ιστορία. Και έχουν δοθεί απαντήσεις. Οταν η Δεύτερη Διεθνής πέρασε στον αστικό οπορτουνισμό, οι επαναστάτες της εποχής, με πρωτοπόρους τους ρώσους Μπολσεβίκους, εγκατέλειψαν αυτά τα κόμματα, χαρίζοντάς τους τους τίτλους, και δημιούργησαν τα κομμουνιστικά κόμματα. Αυτό ακριβώς έχει υπόψη της η ηγεσία του Περισσού, γι’ αυτό και προσπαθεί να ενσωματώσει στην αστική της πολιτική στοιχεία του επαναστατικού κομμουνιστικού παρελθόντος, καθιστώντας τα έτσι ανώδυνα διακοσμητικά στοιχεία.
Οσοι έχουν παρακολουθήσει την ιστορία της «μεταπολίτευσης» γνωρίζουν ότι ο Περισσός επί τουλάχιστον δυο δεκαετίες δεν έκανε καμιά αναφορά στην επανάσταση του ΔΣΕ, ενώ στα επίσημα κομματικά κείμενα παρέμεναν οι αναφορές που χαρακτήριζαν αυτή την επανάσταση «τυχοδιωκτισμό του Ζαχαριάδη». Ανακάλυψε ουσιαστικά τον ΔΣΕ μετά την κατάρρευση των ανατολικοευρωπαϊκών καθεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού. Τότε που άρχισε να ανακαλύπτει και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και την εποχή που προηγουμένως χαρακτήριζε «εποχή της προσωπολατρίας» και των «εγκλημάτων του Στάλιν».
Είναι ακριβώς η περίοδος που η ηγεσία του Περισσού έχει ανάγκη από νέο ιδεολογικό συνεκτικό ιστό. Δε μπορεί να σερβίρει πλέον ως σοσιαλισμό την περίοδο του Χρουτσιόφ, του Μπρέζνιεφ και του Γκορμπατσόφ. Πρέπει να απαλλαγεί απ’ αυτό το άγος. Ετσι, θέλοντας και μη πρέπει να πάει πιο πίσω, να ανακαλύψει και να προσπαθήσει να επανοικοιοποιηθεί το Στάλιν. Το ίδιο ισχύει και για τον ΔΣΕ, ενώ δεν θ’ αργήσει και ο Ζαχαριάδης να μπει στην πινακοθήκη των συμβόλων.
Αυτού του τύπου η ιδεολογική επεξεργασία μετατρέπει την επαναστατική ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος σε φολκλόρ για κομματική κατανάλωση. Με τον ίδιο τρόπο που ο Τσε έγινε μπλουζάκι ακόμα και για τα παιδιά της μπουρζουαζίας. Η ηγεσία του Περισσού «πουλάει» Στάλιν και ΔΣΕ και «αγοράζει» μέλη και οπαδούς από τη νεολαία, για να τους μετατρέψει σε ήρεμους περιπατητές σε κινητοποιήσεις κατά τις οποίες «δεν σπάει ούτε ένα τζάμι». Αυτό –πάνω απ’ όλα– αποτελεί μια τεράστια προσφορά στο σύστημα.
Π.Γ.