Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι Πασόκοι δεν φαντάζονταν ότι το βράδυ της Κυριακής 4 Οκτώβρη θα τους εύρισκε να έχουν «πατήσει» τη ΝΔ με 10 μονάδες διαφορά. Ολα τα κρυφά κυλιόμενα γκάλοπ έδιναν το πολύ διαφορά 5 μονάδων και οι Πασόκοι ανησυχούσαν πως μπορεί η αυτοδυναμία να μην εξασφαλιστεί ή να είναι εντελώς αναιμική και εύθραυστη. Οι πιο έμπειροι στις εκλογικές αναμετρήσεις μιλούσαν για το ρεύ-μα της τελευταίας στιγμής, που μπορεί να πάει τη διαφορά στο 6,5-7%. Το 10% δεν το διανοούνταν κανένας.
Στα κρυφά κυλιόμενα γκάλοπ, μέχρι και την Παρασκευή που εμείς είχαμε ενημέρωση, εμφανιζόταν ένα ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό αδιευκρίνιστης ψήφου, που κυμαινόταν ανάλογα με το γκάλοπ μεταξύ 13% και 18%. Η παράδοση των προηγούμενων ετών ήταν αυτό το ποσοστό να μην ξεπερνά το 10% και να κατεβαίνει ακόμα πιο κάτω την παραμονή. Προφανώς, άνθρωποι που είχαν αποφασίσει να ψηφίσουν κορόιδευαν τους γκαλοπατζήδες κι αυτοί, θέλοντας και μη, κορόιδευαν τους πελάτες τους, κόμματα και συγκροτήματα ΜΜΕ. Την ίδια κοροϊδία υπέστησαν και τα δύο exit polls που έγιναν (ένα ομαδικό για όλα τα κανάλια και ένα για το συγκρότημα Αλαφούζου), αφού και μετά το κλείσιμο της κάλπης η διαφορά που πρόβλεψαν δεν ξεπερνούσε το 7% και μάλιστα στα ακραία ανώτερα όριά της.
Ετσι, στις 9 το βράδυ, όταν το υπουργείο Εσωτερικών έδωσε τη δική του προεκτίμηση, στηριγμένη σε πραγματικά στοιχεία και με ένα επαρκέστατο δείγμα εκλογικών τμημάτων (20% του συνόλου), στο μεν πράσινο στρατόπεδο ξέσπασε φρενίτιδα, στο δε γαλάζιο κρέμασαν πλερέζες. Αυτό δεν ήταν «διαχειρίσιμη διαφορά», δεν ήταν καν βαριά ήττα, ήταν συντριβή.
Λίγες ώρες αργότερα, ο Καραμανλής είχε παραιτηθεί από την ηγεσία της ΝΔ, διευκρινίζοντας ότι δεν προτίθεται να ζητήσει την επανεκλογή του. Εκανε αυτό που είχε αποφασίσει όταν προκήρυσσε τις τόσο πρόωρες εκλογές, ευνουχίζοντας το κόμμα του και στέλνοντάς το ξεβράκωτο στ’ αγγούρια. Η εικόνα των κορυφαίων στελεχών της ΝΔ να τον συνοδεύουν όπως συνοδεύουν το νεκρό στην τελευταία του κατοικία και να τον ακούν να παραιτείται σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, έβαλε το πιο ταιριαστό τέλος στην τρίτη περίοδο νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης από το 1974. Ο Καραμανλής «ο μικρός» κατέκτησε όλες τις αρνητικές πρωτιές. Δεν έχει νόημα να τις απαριθμήσουμε και πάλι, αφού τις είχαμε αναφέρει τότε που προκήρυξε τις εκλογές. Στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ειδικά μετά το ντιμπέιτ, κάπου αναθάρρησε. Πίστεψε ότι μπορεί να χάσει αξιοπρεπώς. Τελικά την πάτησε. Οπως τότε που, νεαρός αρχηγός της ΝΔ, καλούσε τα κανάλια για να τους δείξει πως ξέρει να παίζει μπάλα και το πανελλήνιο έβλεπε έναν βουτυρομπεμπέ να ξαπλώνεται φαρδύς-πλατύς στο χορτάρι κλωτσώντας αέρα. Αποχωρεί από την πολιτική ταπεινωμένος όσο κανένας άλλος αρχηγός της ΝΔ κι αυτό σίγουρα είναι μεγάλο βάρος για κάποιον που είχε ως πρότυπο το μπάρμπα του.
Στο άλλο στρατόπεδο άνοιξαν σαμπάνιες. Δεν είναι μόνο η αυτοδυναμία των 10 εδρών. Είναι περισσότερο η διαφορά των 10 μονάδων, που ακούγεται τεράστια στις σημερινές συνθήκες και δίνει μια αίσθηση εντελώς διαφορετική από την πραγματικότητα. Γιατί η πραγματικότητα λέει ότι το ΠΑΣΟΚ πήρε όσες ψήφους είχε πάρει το 2004! Την εποχή της μεγάλης του ήττας. Ομως, η αστική πολιτική έχει μετατραπεί σε επιχείρηση άγρας εντυπώσεων και εν προκειμένω οι εντυπώσεις αγρεύθηκαν με τη διαφορά των 10 μονάδων και τις 160 έδρες.
Η πραγματικότητα δείχνει, επίσης, πως η κυβερνητική αλλαγή δεν υπήρξε αποτέλεσμα υπερψήφισης του προγράμματος ενός κόμματος, αλλά καταψήφισης των ημερών ενός άλλου. Τα λεγόμενα ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων, ακόμα και των δύο exit polls, έδειξαν πως ένας στους δύο ψηφοφόρους ψήφισε αρνητικά! Αυτό το σημαντικότατο στοιχείο αναφέρθηκε κάποια στιγμή το βράδυ της Κυριακής, όμως στη συνέχεια εξαφανίστηκε από την «προβληματική» των τηλεοπτικών πάνελ, στα οποία οι συμμετέχοντες επιδόθηκαν στο γνωστό παραπολιτικό παιχνίδι, που στο κέντρο του είχε την «επικοινωνία» (δηλαδή την τεχνική της εξαπάτησης) και όχι την πολιτική.
Φυσικά, ο Γ. Παπανδρέου αισθάνθηκε πανίσχυρος. Η εικόνα που φάνηκε είναι ότι δεν κέρδισε απλώς και θα γίνει πρωθυπουργός, αλλά ότι σάρωσε και μπορεί πλέον να κάνει ό,τι γουστάρει. Οπως ο Καραμανλής το 1974. Μόνο που η πορεία του Καραμανλή (όπως, άλλωστε, και του Σημίτη πριν απ’ αυτόν) έδειξε πως ο θρίαμβος από τη συντριβή δεν απέχει παρά μόνο μερικά χρόνια. Το αστικό πολιτικό σύστημα έχει εισέλθει από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 στην εποχή των «αναλώσιμων πρωθυπουργών», όπως εύστοχα είχε προβλέψει από τότε ο Πάγκαλος. Ακριβώς επειδή ξέρει ότι κάποια στιγμή θα έχει την τύχη του Καραμανλή, ο Παπανδρέου απολαμβάνει σήμερα το θρίαμβο. Θα προσπαθήσει να κρατηθεί όσο γίνεται περισσότερο στην εξουσία. Ζαβολιές έναντι του συστήματος δεν πρόκειται να κάνει. Θα υπηρετήσει πιστά τα συμφέροντά του, αγνοώντας το πολιτικό κόστος. Οπως έκαναν όλοι οι πρωθυπουργοί από το 1990 και μετά. Θα φύγει ντροπιασμένος, όπως ο Καραμανλής, όμως στο μεταξύ θα έχει απολαύσει τη λαγνεία της εξουσίας.
Ουδείς, βέβαια, από τους δημοσιολόγους του συστήματος επιχειρεί τέτοιες… μελλοντολογικές προσεγγίσεις. Αλίμονο αν διέψευδαν την παραμυθία του κοινοβουλευτισμού. Γι’ αυ- τούς κάθε νέος πρωθυπουργός ισοδυναμεί με μια νέα ελπίδα. Το περισσότερο που θα γράψουν οι πιο ψαγμένοι είναι πως ο νέος πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος μ’ ένα στοίχημα, το οποίο μπορεί να κερδίσει! Οτι είναι στο χέρι του να κερδίσει. Το μόνο στοίχημα, όμως, που βάζει κάθε νέος πρωθυπουργός αφορά τη διάρκεια που θα μείνει στην εξουσία. Μετά θα συνταξιοδοτηθεί. Το ξέρει, το αποδέχεται, όμως στο λαό λέει παραμύθια. Αλίμονο αν έλεγε αλήθειες.
Οι μικρότεροι του πολιτικού παιχνιδιού, όπως ακριβώς το γράφαμε και πριν τις εκλογές, είναι απολύτως συμβιβασμένοι με τη θέση που έχουν στο αστικό πολιτικό σύστημα. Πασχίζουν περισσότερο να κρατήσουν αυτή τη θέση και η φιλοδοξία τους φτάνει το πολύ σε μια οριακή ενίσχυση.
Δείτε για παράδειγμα τον Περισσό. Εχασε και σε ψήφους και σε ποσοστό, όμως είχε έτοιμη την απάντηση: πετύχαμε, γιατί καταφέραμε να κρατήσουμε την τρίτη θέση, από την οποία ήθελαν να μας εκτοπίσουν! Τέσσερις μήνες πριν, στις ευρωεκλογές, έσκουζαν ότι τους ετοιμάζουν προβοκάτσια. Τώρα ούτε που τόλμησαν να το επαναλάβουν. Ουδείς τους έκανε πόλεμο και τα ΜΜΕ τους επεφύλαξαν την καλύτερη μεταχείριση από κάθε άλλη φορά. Δεν τολμούν να πουν, ότι οι ψηφοφόροι τους αντιμετωπίζουν σαν συμπληρωματική δύναμη της σοσιαλδημοκρατίας. Οταν το ΠΑΣΟΚ δεν έχει προοπτική εξουσίας, τσιμπάνε κάνα ψηφαλάκι. Οταν το ΠΑΣΟΚ οδεύει προς την εξουσία, χάνουν.
Στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, άνοιξαν σαμπάνιες, συμπεριφερόμενοι σαν τον πελάτη του Χότζα, που αισθάνθηκε άνετα στη χαμοκέλα, όταν ο Χότζας του είπε να βγάλει όλα τα ζωντανά, που προηγουμένως του είχε πει να βάλει μέσα. Πριν από ένα χρόνο κολυμπούσαν σε πελάγη δημοσκοπικής ευτυχίας, πριν τις εκλογές αντιμετώπιζαν το δίλημμα «ζω ή πεθαίνω», οπότε το 4,6% τους χαροποίησε όσο χαροποίησε το ΠΑΣΟΚ ο θρίαμβός του.
Ο Καρατζαφέρης, από την άλλη, πανηγυρίζει για το ποσοστό του, όμως ξέρει ότι τώρα αρχίζουν τα ζόρια. Τώρα που η ΝΔ πέρασε στην αντιπολίτευση και μετά από μια περίοδο ανασυγκρότησης θ’ αρχίσει να συσπειρώνει και πάλι τις δυνάμεις της παράταξης και να «ξεψειρίζει» το ΛΑΟΣ από πελάτες. Τα ίδια είχαν πάθει παλιότερα ο Στεφανόπουλος με τη ΔΗΑΝΑ και ο Σαμαράς με την ΠΟΛΑ, γιατί ν’ αποτελέσει εξαίρεση ο Καρατζαφέρης;